Νωρίτερα κατά ένα χρόνο η μείωση των ασφαλιστικών εισφορών για μισθωτούς

Νωρίτερα κατά ένα χρόνο εξετάζεται από την κυβέρνηση να ολοκληρωθεί η μείωση κατά 5 μονάδων των ασφαλιστικών εισφορών σύμφωνα με πληροφορίες. Ειδικότερα από το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης εκτιμάται ότι η μείωση των ασφαλιστικών εισφορών κατά 5 μονάδες για περίπου 1 εκατομμύριο μισθωτούς πλήρους απασχόλησης θα ολοκληρωθεί το 2022 αντί για το 2023 εφόσον καλυφθεί του δημοσιονομικό κενό των 1,4 δισ ευρώ.

Για το 2020, ο σχεδιασμός για τις ασφαλιστικές εισφορές παραμένει αμετάβλητος, καθώς τον Ιούλιο θα εφαρμοστεί μείωση των ασφαλιστικών εισφορών κατά 0,90 ποσοστιαίες μονάδες, 0,48

για τους εργοδότες και 0,42 για τους εργαζομένους.

Αυτό που εξετάζεται είναι η μείωση που ήταν προγραμματισμένη να υλοποιηθεί και να ολοκληρωθεί το 2023 τόσο για εργοδότες όσο και εργαζόμενους, να επιμεριστεί στα δύο προηγούμενα χρόνια, το 2021 και 2022 ανάλογα με τα δημοσιονομικά περιθώρια για την ελάφρυνση του μη μισθολογικού κόστους περισσότερων από 315.000 επιχειρήσεων.

Από τις μειώσεις των εισφορών θα υπάρξει άμεσα αύξηση στις αποδοχές των εργαζομένων, ενώ οι επιχειρήσεις με την ελάφρυνση που θα έχουν θα μπορούν να διαθέσουν κεφάλαια για τις εταιρείες τους και τη στήριξη της οικονομίας. Παράλληλα το μέτρο θα αποτελέσει αντικίνητρο για τον περιορισμό των ευέλικτων μορφών απασχόλησης καθώς αφορά μόνο μισθωτούς- εργαζόμενους με πλήρη απασχόληση.

Είναι χαρακτηριστικό ότι εργαζόμενος με μισθό 1.000 ευρώ μεικτά, ήτοι 842,5 ευρώ προ φόρων, θα κερδίσει από την 1η Ιουλίου 2020 4,2 ευρώ τον μήνα, ενώ ο εργοδότης 4,8 ευρώ. Στα τέλη του 2022 εφόσον έχει υλοποιηθεί το κυβερνητικό σχέδιο το ετήσιο κέρδος θα είναι 366,8 ευρώ για τον εργαζόμενο και 333,2 ευρώ για τον εργοδότη ,οπότε θα είναι μια μεγάλη ελάφρυνση σε σχέση με τη σημερινή πραγματικότητα.

Η επεξεργασία του σχεδίου σύμφωνα με πληροφορίες θα τεθεί επί τάπητος το καλοκαίρι, όταν ξεκινήσει η κατάρτιση του προϋπολογισμού του επόμενου έτους και αφού προηγουμένως υπάρξει σαφής εικόνα για τον δημοσιονομικό χώρο που θα απελευθερωθεί τα επόμενα χρόνια από τη μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων.

Η ελάφρυνση στο μη μισθολογικό κόστος θα μειωθεί συνολικά κατά 5 ποσοστιαίες μονάδες επιμερισμένο υπέρ των επιχειρήσεων κατά 2,38 μονάδες και των εργαζομένων κατά 2,62. Στο νομοσχέδιο για το ασφαλιστικό περιλαμβάνεται η μείωση των ασφαλιστικών εισφορών, μόνο για τους εργαζόμενους με συμβάσεις πλήρους απασχόλησης, το β εξάμηνο του 2020 κατά 0,90 ποσοστιαίες μονάδες.

Το 0,75 θα κοπεί από την εισφορά που καταβάλλεται σήμερα για τον κλάδο ανεργίας (ν. 2961/54, αρ. 32) και συγκεκριμένα 0,27 από την εισφορά εργαζομένου (σήμερα πληρώνει 1,83% του μισθού του και κατά συνέπεια θα μειωθεί στο 0,56%) και κατά 0,48 από την εισφορά εργοδότη (σήμερα πληρώνει 3,17% του μισθού και κατά συνέπεια θα μειωθεί στο 2,69%).

