Τότε που όλα κατασκευάζονταν στο χέρι…

Μια ξεχωριστή έκθεση στην Πλάκα παρουσιάζει εργαλεία πριν από τη βιομηχανική εποχή, φωτίζοντας την εργασία των ανθρώπων που τα δούλευαν με τους όρους μιας άλλης «πραγματικότητας», πολύ κοντινής, αλλά και τόσο μακρινής από τη δική μας.

Μιλούν τα εργαλεία της γεωργίας, της βιοτεχνίας, της οικοτεχνίας; Σίγουρα μιλούν! Μπορεί τα ίδια να μην έχουν φωνή αλλά μιλούν τα σημάδια της ιστορίας του κόσμου που τα δημιούργησε και του κόσμου που τα χρησιμοποίησε τα τελευταία 200 χρόνια.

Και αν δεν μπορούμε σήμερα οι νεότεροι όχι μόνο να τα φτιάξουμε αλλά ούτε καν να τα κρατήσουμε στα χέρια μας,

μπορούμε τουλάχιστον να αφουγκραστούμε την ανάγκη, τον κόπο, το συναίσθημα, τη δημιουργία ενός κόσμου μέσα και έξω από τα σύνορα του ελληνικού κράτους, σε μια εποχή που ο εργασιακός χρόνος μετριόταν με την ανατολή και τη δύση του ήλιου, με τους χειμώνες και με τα καλοκαίρια και με τις γιορτές των Αγίων.

Μια τέτοια μοναδική συλλογή που μπορεί να αφηγηθεί αληθινές ανθρώπινες ιστορίες «κρύβεται» μέσα σε ένα ροζ λιτό διώροφο κτίσμα του 19 ου αιώνα στην οδό Πανός 22 στην Πλάκα, το οποίο οι περισσότεροι από μας προσπερνάμε καθημερινά χωρίς όμως να το βλέπουμε. Πρόκειται για τη μόνιμη έκθεση με τίτλο: «Άνθρωποι και Εργαλεία. Όψεις της εργασίας στην προβιομηχανική κοινωνία», του Μουσείου Νεότερου Ελληνικού Πολιτισμού, με αντικείμενα που προέρχονται από δωρεά της Εταιρείας Λαογραφικών Μελετών.

Η έκθεση παρουσιάζει εργαλεία πριν από τη βιομηχανική εποχή και επιχειρεί να φωτίσει όψεις της εργασίας των ανθρώπων που τα δούλευαν με τους όρους μιας άλλης «πραγματικότητας», πολύ κοντινής, αλλά και τόσο μακρινής από τη δική μας. Σφυριά, φυσερά, τεράστια πριόνια για δυο ξυλοκόπους, ζυγοί, λαβίδες, σαμάρια, σβάρνες, στροφιλιές, καρφιά από επώνυμα καταστήματα της εποχής, πολλά και διαφορετικά, απλά ή σύνθετα εργαλεία δημιουργήθηκαν στην εποχή τους με τη σοφία της εμπειρίας που πέρασε από γενιά σε γενιά, τα περισσότερα κατασκευασμένα για ειδικά για συγκεκριμένες εργασίες, μαρτυρώντας το μεράκι του τεχνίτη.

Οι κατασκευαστές και οι χρήστες τους είχαν μια βαθιά συναισθηματική σχέση με τα εργαλεία τους, την οποία συχνά τη δήλωναν με σχέδια και στολίδια που χάραζαν στο ξύλο και στο σίδερο, με τη μορφή στάμπας, υπογραφής, εικόνας ή και ενός μονογράμματος. Τέτοιες ιστορίες αφηγούνται τεχνίτες της εποχής όπως ο σιδηρουργός και μαχαιράς Χρήστος Πάτσης που γεννήθηκε το 1928 στη Σκόπελο, ο χαλκουργός Παναγιώτης Καζαντζίδης που γεννήθηκε το 1895 στα Σούρμενα του Πόντου, ο ξυλουργός Κ. Θεοφάνους που γεννήθηκε το 1910 στον Πειραιά ή ο χαλκοτεχνίτης Σωκράτης Δημητρούλας που γεννήθηκε το 1899 στα Τζουμέρκα.

