Πολιτικό σκηνικό σε κινούμενη άμμο

Η αδυναμία των κομμάτων να προσφέρουν ένα συγκεκριμένο όραμα και η έλλειψη νέων προτάσεων οδηγούν σε ένα πολιτικό κενό, το οποίο με τη σειρά του τροφοδοτεί την άνοδο ακραίων φωνών και αυξάνει την απογοήτευση των πολιτών.

Η πολιτική σκηνή στην Ελλάδα βρίσκεται σε μια κατάσταση έντονης ρευστότητας, με τις πολιτικές δυνάμεις να δοκιμάζονται διαρκώς και τους πολίτες να εκφράζουν αυξανόμενη απογοήτευση. Τα αποτελέσματα

των Ευρωεκλογών του Ιουνίου, αλλά και ότι επακολούθησε σε αυτό το εξάμηνο της ρευστότητας, ανέδειξαν το βάθος της κρίσης που αντιμετωπίζει το κομματικό σύστημα, με τα κόμματα να παλεύουν να διατηρήσουν ή να ανακτήσουν τη θέση τους μέσα σε ένα κατακερματισμένο τοπίο.

Αποχή και κρίση αντιπροσώπευσης

Το ιστορικά υψηλό ποσοστό αποχής που καταγράφηκε στις πρόσφατες Ευρωεκλογές, καταδεικνύει με τον πιο ηχηρό τρόπο την αποστασιοποίηση των πολιτών από το σύστημα, με μια σημαντική μερίδα να νιώθει ότι οι υφιστάμενες πολιτικές επιλογές δεν εκφράζουν τις ανάγκες και τις ανησυχίες τους. Σε όλη την Ευρώπη, η απογοήτευση από τα παραδοσιακά κόμματα αναδεικνύει ένα γενικότερο πρόβλημα αντιπροσώπευσης. Για παράδειγμα, στη Γαλλία, οι πολίτες στρέφονται όλο και περισσότερο σε εναλλακτικές, συχνά εξτρεμιστικές ή λαϊκίστικές επιλογές, ενώ στη Γερμανία, η άνοδος της AfD (Εναλλακτική για τη Γερμανία) καταδεικνύει τη στροφή προς τα ακραία συντηρητικά και εθνικιστικά πολιτικά αφηγήματα.

Ο κατακερματισμός του κομματικού συστήματος

Στην Ελλάδα, η κρίση αυτή γίνεται ακόμα εντονότερη λόγω των κοινωνικών και οικονομικών επιπτώσεων της δεκαετίας του 2010 και του εκλογικού σεισμού του 2012, που αποδιοργάνωσε το προμνημονιακό κομματικό σύστημα. με τους πολίτες να έχουν απογοητευτεί βαθιά από τα κόμματα, τα οποία θεωρούν μέρος μιας παρατεταμένης κρίσης. Το κομματικό σύστημα συνεχίζει να είναι διασπασμένο, με έναν κυρίαρχο πόλο εξουσίας, τη Νέα Δημοκρατία, με εσωτερικές κρίσεις και νέες πολιτικές δυνάμεις να αλλάζουν συνεχώς το τοπίο. Η υπόθεση του 2019, ότι ο δικομματισμός θα επανασυσταθεί σε μια νέα του μορφή, δεν επαληθεύθηκε.

Η εύθραυστη σταθερότητα της Νέας Δημοκρατίας

Μέσα σε αυτό το ασταθές περιβάλλον, η Νέα Δημοκρατία διατηρεί την κυριαρχία της στο πολιτικό σκηνικό, αλλά η σταθερότητά της είναι ευάλωτη, αντιμετωπίζοντας σημαντικές προκλήσεις τόσο από εξωτερικές πιέσεις όσο και από μικρές σε έκταση στην παρούσα φάση εσωτερικές εντάσεις. Η άνοδος των ακροδεξιών κομμάτων, υπογραμμίζει την τάση των πιο συντηρητικών ψηφοφόρων να αναζητήσουν πολιτικές δυνάμεις που εστιάζουν έντονα σε ζητήματα εθνικής ταυτότητας, εξωτερικής πολιτικής, μεταναστευτικού και κριτικής προς την Ε.Ε. Αυτή η μετακίνηση αποκαλύπτει τη δυσκολία της ΝΔ να συγκρατήσει τη δεξιά πτέρυγα του εκλογικού της σώματος, ενώ ταυτόχρονα να διατηρεί την – σωστή - στρατηγική ανάπτυξης στον κεντρώο χώρο. Ταυτόχρονα, η ΝΔ βρίσκεται υπό συνεχή πίεση σχετικά με την οικονομική πολιτική και το ζήτημα της ακρίβειας. Σε αυτό το περιβάλλον, η διατήρηση της κοινωνικής συνοχής είναι κρίσιμη για τη ΝΔ, καθώς οποιαδήποτε περαιτέρω αποδυνάμωση της δημοτικότητάς της θα μπορούσε να ενισχύσει τις φυγόκεντρες δυνάμεις και την άνοδο των αντιπολιτευτικών φωνών κυρίως στον χώρο της Δεξιάς. Αυτές οι προκλήσεις καθιστούν σαφές ότι η Νέα Δημοκρατία, αν και φαινομενικά κυρίαρχη, πρέπει να διατηρεί έναν συνεχή ρυθμό προσαρμογής στις κοινωνικές και οικονομικές μεταβολές. Σε μια εποχή πολιτικής ρευστότητας, η ανάγκη για μια συνεκτική πολιτική ταυτότητα, είναι μεγαλύτερη από ποτέ, αν θέλει να διατηρήσει τη θέση της στην κορυφή της πολιτικής σκηνής.

