Οι εκλογές στο ΠΑΣΟΚ ανάποδα

Ο ΣΥΡΙΖΑ από το 2019 έως το 2023 έχασε σχεδόν 14 ποσοστιαίες μονάδες και το ΠΑΣΟΚ δεν κατάφερε να απορροφήσει ούτε το ένα τρίτο αυτών των απωλειών.

Ο πρώτος γύρος των εκλογών στο ΠΑΣΟΚ αποθεώθηκε… από κοινό και κριτικούς. Διθυραμβικά δημοσιεύματα για τη διαδικασία, την αυξημένη προσέλευση, την πολιτισμένη και ήπια αντιπαράθεση. Στο δημόσιο διάλογο κυριάρχησε

σχεδόν ομόφωνος ενθουσιασμός και ενδεχομένως θα μπορούσε κάποιος να παρασυρθεί από το γενικότερο κλίμα και να συμφωνήσει, εάν όλο αυτό δεν στηριζόταν σε δύο λάθη: Στην εστίαση στα ποσοτικά και όχι στα πολιτικά δεδομένα και στην σύγκριση ανόμοιων μεγεθών.

Ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ μπορεί να έχουν μοιραστεί κοινά εκλογικά ακροατήρια, αλλά αυτό δεν τα καθιστά αντιστρόφως ανάλογα πολιτικά μεγέθη. Όποιος θεωρεί ότι μπορεί εύκολα να επαναληφθεί ένα αντίστροφο 2015 ή ότι οι ψηφοφόροι της ευρύτερης κεντροαριστεράς είναι δεδομένοι και θα ψηφίζουν πάντα κόμματα της κεντροαριστεράς, μάλλον χάνει σημαντικό τμήμα της εικόνας.

Η σύγκριση ανάμεσα στον ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ, για τις εκλογικές διαδικασίες και την εσωκομματική αντιπαράθεση, μπορεί να γεμίζει τηλεοπτικές ώρες αλλά εκεί περιορίζεται η σημασία της. Η εκτίμηση ότι το ΠΑΣΟΚ πέτυχε γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ αποτυγχάνει, αποτελεί αποσπασματικό και προβληματικό κριτήριο αξιολόγησης μίας πολιτικής διαδικασίας.

Ο ΣΥΡΙΖΑ από το 2019 έως το 2023 έχασε σχεδόν 14 ποσοστιαίες μονάδες και το ΠΑΣΟΚ, αν και είχε παρουσιαστεί (με λάθη στρατηγικής του ΣΥΡΙΖΑ αλλά και συστηματική επικοινωνιακή ενίσχυση) ως ο τρίτος πυλώνας και με ρόλο ρυθμιστικό, δεν κατάφερε να απορροφήσει ούτε το ένα τρίτο αυτών των απωλειών. Και στις ευρωεκλογές ο ΣΥΡΙΖΑ με μία μεγάλη διάσπαση, με ένα επεισοδιακό συνέδριο και με πρόεδρο τον Στέφανο Κασσελάκη, έχασε σχεδόν τρεις μονάδες και το ΠΑΣΟΚ κέρδισε μία. Αν από τις απώλειες του ΣΥΡΙΖΑ το ΠΑΣΟΚ ανακτά το 30% τότε ακόμη και η πλήρης εξαΰλωση του ΣΥΡΙΖΑ δεν θα το οδηγούσε σε ποσοστά πάνω από το 20%.

Η πολιτική προφανώς δεν καθορίζεται από τα μαθηματικά, αλλά τα μαθηματικά πολλές φορές χρησιμοποιούνται για να κατευθύνουν τα συμπεράσματα. Οι 303.000 ψηφοφόροι που το ΠΑΣΟΚ ανακοίνωσε ότι προσήλθαν στις κάλπες της περασμένης Κυριακής, είναι τεράστιος αριθμός εάν συγκριθούν με τις 150.000 που προσήλθαν στον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά πρόκειται για ανόμοια μεγέθη. Εάν η προσέλευση της περασμένης Κυριακής συγκριθεί με την αντίστοιχη του 2021,όπου ψήφισαν 271.000, τότε η αύξηση δεν εμπεριέχει κάποια αισιοδοξία.

Αλλά ακόμη και αν αποδεχθούμε ότι η προσέλευση ήταν σημαντική, είναι γεγονός ικανό να προσδώσει στο κόμμα πολιτική υπεραξία; Μάλλον όχι. Αυτό που έχει σημασία, είναι ότι τόσο ο προεκλογικός διάλογος όσο και το αποτέλεσμα του πρώτου γύρου, επιβεβαίωσαν το σημαντικό πρόβλημα του κόμματος.