«Θησαυροί» σε δυο ορόφους

Τα αντικείμενα της συλλογής, περίπου 300, που βρίσκονται σε δυο ορόφους αποκτούν πολλές διαφορετικές σημασίες, μιλούν για τη θέση τους σε μια άλλη κοινωνία και γίνονται σύμβολα της εργασίας των ανθρώπων που τα δούλευαν υπό άλλες συνθήκες στην προβιομηχανική εποχή. Ποιοι ήταν οι άνθρωποι που τα χρησιμοποιούσαν; Πώς δούλευαν; Πώς ζούσαν; Πώς τους έβλεπαν οι άλλοι; Πώς έβλεπαν οι ίδιοι τον εαυτό τους; Τι σχέση έχουν με μας σήμερα;

Κείμενα, φωτογραφίες, σπάνιο αρχειακό υλικό, αυθεντικές μαρτυρίες τεχνιτών και διαδραστικά εκθέματα, δημιουργούν ένα πολυσύνθετο εκθεσιακό περιβάλλον προσφέροντας ποικίλες αναγνώσεις και ερμηνείες στον επισκέπτη.

Μέσα στο μουσείο οι επισκέπτες μαθαίνουν ότι τα εργαλεία της έκθεσης ήταν στην εποχή τους μια «κινητή περιουσία» και είχαν πραγματική αξία. Κάποιοι δούλευαν σκληρά για να τα αποκτήσουν και πολλές φορές οι τεχνίτες ταξίδευαν μακριά για να τα βρουν. Τα εργαλεία είχαν μεγάλη διάρκεια ζωής και κληροδοτούνταν από γενιά σε γενιά, βρίσκοντας ανάμεσα στα προικοσύμφωνα και τις διαθήκες και ανάμεσα σε σπίτια και χωράφια τη θέση που τους άξιζε. Ο επισκέπτης πληροφορείται για παράδειγμα, ότι σε μια εποχή που ένας διευθυντής της τράπεζας έπαιρνε 600 δρχ. το μήνα και ένας κλητήρας 60 δρχ., τα μάρμαρα και τα εργαλεία του λιθοξόου Μιχελή στη Σύρο άξιζαν 1500δρχ!

Σε ένα ιδιαίτερα ενδιαφέρον τμήμα της έκθεσης προσωπικότητες αφηγούνται την ιστορία του επωνύμου τους, όπως για παράδειγμα ο Πέτρος-Λούκας Χαλκιάς που αποκαλύπτει ότι στην οικογένειά του υπήρχαν χαλκωματάδες, ο πολιτικός Νάσος Αλευράς που μιλάει για τον έμπορο αλεύρων προπάππο του ή ο Αργύρης Μπακιρτζής που κάνει λόγο για τους σιδηρουργούς προγόνους του.

Από έναν άλλο πίνακα μαθαίνει κάποιος τη διασύνδεση τόπων και επαγγελμάτων, όπως για παράδειγμα ότι ο Τύρναβος έβγαζε ξυλογλύπτες, η Άμφισσα κουδουνάδες και το Μέτσοβο κασσελάδες. Μάλιστα, αν κάποιος ή κάποια γνωρίζει ότι ο τόπος του/της ήταν ονομαστός για κάποιο επάγγελμα παροτρύνεται να το σημειώσει σε ένα χαρτάκι που θα βρει στον χώρο και να το καρφιτσώσει σε ένα ταμπλό δίπλα από αυτόν τον πίνακα.

Αξίζει να αναφερθεί (όπως σημειώνεται στον επίσημο ιστότοπο) ότι το κτίσμα έκτασης 255 περίπου τ.μ. όπου στεγάζεται το μουσείο ανήκε κάποτε στη Μαρία Ιωαννίδου από την Αίγυπτο και πωλήθηκε το 1898 από την κληρονόμο κόρη της Μαρή Βαμβακά, στον εργολάβο δημοσίων έργων Βιδάλη Μπόρτολο, έναντι 4.500 δρχ. Το 1899 η Βιργινία Μαρτάκη, δασκάλα στο Αρσάκειο αγόρασε το σπίτι για 7.000 δρχ. και μετά τον θάνατό της κληροδοτήθηκε μαζί με όλη την περιουσία της στη Φανή Κοκκώνη, για να απαλλοτριωθεί το 1959 με Βασιλικό Διάταγμα, αποζημιώνοντας την ιδιοκτήτρια. Το κτήριο αποκαταστάθηκε από τη Διεύθυνση Πολιτιστικών Κτιρίων και Αναστήλωσης Νεότερων Μνημείων του Υπουργείου Πολιτισμού για να στεγάσει το 2009 ένα παράρτημα του Μουσείου Ελληνικής Λαϊκής Τέχνης.

*Το μουσείο είναι ανοικτό καθημερινά, εκτός Τρίτης 8:30-15:30 (είσοδος έως 15:10), ενώ την πρώτη Κυριακή κάθε μήνα, από την 1η Νοεμβρίου έως 31η Μαρτίου κάθε χρόνου, η είσοδος σε αυτό είναι ελεύθερη.

#ΕΚΘΕΣΗ #ΠΛΑΚΑ
Keywords
Τυχαία Θέματα
Τότε,tote