ΠΑΣΟΚ, άλλη μια ευκαιρία

Το ΠΑΣΟΚ μετά την επανεκλογή του Ν. Ανδρουλάκη στην προεδρία του κόμματος, βρίσκεται σε ένα δύσκολο σταυροδρόμι, προσπαθώντας να επαναπροσδιορίσει τη θέση του και να ανακτήσει τη δυναμική του. Με την παραδοσιακή βάση του να έχει συρρικνωθεί μετά την οικονομική κρίση, το ΠΑΣΟΚ προσπαθεί να δημιουργήσει μια νέα πολιτική ταυτότητα που να ανταποκρίνεται στις σημερινές κοινωνικές ανάγκες. Ωστόσο, αντιμετωπίζει σημαντικές προκλήσεις: αφενός, να επανέλθει ως βασικός πόλος αντιπολίτευσης, αφετέρου, να διαφοροποιηθεί τόσο από τη Νέα Δημοκρατία όσο και από τον ΣΥΡΙΖΑ, προβάλλοντας μια σύγχρονη, κοινωνικά ευαίσθητη και ρεαλιστική παράλληλα ατζέντα. Το ΠΑΣΟΚ βρίσκεται αντιμέτωπο με την πρόκληση να πείσει ένα κοινό που έχει απογοητευτεί από τις παραδοσιακές επιλογές. Χωρίς μια σαφή στρατηγική και δίχως ισχυρή επικοινωνία, η προσπάθειά να εδραιώσει τη θέση του ως μια σύγχρονη σοσιαλδημοκρατική δύναμη θα αντιμετωπίσει εξακολουθητικά δυσκολίες.

Το τέλος του ΣΥΡΙΖΑ

Ήδη από τις εθνικές εκλογές του 2023, βιώνουμε το παρατεταμένο τέλος του ΣΥΡΙΖΑ, τουλάχιστον με τη μορφή που τον γνωρίζαμε μέχρι τότε. Μιλάμε για μια πολιτική αποσάθρωση, που όμοια της, τουλάχιστον στα μεταπολιτευτικά χρόνια, δεν έχει υπάρξει. Τα γεγονότα του Σαββατοκύριακου, δίνουν έναν τραγελαφικό χαρακτήρα που δεν ταιριάζει σε κόμμα που έχει κυβερνήσει τη χώρα. Η περίοδος Κασσελάκη, ήταν το σύμπτωμα μιας βαθύτερης, δομικής κρίσης, που τα αίτια της θα πρέπει να αναζητηθούν από όσους και όσες ακόμα ενδιαφέρονται για τον συγκεκριμένο χώρο και την υστεροφημία του.

Η Αριστερά και οι αποχρώσεις της

Το ΚΚΕ διατηρεί τη σταθερή παρουσία του, παραμένοντας πιστό στις ιδεολογικές του αρχές, αλλά κλειστό και φοβικό σε όποιο άνοιγμα σε ευρύτερα κοινά. Ενώ η βάση του κόμματος παραμένει σχετικά σταθερή, η αδιαπραγμάτευτη στάση του σε θέματα συνεργασιών και η απόρριψη συμμετοχής σε κυβερνητικούς σχηματισμούς περιορίζουν τη δυνατότητά του να διαδραματίσει έναν πιο ενεργό ρόλο στην κεντρική πολιτική σκηνή.

Η Πλεύση Ελευθερίας κερδίζει από την κρίση του ΣΥΡΙΖΑ και παράλληλα προσπαθεί να προσελκύσει ψηφοφόρους που νιώθουν «προδομένοι» από το πολιτικό σύστημα και αναζητούν μια ριζοσπαστική επιλογή αποτελώντας έτσι μια δεξαμενή δυσαρεστημένων ψηφοφόρων που καταφέρνει να αλιεύει από ευρύτερα ακροατήρια. Το ΜέΡΑ25, έχει εδραιώσει την ταυτότητά ως ένα κόμμα που προτείνει ριζοσπαστικές λύσεις, κυρίως σε θέματα οικονομικής πολιτικής, εστιάζοντας σε μια ατζέντα με αναφορές στην αντιμνημονιακή εποχή. Ωστόσο, η ρητορική του αντιμετωπίζεται ως αμφιλεγόμενη και η εκλογική του βάση παραμένει περιορισμένη. Τέλος η Νέα Αριστερά, αν και προσπαθεί να δημιουργήσει μια νέα ταυτότητα με διακριτά χαρακτηριστικά, δεν έχει καταφέρει μέχρι στιγμής να κερδίσει ευρεία αποδοχή, παραμένοντας ένα θραύσμα του ΣΥΡΙΖΑ. Η αδυναμία της να καθορίσει σαφή στρατηγική και να ξεχωρίσει από τον ΣΥΡΙΖΑ, δυσχεραίνει την πορεία της.

