Οι συνεπείς δανειολήπτες πληρώνουν ακόμα μεγαλύτερο κόστος για τη συνέπειά τους

Πολλή συζήτηση γίνεται για τα κόκκινα δάνεια και για τους συμπατριώτες μας που αδυνατούν να εξυπηρετήσουν τις υποχρεώσεις τους στις τράπεζες, στο δημόσιο ή στα ασφαλιστικά ταμεία. Πολύ λιγότερη συζήτηση όμως γίνεται για εκείνους που πληρώνουν κανονικά τις υποχρεώσεις τους, για τους συνεπείς.

Εξαίρεση η χθεσινή συνάντηση του προέδρου της Νέας Δημοκρατίας Κυριάκου Μητσοτάκη με τους εκπροσώπους των συστημικών τραπεζών, με θέμα την ελάφρυνση

των συνεπών δανειοληπτών.

Πράγματι, από τα περίπου 170 δισ. ευρώ χορηγήσεων, τα μισά εξακολουθούν να είναι κανονικά εξυπηρετούμενα. Υπάρχουν δηλαδή πολλοί συμπολίτες μας, οι οποίοι με πολύ κόπο προσπαθούν να είναι συνεπείς στις υποχρεώσεις τους έναντι των τραπεζών και, μπορούμε να υποθέσουμε, έναντι του κράτους και των ασφαλιστικών ταμείων. Αυτοί παρέμεναν μέχρι χθες αόρατοι! Μάλιστα αυτοί επιβαρύνονται με υψηλότερο επιτόκιο και με υψηλότερους συντελεστές φορολογίας, προκειμένου να καλύψουν τα κενά που αφήνουν και όσοι δεν πληρώνουν.

Οι συνεπείς δανειολήπτες δεν αντιμετωπίζονται ως σύνολο, όπως τα κόκκινα δάνεια, με συνέπεια η διαπραγματευτική τους δύναμη να είναι πολύ μικρότερη όταν έρχονται να συζητήσουν ευνοϊκότερους όρους με την τράπεζά τους. Μέχρι σήμερα, με βάση τον κώδικα δεοντολογίας των τραπεζών, υπήρχε η δυνατότητα επιμήκυνσης του δανείου και προσωρινής μείωσης της δόσης, ούτως ώστε η εξυπηρέτησή του να συνεχίζεται απρόσκοπτα. Ούτε λόγος για κούρεμα ή μείωση επιτοκίου.

Παράλληλα, καθώς οι τράπεζες δεσμεύουν κεφάλαια για τις προβλέψεις ζημιών, περιορίζεται η δυνατότητα χορηγήσεων σε όσους δυνητικά θα ήταν επιλέξιμοι. Και σαν να μην έφθανε αυτό, οι ρυθμίσεις για τους υπόλοιπους στρεβλώνουν περαιτέρω την αγορά: ένας «κόκκινος» δανειολήπτης μπορεί τελικά να επιτύχει ρύθμιση ευνοϊκότερη από κάποιον που παραμένει «πράσινος». Έτσι, του παρέχεται ανταγωνιστικό πλεονέκτημα έναντι του συνεπέστερου και υγιέστερου οικονομικά!

Φαίνεται ότι, τελικώς, όσοι εξακολουθούν να ανταποκρίνονται στις υποχρεώσεις τους μέσα στην κρίση, αντιμετωπίζονται δυσμενέστερα από όσους καταλήγουν ασυνεπείς. Και αναγκάζονται να επιχειρούν σε ένα οικονομικό περιβάλλον εχθρικό: ας μην ξεχνάμε, διανύουμε τον τέταρτο χρόνο περιορισμού στην κίνηση κεφαλαίων (capital controls), εν μέρει λόγω του ύψους των τραπεζικών επισφαλειών.

