Η πραγματική προστασία για τους εργαζομένους είναι να δημιουργούνται νέες δουλειές

Με τον νόμο «Ρύθμιση οφειλών προς τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης, τη Φορολογική Διοίκηση […] ενίσχυση της προστασίας των εργαζοµένων και άλλες διατάξεις», η Κυβέρνηση ψήφισε μία από τις πιο ανατρεπτικές διατάξεις που έχουμε δει τα τελευταία χρόνια στην Ελληνική νομοθεσία!

Συγκεκριμένα, στο άρθρο 48 του νόμου, εισάγεται στο Ελληνικό Δίκαιο η υποχρέωση επίκλησης από τον εργοδότη βάσιμου λόγου για την καταγγελία συμβάσεως εργασίας αορίστου χρόνου. Η ρύθμιση κάνει αναφορά στον Αναθεωρημένο Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Χάρτη, και συγκεκριμένα στο άρθρο 24 αυτού, που έχει κυρωθεί με νόμο από το 2016.

Το άρθρο 24 του Αναθεωρημένου Χάρτη, όντως προβλέπει το δικαίωμα των εργαζομένων να μην λύεται η σύμβασή τους χωρίς βάσιμο λόγο, που σχετίζεται με τους ιδίους ή τις ανάγκες της επιχείρησης, και την αποζημίωση σε περίπτωση μη αιτιολογημένης απόλυσης.

Οι παρατηρήσεις που μπορούμε να κάνουμε είναι πολλές.

Πρώτον, η νέα ρύθμιση φέρνει τα πάνω κάτω στην εργατική νομοθεσία όπως εφαρμόζεται μέχρι τώρα. Στο εξής, οι εργοδότες θα πρέπει να βρίσκουν λόγους απόλυσης που να είναι νομικώς βάσιμοι, υπό τον φόβο δυσμενούς κρίσης σε κάποιο δικαστήριο, και άρα της ανάγκης καταβολής μισθών υπερημερίας και επαναπρόσληψης του εργαζομένου. Το πιο πιθανό είναι, ειδικά για τις μικρότερες εταιρείες που δεν έχουν την ανάλογη νομική υποστήριξη, να σταματήσουν να προσλαμβάνουν υπαλλήλους αορίστου χρόνου! Αντί να ενισχύεται η εργατική νομοθεσία, επεκτείνεται η εργασιακή ανασφάλεια.

Δεύτερον, αναμένεται η αύξηση των υποθέσεων απόλυσης που θα καταλήγουν στα δικαστήρια. Αυτό βεβαίως οδηγεί στην αύξηση του όγκου των υποθέσεων των δικαστηρίων, με ό,τι αυτό συνεπάγεται σε καθυστερήσεις και κόστος για το Δημόσιο και για τους πολίτες, Δεν υπάρχει όργανο που θα αξιολογεί την νομική βασιμότητα των λόγων απόλυσης και θα καταλήγουν όλοι στο δικαστήριο. Η γραφειοκρατία, αντί να μειώνεται, αυξάνεται, και μαζί της αυξάνεται και ο κρατισμός, καθώς η νέα ρύθμιση ουσιαστικά περνά το μήνυμα στους πολίτες ότι το κράτος είναι εδώ για να τους προστατέψει απέναντι στον αυθαιρετούντα επιχειρηματία. Αντί δηλαδή να απαλλαγούμε τελικώς από το μακρύ χέρι του κράτους, το επεκτείνουμε ακόμη περισσότερο. Αυτό όμως αποτελεί και την μεγάλη παγίδα, που εμποδίζει την ουσιαστική ανάπτυξη και την δημιουργία θέσεων εργασίας.

Μέχρι τώρα στην Ελλάδα υπήρχε το δικαίωμα αναιτιολόγητης απόλυσης. Η αποζημίωση απόλυσης που έπαιρνε ο εργαζόμενος ουσιαστικά αποτελούσε ένα είδος στήριξης του απολυμένου μέχρι να ξαναβρεί δουλειά. Η νέα ρύθμιση όπως φαίνεται, προϋποθέτει την συνήθη αποζημίωση απόλυσης και την «επαρκή αποζημίωση ή άλλη κατάλληλη επανόρθωση» σε περίπτωση αβάσιμης καταγγελίας σύμβασης – αφού δηλαδή η υπόθεση τελεσιδικήσει στα δικαστήρια.