Οι αποχρώσεις του γκρι και η άνοδος της Ακροδεξιάς

Η ακροδεξιά συνεχίζει να κερδίζει έδαφος όπως αναφέρθηκε και στην αρχή, με κόμματα όπως η Ελληνική Λύση του Κυριάκου Βελόπουλου ή η Νίκη του Δημήτρη Νατσιού και νέες παρουσίες όπως η Αφροδίτη Λατινοπούλου να ενισχύουν τη θέση τους. Οι δυνάμεις αυτές, με διαφορές μεταξύ τους, χωρίς ομοιογενή χαρακτηριστικά, στηρίζονται στην έντονη κριτική σε θέματα ταυτότητας και παράδοσης, κερδίζοντας την υποστήριξη από ένα κοινό που απογοητεύεται από τον κεντρογενή προσανατολισμό της Νέας Δημοκρατίας. Η άνοδος των ακροδεξιών δυνάμεων υποδηλώνει την αυξανόμενη σημασία της ταυτότητας και της εθνικής κυριαρχίας στον πολιτικό διάλογο. Αυτό που λείπει από τον συγκεκριμένο χώρο, είναι η φυσική ηγεσία που θα καταφέρει να λειτουργήσει συσπειρωτικά.

Η κρίση του πολιτικού συστήματος και η αναζήτηση μιας νέας κατεύθυνσης

Η εικόνα του σημερινού πολιτικού τοπίου στην Ελλάδα δεν αποτελεί απλώς μια κρίση κομμάτων ή μια προσωρινή δυσλειτουργία του πολιτικού συστήματος. Η αδυναμία των κομμάτων να προσφέρουν ένα συγκεκριμένο όραμα και η έλλειψη νέων προτάσεων οδηγούν σε ένα πολιτικό κενό, το οποίο με τη σειρά του τροφοδοτεί την άνοδο ακραίων φωνών και αυξάνει την απογοήτευση των πολιτών. Το αυξημένο ποσοστό αποχής και η πολυδιάσπαση του πολιτικού τοπίου αποκαλύπτουν την κρίση εκπροσώπησης. Οι πολίτες δεν πείθονται πλέον από τα ίδια πολιτικά αφηγήματα που κάποτε κυριαρχούσαν. Ο ψηφοφόρος πλέον αναζητά κάτι περισσότερο: καθαρό πολιτικό λόγο, καινοτόμες και ρεαλιστικές προτάσεις, θεσμική διαφάνεια, και ένα μοντέλο διακυβέρνησης που να ανταποκρίνεται στις προκλήσεις του 21ου αιώνα. Η Ελλάδα, μέσα από τα δύσκολα χρόνια που ακολούθησαν την οικονομική κρίση, αναζητά νέα αφηγήματα. Η πολιτική ρευστότητα που παρατηρούμε αποτελεί προοίμιο ενός αργόσυρτου πολιτικού μετασχηματισμού. Τα κόμματα καλούνται να επανεφεύρουν τους εαυτούς τους ή να ρισκάρουν να περιθωριοποιηθούν από το πολιτικό σύστημα. Η αποτυχία τους να κινητοποιήσουν νέες ιδέες και να συνδεθούν με τις πραγματικές ανάγκες των πολιτών μπορεί να ανοίξει το δρόμο σε λαϊκίστικές και αντισυστημικές δυνάμεις, με απρόβλεπτες συνέπειες για την κοινωνική συνοχή. Οι επόμενες εκλογικές αναμετρήσεις θα αποτελέσουν κρίσιμη δοκιμασία: θα αναδειχθεί το πολιτικό σύστημα ικανό να ανανεώσει το κοινωνικό συμβόλαιο με τους πολίτες ή θα δούμε μια περαιτέρω αποσταθεροποίηση του κομματικού συστήματος; Σε κάθε περίπτωση, το πολιτικό σκηνικό της Ελλάδας βρίσκεται σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι. Το αν οι πολιτικές δυνάμεις θα καταφέρουν να δημιουργήσουν νέες προοπτικές, ικανές να εμπνεύσουν, παραμένει το πιο σημαντικό ερώτημα της εποχής.

Ηλίας Τσαουσάκης είναι Πολιτικός επιστήμονας, σύμβουλος στρατηγικής και επικοινωνίας)

#ΗΛΙΑΣ_ΤΣΑΟΥΣΑΚΗΣ
Keywords
Τυχαία Θέματα