Η Ευρώπη στο μεταίχμιο: Δημοκρατία ή αυταρχισμός;

Οι γερμανικές εκλογές ως καθοριστικός παράγοντας για το μέλλον της Ευρώπης.

Την προηγούμενη εβδομάδα στη Γερμανία, δύο παράλληλα γεγονότα, σε διαφορετικές πόλεις και με διαφορετικές αφορμές, συμπύκνωσαν τις αντικρουόμενες δυνάμεις που συγκρούονται στη σημερινή Ευρώπη και στον κόσμο.

Στη Διάσκεψη του Μονάχου, ο Αντιπρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, Τζ. Ντ. Βανς, δεν περιορίστηκε σε μια εκτίμηση της γεωπολιτικής πραγματικότητας, αλλά εξέπεμψε ένα εχθρικό και ιδεολογικά φορτισμένο μήνυμα: η Ουάσιγκτον

δεν προτίθεται πλέον να υπερασπίζεται μια Ευρώπη που, κατά τη νέα αμερικανική ηγεσία, έχει εγκαταλείψει τις «παραδοσιακές» της αξίες. Η φιλελεύθερη δημοκρατία, δεν αντιμετωπίζεται πλέον ως σύμμαχος, αλλά ως ένα παρωχημένο και σε μεγάλο βαθμό εχθρικό μοντέλο που χρήζει αναθεώρησης.

Παράλληλα, στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Βερολίνου, η Τίλντα Σουίντον απάντησε με έναν διαφορετικό τρόπο. Η ομιλία της δεν ήταν μια απλή πολιτιστική παρέμβαση, αλλά μια ευθεία υπεράσπιση των θεμελιωδών αρχών της δημοκρατίας, της ανεκτικότητας και της ανοιχτής κοινωνίας απέναντι στις δυνάμεις του αυταρχισμού.

Δύο σκηνές, δύο αφηγήσεις, δύο αντίθετες προειδοποιήσεις. Από τη μία, η συνειδητή ιδεολογική αμφισβήτηση του μεταπολεμικού δημοκρατικού οικοδομήματος από τον εκλεγμένο Αντιπρόεδρο των ΗΠΑ. Από την άλλη, η υπενθύμιση ότι ο πολιτισμός μπορεί – και πρέπει – να λειτουργεί ως ανάχωμα απέναντι σε αυτή την ιστορική διολίσθηση.

Η σύγκρουση αυτή δεν είναι συμβολική, θα έλεγα ότι είναι βαθιά ουσιαστική: η Ευρώπη καλείται να επιλέξει, παρά τις σημαντικές αδυναμίες της, αν θα υπερασπιστεί τις αρχές της φιλελεύθερης δημοκρατίας ή αν θα υποκύψει στις δυνάμεις που επιδιώκουν να την αποδομήσουν.

Στην καρδιά αυτών των εξελίξεων, βρίσκονται οι επερχόμενες εκλογές στη Γερμανία, μια αναμέτρηση που δεν αφορά μόνο τη χώρα, αλλά ολόκληρη την Ευρώπη. Το ακροδεξιό AfD, ένα ανοιχτά εθνικιστικό και ξενοφοβικό μόρφωμα, διεκδικεί ιστορικά υψηλά ποσοστά. Οι πρόσφατες δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι το κόμμα εδραιώνεται ως τρίτη δύναμη και σε ορισμένες περιοχές της Ανατολικής Γερμανίας ενδέχεται να έρθει πρώτο, κάτι που θα αποτελούσε μια πρωτοφανή εξέλιξη στη μεταπολεμική ιστορία της χώρας.

Η εκλογική άνοδος του AfD όμως δεν είναι ένα γερμανικό παράδοξο. Αντίθετα, αποτελεί μέρος μιας ευρύτερης δυναμικής που καταγράφεται σε ολόκληρη την Ευρώπη. Στην Ιταλία, η Τζόρτζια Μελόνι κυβερνά ήδη με μια συντηρητική - εθνικιστική ατζέντα. Στη Γαλλία, η Μαρίν Λεπέν ετοιμάζεται για τη δική της αντεπίθεση στις επόμενες προεδρικές εκλογές. Στην Ουγγαρία και την Πολωνία, ο εθνικιστικός αυταρχισμός έχει εδραιωθεί σε θεσμικό επίπεδο. Η ακροδεξιά είναι εδώ, παρούσα, κυβερνάει, κανονικοποιείται και σε μεγάλο βαθμό θεωρείται αυτονόητη. Όμως, η περίπτωση της Γερμανίας έχει μια ιδιαίτερη βαρύτητα. Η χώρα που, περισσότερο από κάθε άλλη, έκανε τον ιστορικό αναστοχασμό μέρος της πολιτικής της ταυτότητας, βρίσκεται τώρα αντιμέτωπη ξανά, με την άνοδο μιας δύναμης που αμφισβητεί ευθέως τις θεμελιώδεις αρχές της δημοκρατίας της. Αν το AfD καταφέρει να καταγράψει τελικά μια σημαντική εκλογική νίκη, οι επιπτώσεις θα είναι πολύ βαθύτερες από ένα απλό πολιτικό σοκ. Θα σηματοδοτήσουν μια νέα εποχή, με την κρίση του ίδιου του γερμανικού πολιτικού μοντέλου. Ήδη τα αποτελέσματα της ανόδου του AfD φαίνονται από τις σπασμωδικές κινήσεις της σημερινής κυβέρνησης και την προσπάθεια της να σκλυρήνει την ατζέντα της, ειδικά σε θέματα μετανάστευσης. Μιας κυβέρνησης, που έδειξε να μην αποτελεί τον συνομιλητή του Αντιπροέδρου των ΗΠΑ.