Η ανάδειξη της αδικίας από τον Κυριάκο Μητσοτάκη φέρνει στο προσκήνιο τους συνεπείς δανειολήπτες. Η Νέα Δημοκρατία πρότεινε, παράλληλα με το νέο πλαίσιο για την προστασία της πρώτης κατοικίας, να ισχύσει μια εύλογη μείωση επιτοκίου για ένα σημαντικό χρονικό διάστημα, για όσους ήταν -κατά την τελευταία τριετία- συνεπείς στην αποπληρωμή των στεγαστικών δανείων.

Πράγματι, μία τέτοια ρύθμιση, στο πλαίσιο πάντα των δυνατοτήτων του τραπεζικού συστήματος, θα προσφέρει ανακούφιση σε πολλούς, ενώ θα δώσει και το μήνυμα ότι η Πολιτεία αναγνωρίζει τους κόπους τους και την συμβολή τους στην οικονομία.

Πηγαίνοντας ένα βήμα παραπέρα, θα μπορούσαμε να εξετάσουμε την δυνατότητα ανάλογης πρόβλεψης επιβράβευσης των συνεπών και από το ίδιο το κράτος και τα ασφαλιστικά ταμεία: αυτό θα μπορούσε να γίνει, για παράδειγμα, μέσω της παροχής μιας μικρής έκπτωσης στην εξόφληση του φόρου εισοδήματος για όσους τα τελευταία τρία χρόνια είναι απολύτως συνεπείς: μία προσαρμογή του μέτρου έκπτωσης για εφάπαξ εξόφληση που ίσχυε παλαιότερα και έχει καταργηθεί.

Αξίζει να εξετάσουμε και άλλες προτάσεις, όπως το «Γραφείο Πίστης»: μία υπηρεσία καταγραφής της οικονομικής συμπεριφοράς των συναλλασσομένων με τράπεζες, δημόσιο και ασφαλιστικά ταμεία. Οι συνεπείς έχουν να ωφεληθούν διπλά από ένα τέτοιο εργαλείο:

Για πρώτη φορά θα παρέχεται η δυνατότητα στους πιστωτές και το Δημόσιο να εξετάσουν την εικόνα κάθε ενδιαφερομένου ξεχωριστά και να του παράσχουν λύσεις συμβατές με την προσωπική του πιστοληπτική ικανότητα, και άρα πιθανώς ανταγωνιστικότερα επιτόκια. Έτσι, μειώνοντας την έκθεση σε επισφάλειες, απελευθερώνονται πόροι στην οικονομία.

Επιπλέον, το Γραφείο Πίστης θα συμβάλλει στη διεύρυνση των δικαιούχων τραπεζικής πίστης: με την αποτύπωση της πλήρους οικονομικής και περιουσιακής κατάστασης και της συμπεριφοράς, παρέχεται η δυνατότητα δανειοδότησης σε όσους έως τώρα βρίσκονταν εκτός της εμβελείας του τραπεζικού συστήματος, καθώς δεν ήταν εφικτή η εκτίμηση της πιστοληπτικής τους ικανότητας.

Τέλος, οι φορείς του Δημοσίου θα αποτιμούν σαφέστερα τις δυνατότητες είσπραξης των ληξιπρόθεσμων οφειλών, και άρα ορθότερα και πιο αξιόπιστα τα αναμενόμενα έσοδα.

Η δημιουργία Γραφείου Πίστης προβλέπεται στο μνημόνιο του Σύριζα από το 2016 και μέχρι και την τρίτη αξιολόγηση (Ιαν. 2018), έκτοτε έχει εξαφανιστεί. Η Κυβέρνηση, όπως ορθώς τόνισε ο Κυριάκος Μητσοτάκης, αγνοεί παντελώς το υγιές τμήμα της Ελληνικής οικονομίας.

(*) Ο κ. Γραφάκος είναι Οικονομολόγος με μεταπτυχιακές σπουδές στη Διοίκηση Επιχειρήσεων (ΜΒΑ), στην Τραπεζική και στον Τουρισμό, υποψήφιος διδάκτορας. Υποψήφιος Βουλευτής Νέας Δημοκρατίας στον Βόρειο Τομέα Αθηνών.

Keywords
Τυχαία Θέματα