Μελέτη ΕΚΠΑ : Ιδιαίτερα ενθαρρυντικά τα αποτελέσματα του εμβολιασμού για την ανάπτυξη ανοσίας

Περίπου τα μισά άτομα ηλικίας άνω των 85 ετών αναπτύσσουν αντισώματα μετά την πρώτη δόση του εμβολιασμού - Δεν υπάρχουν πειστικές ενδείξεις μετάδοσης του SARS-CoV-2 μέσω τροφίμων.

Εμβολιασμοί σε εγκύους

Οι εταιρείες Pfizer/BioNTech ξεκίνησαν τη διενέργεια κλινικών μελετών για να μελετήσουν την αποτελεσματικότητα και την ασφάλεια του εμβολίου τους έναντι του SARS-CoV-2 σε έγκυες γυναίκες.

 Οι πρώτες συμμετέχουσες έχουν ήδη λάβει την πρώτη δόση του εμβολίου ενώ ο στόχος της μελέτης είναι η ένταξη 4000 γυναικών παγκοσμίως. Επιπλέον, οι ερευνητές θα αξιολογήσουν ζητήματα ασφάλειας

του εμβολίου στα νεογνά των εμβολιασθέντων μητέρων, καθώς και εάν προστατευτικά αντισώματα έναντι του SARS-CoV-2 μεταφέρθηκαν από τη μητέρα στο έμβρυο μέσω του πλακούντα.

Η μελέτη είναι ιδιαίτερα σημαντική καθώς οι έγκυες γυναίκες δεν είχαν συμπεριληφθεί στις αρχικές κλινικές μελέτες των εμβολίων και αποτελούν μια πληθυσμιακή ομάδα με αυξημένο κίνδυνο επιπλοκών και σοβαρής νόσου COVID-19.

Προκαταρκτικά αποτελέσματα

Μελέτη του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών για την ανάπτυξη προστατευτικών εξουδετερωτικών αντισωμάτων σε διάφορες ηλικίες μετά από εμβολιασμό έναντι του κορωνοϊού έδειξε ότι περίπου τα μισά άτομα ηλικίας άνω των 85 ετών αναπτύσσουν αντισώματα μετά την πρώτη δόση του εμβολιασμού.

Ποσοστό άνω του 90% των εμβολιασθέντων με ηλικία 25-67 έτη παράγει εξουδετερωτικά αντισώματα έναντι του κορωνοϊού πριν τη δεύτερη δόση του εμβολίου των εταιρειών Pfizer/BioNTech. Το σύνολο σχεδόν των εμβολιασθέντων σε αυτήν την ηλικιακή ομάδα παράγει πολύ υψηλούς τίτλους προστατευτικών εξουδετερωτικών αντισωμάτων μετά τη δεύτερη δόση του εμβολίου. Σε ηλικίες μεγαλύτερες των 85 ετών το ποσοστό των εμβολιασθέντων που παράγουν εξουδετερωτικα αντισώματα έναντι του ιού SARS-CoV-2 πριν τη δεύτερη δόση του εμβολίου ανέρχεται σε 45%.

Ευρήματα

 Τα άτομα όλων των ηλικιών αλλά κυρίως η ηλικιακή ομάδα άνω των 85 ετών θα πρέπει να συνεχίσει τα μέτρα προστασίας έναντι του κορωνοϊου σύμφωνα με τις οδηγίες του Υπουργείου Υγείας και του ΕΟΔΥ μέχρι να λάβουν σύμφωνα με τα προγραμματισμένα ραντεβού και τη δεύτερη του εμβολίου. Δηλαδή, ένα σημαντικό ποσοστό ατόμων ηλικίας άνω των 85 ετών δεν προστατεύονται ικανοποιητικά μόνο με την πρώτη δόση του εμβολίου.Η δεύτερη δόση του εμβολίου είναι απαραίτητη για όλες τις ηλικιακές ομάδες, αλλά κυρίως για τους πιο ηλικιωμένους συμπολίτες μας.

Οι μετρήσεις των αντισωμάτων γίνονται στα εργαστήρια του Τμήματος Βιολογίας του ΕΚΠΑ (υπεύθυνος Καθηγητής, Ιωάννης Τρουγκάκος) και του Τμήματος Βιοχημείας του Νοσοκομείου Παίδων «Αγία Σοφία» (υπεύθυνος Διευθυντής, Ιωάννης Παπασωτηρίου). Οι μετρήσεις των υποπληθυσμών των Τ- και Β- λεμφοκυττάρων θα γίνουν στο εργαστήριο Κυτταρομετρίας Ροής του Τμήματος Βιολογίας του ΕΚΠΑ (υπεύθυνη Καθηγήτρια Ουρανία Τσιτσιλώνη) και στο εργαστήριο της Θεραπευτικής Κλινικής του ΕΚΠΑ (υπεύθυνος Καθηγητής Ευάγγελος Τέρπος). Η μέτρηση των κυτταροκινών θα γίνει στο Εθνικό Ίδρυμα Μελέτης Καρκίνου, Τμήμα Ανθρωπίνων Ρετροϊών (National Cancer Institute, Human Retrovirus Section) των ΗΠΑ (Υπεύθυνος Καθηγητής, Γιώργος Παυλάκης).

 Μετάδοση του SARS-CoV-2 μέσω των τροφίμων - FDA

Στις 18/02/21, ο Οργανισμός Τροφίμων και Φαρμάκων των ΗΠΑ (FDA) εξέδωσε ανακοίνωση σύμφωνα με την οποία σημειώνει ότι δεν υπάρχουν πειστικές ενδείξεις μετάδοσης του SARS-CoV-2 μέσω τροφίμων ή συσκευασιών τροφίμων. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να σημειωθεί ότι η νόσος COVID-19 είναι μια αναπνευστική ασθένεια που μεταδίδεται από άτομο σε άτομο, σε αντίθεση με τους ιούς που μεταδίδονται με τα τρόφιμα ή το γαστρεντερικό σύστημα, όπως ο νοροϊός και η ηπατίτιδα Α. Παρόλο που υπάρχουν κάποιες αναφορές για την ανίχνευση του SARS-CoV-2 σε τρόφιμα και συσκευασίες, οι περισσότερες μελέτες επικεντρώνονται κυρίως στην ανίχνευση του γενετικού αποτυπώματος του ιού και όχι σε στοιχεία μετάδοσης του ιού που οδηγούν σε μόλυνση. Δεδομένου ότι ο αριθμός των σωματιδίων του ιού που θα μπορούσαν θεωρητικά να συλλεχθούν αγγίζοντας μια επιφάνεια με τα χέρια θα ήταν πολύ μικρός και η ποσότητα που απαιτείται για μόλυνση μέσω εισπνοής από το στόμα θα ήταν πολύ υψηλή, η πιθανότητα μόλυνσης αγγίζοντας την επιφάνεια μιας συσκευασίας τροφίμων ή καταναλώνοντας τρόφιμα θεωρείται εξαιρετικά χαμηλή. Επιπλέον, ένα έτος από την εμφάνιση της πανδημίας COVID-19 δεν υπάρχουν επιδημιολογικές ενδείξεις εξάρσεων κρουσμάτων COVID-19 με πηγή την τροφική αλυσίδα.

 

Keywords
Τυχαία Θέματα