Το υπόλοιπο 0,15 της μονάδας θα μειωθεί από την εισφορά υπέρ του λογαριασμού κοινωνικής πολιτικής (τέως ΟΕΚ) που καταβάλλουν μόνο οι εργαζόμενοι (ώστε από 1/6/2020 η εισφορά υπέρ ΟΕΚ για τους εργαζομένους να οριστεί στα 0,85%).

Η εκτιμώμενη μεικτή δημοσιονομική παρέμβαση όπως έχει αποτυπωθεί και στο σχέδιο κρατικού προϋπολογισμού είναι της τάξης των 123 εκατ. ευρώ (0,06% του ΑΕΠ) χωρίς να έχουν ληφθεί υπόψη τα έσοδα από τη φορολογική διοίκηση που θα εξασφαλιστούν ετησίως λόγω μείωσης των εισφορών, αλλά ούτε οι τυχόν θετικές δημοσιονομικές επιπτώσεις που θα επέλθουν στον προϋπολογισμό.

Το αρχικό σχέδιο προέβλεπε ότι το 2021 η σωρευτική μείωση των εισφορών θα είναι της τάξεως 1,99 ποσοστιαίων μονάδων κατά 1,01 ποσοστιαίες μονάδες για τους εργοδότες και κατά 0,98 για τους εργαζομένους.

Το 2022 η μείωση είναι 3,60 ποσοστιαίες μονάδες σωρευτικά (1,57 για τους εργοδότες και 2,03 για τους εργαζομένους), ενώ το 2023 θα κλείδωνε στις 5 μονάδες, 2,38 για τους εργοδότες και 2,62 για τους εργαζομένους. Η μείωση του 2023 θα επιμεριστεί στα δύο προηγούμενα χρόνια ανάλογα με τα δημοσιονομικά περιθώρια.

Παράλληλα, πέρα από τις μειώσεις σύμφωνα με πληροφορίες, εξετάζεται να θεσπιστεί ένα σταθερό ποσό για τις εισφορές υγείας των μισθωτών, όπως θα ισχύσει για το σύνολο των μη μισθωτών (ελεύθεροι επαγγελματίες, αυτοαπασχολούμενοι και αγρότες) από τον Ιανουάριο του 2020 ανάλογα με την ασφαλιστική κατηγορία που θα επιλέξουν.

Η αλλαγή αυτή εξετάζεται να τεθεί σε ισχύ από το 2021, και θα προσμετρηθεί στη σταδιακή μείωση των εισφορών κατά 5 μονάδες έως και το β΄ εξάμηνο του 2022.

Ωστόσο, παράγοντες της κοινωνικής ασφάλισης επιμένουν ότι με την ψήφιση του ασφαλιστικού νομοσχεδίου θα δημιουργηθεί εκ νέου ζήτημα άνισης μεταχείρισης των μισθωτών και των μη μισθωτών, καθώς το ύψος των ασφαλιστικών εισφορών που καλούνται να καταβάλλουν διαφέρει σημαντικά, δημιουργώντας ανισότητες.

Αυτό μπορεί να προκαλέσει νέες προσφυγές στη δικαιοσύνη μετά την απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας ότι δεν είναι σωστό να συνδέονται οι ασφαλιστικές εισφορές με το εισόδημα. Σημειώνεται ότι το μη μισθολογικό κόστος για το βασικό πακέτο ασφάλισης ενός μισθωτού ανέρχεται στο 40,56%, επιμεριζόμενο κατά 15,75 για τον εργαζόμενο και 24,81 για τον εργοδότη.

Στον αντίποδα, εκτιμάται ότι η πρώτη μείωση των εισφορών από τον προσεχή Ιούλιο θα λειτουργήσει ανασταλτικά σε δικαστικές προσφυγές αφού αποδεικνύει ότι η κυβέρνηση προχωρά σταδιακά και συντονισμένα στον περιορισμό τους για τους μισθωτούς.

Keywords
Τυχαία Θέματα