Η ομιλία του Βανς στο Μόναχο δεν ήταν μια απλή αναφορά στην ανάγκη για μια πιο αυτάρκη ευρωπαϊκή άμυνα. Ήταν κάτι πολύ περισσότερο. Μια σαφής απόρριψη του φιλελεύθερου μοντέλου, όπως αυτός διαμορφώθηκε μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Και μια προκλητική περιφρόνηση για την πρόσφατη Γερμανική ιστορία. Η νέα αμερικανική κυβέρνηση δεν βλέπει πλέον την Ευρώπη ως φυσικό σύμμαχο, αλλά ως έναν χώρο που απομακρύνεται από τις «παραδοσιακές» αξίες, όπως τις αντιλαμβάνεται η νέα αμερικανική Δεξιά. Η ρητορική αυτή δεν είναι καινούργια. Τα τελευταία χρόνια, η σύγκρουση ανάμεσα στη φιλελεύθερη δημοκρατία και τον εθνολαϊκισμό έχει αποκτήσει παγκόσμιες διαστάσεις. Η τοποθέτηση του Βανς εντάσσεται και σε αυτή την αντιπαράθεση: η Ευρώπη κατηγορείται ότι έχει εγκαταλείψει την «ισχύ» για χάρη της «παρακμής», ότι έχει θυσιάσει την παράδοση στον βωμό της πολυπολιτισμικότητας και ότι οι δημοκρατικοί θεσμοί της έχουν καταστεί μη λειτουργικοί. Αυτό το αφήγημα, που συναντάται και στα Ακροδεξιά κόμματα της Ευρώπης, υπονομεύει τη φιλελεύθερη Δημοκρατία. Και δεν πρόκειται για μια απλή αλλαγή πολιτικής γραμμής, αλλά για μια συνολική επαναχάραξη του δυτικού κόσμου, όπου η δημοκρατία δεν είναι πλέον το αυτονόητο σημείο αναφοράς.

Και μέσα σε αυτό το πλαίσιο, η πολιτισμική αντίσταση γίνεται πιο αναγκαία από ποτέ. Η παρέμβαση της Τίλντα Σουίντον στο Βερολίνο δεν ήταν μια απλή δήλωση διαμαρτυρίας. Ήταν μια συγκροτημένη παρέμβαση, μια υπενθύμιση ότι η μάχη για τη δημοκρατία δεν δίνεται μόνο στα κοινοβούλια και στις κάλπες, αλλά και στη δημόσια σφαίρα, στις τέχνες, στην ίδια την κουλτούρα. Ο πολιτισμός έχει ιστορικά λειτουργήσει ως ανάχωμα απέναντι στον αυταρχισμό, είτε μέσα από την τέχνη είτε μέσα από τον λόγο των δημιουργών που αρνούνται να σιωπήσουν. Όμως, είναι προφανές ότι από μόνος του δεν αρκεί. Η ιστορία έχει δείξει ότι χωρίς συγκεκριμένη πολιτική δράση ακόμα και τα πιο δυνατά πολιτιστικά μηνύματα κινδυνεύουν να μείνουν ως απλές μαρτυρίες μιας εποχής που αφέθηκε να παρασυρθεί από τις αυταρχικές δυνάμεις. Ο πολιτισμός μπορεί να δείξει τον δρόμο, αλλά δεν μπορεί να τον περάσει μόνος του.

Γιατί σήμερα, το ρήγμα της Ιστορίας στο οποίο βρίσκεται η Ευρώπη δεν είναι κάτι αφηρημένο. Είναι συγκεκριμένο και γεμάτο κινδύνους. Οι γερμανικές εκλογές, η μετάλλαξη των ΗΠΑ, η άνοδος της Ακροδεξιάς και η διάβρωση του φιλελεύθερου δημοκρατικού πλαισίου δεν είναι προβλήματα του μέλλοντος. Είναι η πραγματικότητα του παρόντος. Και όσο πιο γρήγορα το συνειδητοποιήσουμε, τόσο καλύτερα θα είναι. Το Βερολίνο, με την ιστορία του ως πεδίο καταστροφής αλλά και αναγέννησης, λειτουργεί συμβολικά και σε αυτή την ιστορική περίσταση ως μια διαρκής υπενθύμιση. Η Ιστορία δεν είναι μια ευθεία γραμμή προόδου. Είναι μια αρένα όπου σε κάθε εποχή καλείται να δώσει τις δικές της μάχες. Και η μάχη αυτή μόλις ξεκίνησε.

(Ο Ηλίας Τσαουσάκης είναι Πολιτικός επιστήμονας, σύμβουλος στρατηγικής και επικοινωνίας)

#ΕΚΛΟΓΕΣ_ΓΕΡΜΑΝΙΑ #ΓΕΡΜΑΝΙΚΕΣ_ΕΚΛΟΓΕΣ #ΓΕΡΜΑΝΙΑ
Keywords
Τυχαία Θέματα
Ευρώπη, Δημοκρατία,evropi, dimokratia