Μέσος μισθός 1.342 ευρώ

Ο πραγματικός καθαρός μέσος μισθός το 2024 ήταν 885 ευρώ, όταν το 2020 ήταν 839 ευρώ. Δηλαδή την περίοδο 2020-2024 η πραγματική αγοραστική δύναμη του μέσου μισθού αυξήθηκε κατά 46 ευρώ. Αν αποπληθωρίσουμε τον μέσο καθαρό μισθό του 2024 με βάση τον δείκτη τιμών των τροφίμων, τότε ο πραγματικός καθαρός μέσος μισθός το 2024 ήταν 799 ευρώ.

Πριν λίγες ημέρες το Υπουργείο Εργασίας & Κοινωνικής Ασφάλισης δημοσιοποίησε, μέσω του πληροφοριακού συστήματος «ΕΡΓΑΝΗ», τα αποτελέσματα της ηλεκτρονικής καταγραφής του συνόλου των επιχειρήσεων και των εργαζομένων/μισθωτών

σχετικά με την εξαρτημένη εργασία ιδιωτικού δικαίου για το 2024. Με αφορμή τη δημοσίευση αυτή, εκπρόσωποι της κυβέρνησης εξέφρασαν τη μεγάλη τους ικανοποίηση που ο μέσος ακαθάριστος μισθός αυξήθηκε στα 1.342 ευρώ. Αυτή η αύξηση παρουσιάστηκε, μαζί με τη μείωση της ανεργίας, ως μια ένδειξη της επιτυχίας της οικονομικής πολιτικής της κυβέρνησης, η οποία μπορεί πλέον ρεαλιστικά να προσδοκά την επίτευξη των στόχων της για έναν μέσο μισθό 1.500 ευρώ και για έναν κατώτατο μισθό 950 ευρώ το (εκλογικό) έτος 2027, όταν θα επικοινωνεί το αφήγημα της εκπλήρωσης των, από το 2023, δεσμεύσεών της απέναντι στους Έλληνες πολίτες, εργαζομένους, ψηφοφόρους.

Το αφήγημα αυτό αποκαλύπτει μια επιπόλαιη κατανόηση για το τι συμβαίνει στην αγορά εργασίας. Παραβλέπει πολλά, αν όχι όλα, από όσα έχουν αλλάξει τις τελευταίες σχεδόν δύο δεκαετίες στις αντιλήψεις της επιστημονικής κοινότητας και των διεθνών οργανισμών, π.χ. ΟΗΕ, ΟΟΣΑ, ΔΟΕ, και κυρίως το γεγονός ότι έχει αναγνωριστεί η ανάγκη ενσωμάτωσης στη χάραξη πολιτικής δεικτών που υπερβαίνουν τους παραδοσιακούς συμβατικούς δείκτες της αγοράς εργασίας. Οι νέες αντιλήψεις θεωρούν την ποιότητα των θέσεων εργασίας ως έναν από τους ισχυρότερους καθοριστικούς παράγοντες της ευημερίας των εργαζομένων, της βελτίωσης της παραγωγικότητας, των μακροοικονομικών επιδόσεων και της ενίσχυσης της συμμετοχής στο εργατικό δυναμικό. Η ποιότητα των θέσεων εργασίας γίνεται κατανοητή ως μια έννοια πολυδιάστατη που ορίζεται από α) την ποιότητα των αποδοχών, δηλαδή το εάν οι μισθοί επαρκούν για την αξιοπρεπή διαβίωση των εργαζομένων και των νοικοκυριών στα οποία ζουν, β) την ασφάλεια στην αγορά εργασίας και γ) την ποιότητα του εργασιακού περιβάλλοντος. Επιπλέον, η έννοια της ποιότητας της εργασίας εκλαμβάνεται ως αναπόσπαστο μέρος της ευρύτερης ατζέντας βιώσιμης ευημερίας και προώθησης της ανάπτυξης χωρίς αποκλεισμούς.

Στο πλαίσιο αυτό, κάθε αφήγημα για την αγορά εργασίας που δεν αξιολογεί τη συνδυαστική πρόοδο στην προώθηση των τριών αυτών διαστάσεων της ποιότητας της εργασίας στην Ελλάδα είναι τουλάχιστον ανεπαρκές. Η έμφαση στον μέσο μισθό και στο ποσοστό της ανεργίας είναι αποσπασματική. Ωστόσο, και η εστίαση στον μέσο μισθό των 1.342 ευρώ έχει τα δικά της προβλήματα.

Πράγματι, σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία του συστήματος «ΕΡΓΑΝΗ», ο μέσος ακαθάριστος μισθός το 2024 ήταν 1.342 ευρώ, από 1.251 ευρώ το 2023, δηλαδή σημειώθηκε μια αύξηση 91 ευρώ. Όμως, το μηνιαίο διαθέσιμο εισόδημα των μισθωτών προσδιορίζεται από τον καθαρό μισθό τους. Ο μέσος καθαρός ονομαστικός μισθός (δηλαδή χωρίς εισφορές και φόρους) ήταν 1.044 ευρώ το 2024, από 984 ευρώ το 2023, δηλαδή υψηλότερος κατά 60 ευρώ. Η στατιστική ανάλυση γίνεται πιο ενδιαφέρουσα εάν μετρήσουμε την πραγματική αγοραστική δύναμη του καθαρού μέσου ονομαστικού μισθού του 2024. Η αγοραστική δύναμη του καθαρού μισθού που λαμβάνει υπόψη τη μεταβολή των τιμών καθορίζει τις συνθήκες αξιοπρεπούς διαβίωσης των ίδιων των εργαζομένων και των οικογενειών τους. Ως έτος βάσης για τον υπολογισμό της αγοραστικής δύναμης του μέσου καθαρού μισθού του 2024 επιλέγουμε το 2020, δηλαδή το έτος που προηγήθηκε της πληθωριστικής επιδρομής στο διαθέσιμο εισόδημα των εργαζομένων. Με βάση τον Γενικό Δείκτη Τιμών Καταναλωτή, ο πραγματικός καθαρός μέσος μισθός το 2024 ήταν 885 ευρώ, όταν το 2020 ήταν 839 ευρώ. Δηλαδή την περίοδο 2020-2024 η πραγματική αγοραστική δύναμη του μέσου μισθού αυξήθηκε κατά 46 ευρώ. Αν αποπληθωρίσουμε τον μέσο καθαρό μισθό του 2024 με βάση τον δείκτη τιμών των τροφίμων, τότε ο πραγματικός καθαρός μέσος μισθός το 2024 ήταν 799 ευρώ.

