Αγώνας δρόμου για τη διάσωση της ΔΕΗ - Ένα σχέδιο με ρεαλιστικό χρονοδιάγραμμα περιμένει η ΕΕ

Το ζήτημα της ΔΕΗ τέθηκε στο τραπέζι στις πρώτες τεχνικές συζητήσεις μεταξύ της Κομισιόν και της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Η διάσωσή της αποτελεί μεγάλο στοίχημα και οι θεσµοί αναµένουν από την ελληνική κυβέρνηση συγκεκριµένες αποφάσεις και -κυρίως- πράξεις, που θα «απαντούν» στο συνολικότερο ζήτηµα της αγοράς ενέργειας στην Ελλάδα.

Τον Σεπτέμβριο τα τεχνικά κλιμάκια της Κομισιόν θα έρθουν στην Αθήνα

στο πλαίσιο της µεταµνηµονιακής αξιολόγησης και τότε αναμένεται να ξεκινήσουν οι επίσημες συζητήσεις, όταν θα έχουν και στα χέρια τους τα αποτελέσματα του 6μήνου για τη ΔΕΗ.

Ο επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Μηχανισµού Σταθερότητας (ΕΜΣ), Κλάους Ρέγκλινγκ δήλωσε ότι «υπάρχει διστακτικότητα κατά περιόδους στις ιδιωτικοποιήσεις και ορισµένες επιχειρήσεις του δηµόσιου τοµέα δεν είναι καλά διαχειριζόµενες. Η ∆ΕΗ είναι ένα παράδειγµα όπου φαίνεται ότι υπήρξε πολιτική παρέµβαση στο παρελθόν. Αυτό οδήγησε στα οικονοµικά προβλήµατα που βλέπουµε τώρα. Πιστεύω λοιπόν ότι υπάρχει πλήρες πρόγραµµα και ενθαρρύνω τις πρωτοβουλίες: η νέα κυβέρνηση δηλώνει σαφώς ότι είναι έτοιµη να αντιµετωπίσει αυτά τα προβλήµατα».

Διαφαίνεται ότι η ΕΕ θέλει να υπάρξει ένα συνολικό σχέδιο που θα αποφέρει τα µέγιστα στην ελληνική οικονοµία, στο πλαίσιο του εκσυγχρονισµού της αγοράς ενέργειας στην Ελλάδα, αλλά και συγκεκριµένο ρεαλιστικό χρονοδιάγραµµα.

Ο υπουργός κ. Χατζηδάκης δεν έχει κρύψει την ανησυχία του για το «ορόσημο της 24ης Σεπτεμβρίου», όπως αναφέρει χαρακτηριστικά, που θα βγει η έκθεση του ορκωτού λογιστή. «Εάν δεν έχουμε φέρει τα πράγματα σε ένα λογαριασμό, θα βρεθούμε μπροστά σε μια πολύ δύσκολη κατάσταση, καθώς η εταιρεία αυτή (σ.σ. Ernst & Young) θα ζητήσει περαιτέρω μέτρα με βάση τους νόμους της κεφαλαιαγοράς, σκληρά μέτρα για να μείνει όρθια η επιχείρηση», δήλωσε μόλις την περασμένη Παρασκευή ο υπουργός, περιγράφοντας το πρόβλημα βιωσιμότητας της ΔΕΗ που είχε επισημάνει στην προηγούμενη έκθεσή του ορκωτός λογιστής.

Η διαχείριση των χρεών προς τη ΔΕΗ είναι ένα θέµα που, κατά την ΕΕ, πρέπει να αντιµετωπιστεί άµεσα, διαχωρίζοντας τους κακοπληρωτές από εκείνους που δεν έχουν να πληρώσουν.

Για τα τιμολόγια η κυβέρνηση πρότεινε -και οι Ευρωπαίοι συµφωνούν- να µεγαλώσει το περιθώριο κέρδους της ∆ΕΗ, χωρίς την αύξησή τους, αλλά µε µείωση του ΦΠΑ. Επίσης, οι θεσµοί θα έβλεπαν µε καλό µάτι ένα πρόγραµµα εθελουσίας εξόδου, ωστόσο µένει να εξεταστούν οι προϋποθέσεις και οι λεπτοµέρειες.

Ένα από τα μεγάλα αγκάθια είναι ο άγνωστος αριθμός των εργαζομένων της ΔΕΗ που θα πρέπει να αποχωρήσουν. Σήµερα, γενικά στον όµιλο, απασχολούνται 8.300 εργαζόµενοι στη ∆ΕΗ, 6.200 στον ∆Ε∆∆ΗΕ και περίπου 1.000 στις δύο από τις λιγνιτικές µονάδες της Μεγαλόπολης και της Φλώρινας. Σε κάθε περίπτωση, η εθελουσία, για την οποία από το υπουργείο διαβεβαιώνουν ότι θα έχει ικανοποιητικούς όρους για τους εργαζόµενους και θα γίνει σταδιακά, θα αφορά τρεις βασικές κατηγορίες απασχολουµένων στην επιχείρηση, και συγκεκριµένα: εργαζόµενους στις υπό κατάργηση µονάδες, εργαζόµενους µεγάλης ηλικίας (καθώς το ποσοστό απασχολουµένων αυτής της κατηγορίας είναι µεγάλο στη ∆ΕΗ) και εργαζόµενους η ειδικότητα των οποίων δεν θα θεωρηθεί απαραίτητη την «επόµενη µέρα».

Παράλληλα εξετάζεται και η παροχή κινήτρων ώστε µερικοί εργαζόµενοι της τελευταίας κατηγορίας αλλά νέοι σε ηλικία να εκπαιδευτούν ώστε να µετακινηθούν σε θέσεις µε διαφορετικό αντικείµενο.

Σχέδιο τεσσάρων δράσεων

Ανεξάρτητα από την πορεία υλοποίησης της διασύνδεσης Αττικής - Κρήτης, αποφάσεις πρέπει να ληφθούν και για την ηλεκτρική επάρκεια του νησιού κατά το κρίσιµο διάστηµα από το 2020, που θα ολοκληρωθεί το καλώδιο από την Πελοπόννησο, έως το 2023, που αναµένεται, αν όλα πάνε καλά, να λειτουργήσει το «µεγάλο» καλώδιο. 

Για την περίοδο αυτή η Ρυθµιστική Αρχή Ενέργειας φαίνεται ότι καταλήγει σε µια δέσµη τεσσάρων βασικών δράσεων, ως βέλτιστη λύση:

Τη µετατροπή των αεριοστροβιλικών µονάδων της ∆ΕΗ που λειτουργούν σήµερα στον Αθερινόλακκο της Κρήτης µε πετρέλαιο, συνολικής ισχύος 100 MW, σε µονάδες που θα καίνε φυσικό αέριο.Την εγκατάσταση νέας µονάδας περί τα 100 MW, κατά προτίµηση µε καύσιµο φυσικό αέριο.Την προσθήκη νέας δυναµικότητας Ανανεώσιµων Πηγών Ενέργειας (αιολικών και φωτοβολταϊκών) στα επίπεδα των 100 µε 150 MW.Την εγκατάσταση και ένταξη στο σύστηµα, για πρώτη φορά στην Ελλάδα, συστηµάτων αποθήκευσης ενέργειας (σύγχρονων µπαταριών), δυναµικότητας περί τα 30 µε 40 MW

Με πληροφορίες από το Έθνος της Κυριακής

Keywords
Τυχαία Θέματα