Για περίπου τρία χρόνια (από την ψήφιση της κύρωσης της Αναθεωρημένης Σύμβασης, έως σήμερα) τα δύο συστήματα, αν και απολύτως ασύμβατα μεταξύ τους, ουσιαστικά συνυπήρχαν, ανεξαρτήτως αν η κύρωση από το 2016 της Αναθεωρημένων Σύμβασης, θα έπρεπε να αποτελέσει από μόνη της λόγο κατάργησης της δυνατότητας αναιτιολόγητης απόλυσης. Αυτό πρώτα από όλα δείχνει την κακονομία που ισχύει στην χώρα μας, και που δεν έχει διορθωθεί.

Όμως, δείχνει ακόμη την μαξιμαλιστική πρόθεση της παρούσας κυβέρνησης, που αναμένεται να καταλήξει εις βάρος των ιδίων των εργαζομένων: ο εργοδότης πλέον έχει να αντιμετωπίσει την συνήθη αποζημίωση και το πιθανό κόστος της δικαστικής προσφυγής – πόσο μάλλον αν τελικά δεν δικαιωθεί στο δικαστήριο. Ένας στοιχειωδώς σκεπτόμενος εργοδότης θα σκεφτεί διπλά πριν προσλάβει με σύμβαση αορίστου χρόνου…Το βασικό πρόβλημα της Ελλάδας δεν είναι οι αναιτιολόγητες απολύσεις. Το βασικό πρόβλημα είναι και παραμένει ότι δεν δημιουργούνται ποιοτικές θέσεις εργασίας. Με την ανεργία στο 18,6%, τα τελευταία χρόνια το 58% των θέσεων εργασίας που δημιουργούνται είναι μερικής απασχόλησης, ενώ ένας στους τέσσερις κερδίζει έως 500 ευρώ το μήνα.

Η διαπραγματευτική ικανότητα των εργαζομένων σε μία αγορά που έχει καταρρεύσει είναι μηδαμινή. Η προτεραιότητα της κυβέρνησης δεν θα πρέπει να είναι πώς όσοι έχουν δουλειά θα την διατηρήσουν, αλλά πώς, αυτοί που δεν έχουν, θα βρουν ευκολότερα μία καλή απασχόληση, αυξάνοντας το εισόδημά τους και ατενίζοντας το μέλλον τους με μεγαλύτερη αισιοδοξία. Για αυτό, χρειάζονται μέτρα ενίσχυσης της επιχειρηματικότητας, όπως η δραστική μείωση της εταιρικής φορολόγησης, η μείωση του μη μισθολογικού κόστους, η διευκόλυνση των αδειοδοτήσεων και η απλοποίηση των διοικητικών διαδικασιών. Και το κερασάκι στην τούρτα: Ο Αναθεωρημένος Ευρωπαϊκός Κοινωνικός Χάρτης, αναγνωρίζοντας ότι υφίστανται διαφορετικά νομικά και κοινωνικά δεδομένα στις χώρες που έχουν υπογράψει, προβλέπει την δυνατότητα για ένα κράτος να μην εφαρμόσει μέρος των δεσμεύσεων, μεταξύ των οποίων και το επίμαχο άρθρο 24. Η Κυβέρνηση, σε δύο φάσεις (2016 με την κύρωση του Χάρτη, και τώρα) επέλεξε να ανατρέψει το ισχύον εργασιακό πλαίσιο εισάγοντας μία αμφισβητούμενης αποτελεσματικότητας ρύθμιση, που θα επηρεάσει την αγορά εργασίας και την Δικαιοσύνη.Η κρίση στους αναγνώστες.

(*) Αναπληρωτής εκπρόσωπος Τύπου της ΝΔ

Οικονομολόγος με μεταπτυχιακές σπουδές στη Διοίκηση Επιχειρήσεων (ΜΒΑ), στην Τραπεζική και στον Τουρισμό, υποψήφιος διδάκτορας. Έχει διατελέσει Δήμαρχος Μελισσίων την περίοδο 2007 -2010. Υποψήφιος Βουλευτής Νέας Δημοκρατίας στον Βόρειο Τομέα Αθηνών.

Keywords
Τυχαία Θέματα
Η πραγματική προστασία για τους εργαζομένους είναι να δημιουργούνται νέες δουλειές,