Στο σημείο αυτό θα ήταν χρήσιμο να προσθέσουμε λίγα ακόμη στατιστικά στοιχεία. Το 2023 το 28,5% των Ελλήνων ζούσε σε νοικοκυριά στα οποία το στεγαστικό κόστος υπερέβαινε το 40% του διαθέσιμου εισοδήματός τους. Το ίδιο έτος το ποσοστό του διαθέσιμου εισοδήματος που δαπανούσαν τα μονοπρόσωπα νοικοκυριά για να ανταποκριθούν στις ανάγκες στέγασής τους ανερχόταν στο 50,4%. Τα τετραμελή νοικοκυριά με δύο ενήλικες και δύο παιδιά δαπανούσαν για την κάλυψη του κόστους στέγασης το 35,5% του διαθέσιμου εισοδήματός τους.

Η στατιστική επεξεργασία των στοιχείων του συστήματος «ΕΡΓΑΝΗ» 2024 γίνεται ακόμη πιο ενδιαφέρουσα για την αξιολόγηση του αφηγήματος της κυβέρνησης αν λάβουμε υπόψη το γεγονός ότι το 72% των εργαζομένων αμείβεται κάτω από τον μέσο ακαθάριστο μισθό των 1.342 ευρώ, δηλαδή η πραγματική αγοραστική τους δύναμη είναι ακόμη πιο χαμηλή από τα προαναφερόμενα ευρήματα. Το 46,3% των εργαζομένων αμείβεται με μισθό κάτω από 1.000 ευρώ ακαθάριστα και το 65,7 % κάτω από 1.200 ευρώ ακαθάριστα.

Είναι ο μέσος ακαθάριστος μισθός των 1.342 ευρώ επαρκής για να ικανοποιήσει το πρώτο κριτήριο της μέτρησης της ποιότητας της εργασίας στην Ελλάδα, δηλαδή την αξιοπρεπή διαβίωση των εργαζομένων; Είναι μια ένδειξη επιτυχημένης οικονομικής πολιτικής και ενός βιώσιμου υποδείγματος ανάπτυξης; Φοβάμαι ότι οι απαντήσεις στα ερωτήματα αυτά δεν μπορούν σε καμία περίπτωση να είναι θετικές. Αντίθετα, ο μέσος ακαθάριστος μισθός των 1.342 ευρώ είναι μια από τις αιτίες της οικονομικής δυσφορίας των ελληνικών νοικοκυριών, όπως αυτή αποτυπώνεται σε όλες τις δημοσκοπήσεις, του επαγγελματικού αδιεξόδου των νέων και του δημογραφικού μας προβλήματος.

Όμως, το να διακηρύσσουμε με θέρμη τον μέσο ακαθάριστο μισθό των 1.342 ευρώ ως ένδειξη επιτυχίας έχει ένα επιπλέον, πιθανά πιο αρνητικό, αποτέλεσμα. Υπάρχουν πολλές σημαντικές διεθνείς δημοσιεύσεις και αναλύσεις που υποστηρίζουν ότι η αποτελεσματικότητα της ασκούμενης οικονομικής πολιτικής κρίνεται από το τι οι άνθρωποι αξιολογούν ως επιτυχία της οικονομίας για τη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου του νοικοκυριού τους. Σε αντίθεση, οι κυβερνήσεις επικεντρώνονται επικοινωνιακά πάνω σε στατιστικά μεγέθη που δεν αποτυπώνουν το βιοτικό επίπεδο των νοικοκυριών και εξυπηρετούν μόνο το αφήγημα για την επιτυχία της πολιτικής τους. Το αποτέλεσμα είναι οι προτεραιότητες και οι στόχοι της οικονομικής πολιτικής να αποσυνδέονται από τα πραγματικά οικονομικά προβλήματα των πολιτών. Η αποσύνδεση αυτή έχει πολλές αιτίες και συνέπειες. Η πιο επικίνδυνη από τις συνέπειες, που θα ήθελα να την υπογραμμίσω, είναι ότι τροφοδοτεί την άνοδο του λαϊκισμού σε βάρος της δημοκρατίας.

(Ο Γιώργος Αργείτης είναι Επιστημονικός Διευθυντής ΙΝΕ ΓΣΕΕ, Καθηγητής ΤΟΕ ΕΚΠΑ)

#ΜΙΣΘΟΣ #ΚΑΤΩΤΑΤΟΣ_ΜΙΣΘΟΣ #ΕΡΓΑΝΗ
Keywords
Τυχαία Θέματα
Μέσος, 1 342,mesos, 1 342