Το ΠΑΣΟΚ βγαίνει από τις εκλογές προβληματισμένο αν όχι κατακερματισμένο. Κυριαρχία του Νίκου Ανδρουλάκη στην περιφέρεια. Κυριαρχία του Παύλου Γερουλάνου στην Αθήνα και την Αττική, υπεροχή Διαμαντοπούλου στη Θεσσαλονίκηκαι οριακή επικράτηση του Χάρη Δούκα στη μάχη για το δεύτερο γύρο. Με τις έντονες γεωγραφικές διαφοροποιήσεις, τον πρόεδρό του κάτω από το 30% και τρεις υποψηφίους κοντά στο 20%, αποτυπώνεται καθαρά η ανυπαρξία ικανού προσώπου να ενώσει τα γεωγραφικά αλλά και πολιτικά διεσπαρμένα κομμάτια του ΠΑΣΟΚ. Όλοι σε κάποιο βαθμό, μικρότερο ή μεγαλύτερο πλήγωσαν την εικόνα τους και δεν ανταποκρίθηκαν στις προσδοκίες.

Ο Νίκος Ανδρουλάκης, με μειωμένη επιρροή, κυριάρχησε εκεί που ελέγχει απόλυτα τους μηχανισμούς. Έχασε πανηγυρικά στην Αττική, δεν έπεισε τους ψηφοφόρους της Θεσσαλονίκης. Το χάσμα Περιφέρειας- Κέντρου παραμένει ισχυρό και είναι δύσκολο να γεφυρωθεί. Ο Χάρης Δούκας, δέχθηκε πιέσεις ισχυρότερες από αυτές που μπορούσε να αντέξει. Ο Χάρης Δούκας, κέρδισε τη Νέα Δημοκρατία και τον Κώστα Μπακογιάννη, επειδή προσέλκυσε δυνάμεις πέρα από το ΠΑΣΟΚ, όμως και με δική του ευθύνη, η σχετική συζήτηση απουσίασε πλήρως από τον προεκλογικό διάλογο. Επένδυσε στο κομματικό ακροατήριο και έχασε την ευκαιρία να εμφανιστεί ως ο ηγέτης της ευρύτερης κεντροαριστεράς.

Η Άννα Διαμαντοπούλου, απέτυχε να επιβεβαιώσει τις δημοσκοπήσεις που την έφερναν στη δεύτερη θέση. Κατάφερε όμως να ενεργοποιήσει ένα σημαντικό, αλλά όχι ικανό, αριθμό ψηφοφόρων, οι οποίοι αυτοπροσδιορίζονται ως «μεταρρυθμιστικό κέντρο». Δημιουργεί ισχυρό πόλο στο κόμμα, αλλά αυτό δεν είναι βέβαιο ότι θα ενισχύσει την προσπάθεια προσέγγισης των ψηφοφόρων που εγκατέλειψαν το ΠΑΣΟΚ. Ο μεγάλος ηττημένος της αναμέτρησης είναι ο Παύλος Γερουλάνος, ο οποίος έχασε μία μοναδική ευκαιρία. Η σοβαρότητα και η επιμονή του σε προγραμματικό λόγο, σκόνταψαν στην απουσία εύληπτου κεντρικού μηνύματος, καθυστέρησαν τους ρυθμούς της κοινωνικής απορρόφησής του και του στέρησαν για 800 ψήφους, τη δυνατότητα να διεκδικήσει την προεδρία στο δεύτερο γύρο.

Διαβάζοντας τη διαδικασία εκλογής προέδρου στο ΠΑΣΟΚ ανάποδα, με όλους τους βασικούς παράγοντες ηττημένους, οδηγούμαστε στο τελικό συμπέρασμα. Η εκλογική διαδικασία δεν κατάφερε να αναδείξει ένα πρόσωπο ικανό να ανταποκριθεί στη βασική ανάγκη της περιόδου. Δεν κατάφερε να αναδείξει το ΠΑΣΟΚ ως εναλλακτική δύναμη που μπορεί να εκφράσει ευρύτερες κοινωνικές δυνάμεις και να το επαναφέρει σε κυβερνητική τροχιά.

Ο δεύτερος γύρος, με δεδομένο το εκλογικό σώμα δεν μπορεί να αλλοιώσει το τελικό συμπέρασμα.

(Ο Κυριάκος Αργυρόπουλος είναι δημοσιογράφος)

#ΚΥΡΙΑΚΟΣ_ΑΡΓΥΡΟΠΟΥΛΟΣ
Keywords
Τυχαία Θέματα
ΠΑΣΟΚ,pasok