ΑΕΠ 2020: Έρχονται τα "μαντάτα" - Νέα μέτρα με "κόφτες"

Σήμερα αντί για τη Δευτέρα αναμένεται η ελληνική στατιστική αρχή (ΕΛΣΤΑΤ) να δημοσιοποιήσει τις καταγραφές της για την ύφεση του 2020, που αποτελεί τη «βάση» για να εκτιμηθεί η πορεία της οικονομίας το 2021 αλλά και να εξεταστεί εάν το σενάριο του προϋπολογισμού «περπατάει».

Η πεποίθηση είναι ότι η βουτιά του ΑΕΠ είναι γύρω στο 10% και πάνω εκεί θα προσμετρηθεί το πόσο επηρεάζει το παρατεταμένο lockdown

την οικονομία. Ήδη το λιανεμπόριο υπολειτουργεί από το Νοέμβριο ενώ ούτε λόγος για τουρισμό, πολιτισμό, εστίαση και αθλητισμό. Ουσιαστικά ο «πάγος» που έχει επιβληθεί στην οικονομία ή πιο σωστά σε ένα μεγάλο κομμάτι της δημιουργεί ένα έντονα αρνητικό υπόστρωμα .

Κι όλα δείχνουν ότι πανελλαδικά πλέον η οικονομία θα συνεχίσει να βρίσκεται σε καραντίνα σχεδόν για όλο το Μάρτη ανατρέποντας πλήρως τις εκτιμήσεις για το ΑΕΠ του πρώτου τριμήνου άρα και συνολικά του έτους. Πλέον η στάθμιση που γίνεται παραπέμπει σε πρόσθετο κόστος τουλάχιστον 2 δις ευρώ αν αυτή η καραντίνα παραταθεί ως τις 23 μήνα και άρα με δεδομένο ότι έχουν χαθεί ήδη δυο μήνες η ύφεση το ρώτο τρίμηνο θα είναι αρκετά παραπάνω από τις σημερινές ανακοινώσεις.

Άλλωστε όπως είπε χτες ο υπουργός Οικονομικών, Χρήστος Σταϊκούρας, μιλώντας στο συνέδριο «Fin Forum 2021, Shaping the future of banking & finance» κάθε εβδομάδα lockdown κοστίζει 750 εκατομμύρια ευρώ, ενώ το συνολικό κόστος στήριξης της κοινωνίας από τον προϋπολογισμό εκτιμάται φέτος σε 11,6 δισεκατομμύρια ευρώ, έναντι της αρχικής πρόβλεψης για 7,5 δισεκατομμυρίων, λόγω της επιμονής των αρνητικών επιδημιολογικών δεδομένων.

Ο υπουργός αναφέρθηκε στο αναγκαίο δημοσιονομικό κόστος για τη στήριξη της κοινωνίας και της πραγματικής οικονομίας. Όπως, υπογράμμισε ο ίδιος, η Ελλάδα διαθέτει τα απαραίτητα ταμειακά διαθέσιμα και το υπουργείο Οικονομικών έχει λάβει όλες τις απαραίτητες προβλέψεις και δικλείδες ασφαλείας, με διττό στόχο: πρώτον, να πιάσει τόπο η δημοσιονομική στήριξη και, δεύτερον, να μην υπάρξει κίνδυνος δημοσιονομικού εκτροχιασμού.

Ο κ. Σταϊκούρας εξήγησε η επιβάρυνση του προϋπολογισμού από τη νέα παράταση των περιοριστικών μέτρων μέχρι τις 16 Μαρτίου θα ανέλθει σε 1,2 δισ. ευρώ. Από αυτά, περίπου τα 520 εκατ. ευρώ αφορούν τη στήριξη του εμπορίου.

Τα ταμειακά διαθέσιμα της χώρας ανέρχονται σήμερα στα 34 δισ. ευρώ, δήλωσε ο υπουργός, υπογραμμίζοντας, ωστόσο, ότι οι διαθέσιμοι πόροι δεν είναι απεριόριστοι. Όμως, η σωστή διαχείριση, σε συνδυασμό με τη δυνατότητα που έχει πλέον η Ελλάδα να δανείζεται από τις αγορές, αλλά και το πλαίσιο δημοσιονομικής χαλάρωσης που έχει αποφασιστεί σε ευρωπαϊκό επίπεδο, αποτελούν τις κύριες δικλείδες ασφαλείας. Και όλα αυτά, η Ελλάδα τα έχει καταφέρει ενώ βρίσκεται σε καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας από το 2018 και δεν διαθέτει επενδυτική βαθμίδα. Η συνετή δημοσιονομική πολιτική και η ανάκτηση της αξιοπιστίας αντισταθμίζουν τους βαθμούς δυσκολίας για επιτυχείς εξόδους στις αγορές. Σύμφωνα με τον υπουργό Οικονομικών, επιπλέον «μαξιλάρι» για τους δημοσιονομικούς κραδασμούς αποτελεί το φως που διαφαίνεται για το τέλος της κρίσης από την πανδημία, με την ταχύτατη εξέλιξη του προγράμματος εμβολιασμού.

Ο κ. Σταϊκούρας σημείωσε ότι το υπουργείο Οικονομικών δεν λαμβάνει υπόψη του μόνο τις ανάγκες μέχρι τη λήξη της πανδημίας, αλλά και τις χρηματοδοτικές ανάγκες της πραγματικής οικονομίας και της κοινωνίας στη μετά-Covid εποχή.

Σε όλη αυτή την προσπάθεια συμβάλλουν οι διεθνείς αγορές, παρά την πρόσφατη αύξηση των αποδόσεων στις αγορές ομολόγων, χάρη στην ενίσχυση της αξιοπιστίας της ελληνικής οικονομίας, αλλά και οι κομβικές αποφάσεις που έχουν ληφθεί και λαμβάνονται σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

Το τρίπτυχο των μέτρων

Στο πλαίσιο αυτό μετά και τα νέα για το ΑΕΠ ήδη σχεδιάζεται η επόμενη μέρα των μέτρων που θα κινούνται σε τρεις άξονες:

1 δισ. ευρώ από την Επιστρεπτέα 7 500 εκατ. Ευρώ από την επιδότηση πάγιων δαπανών 300 εκατ. Ευρώ από την επιδότηση επιχειρηματικών δανείων

ενώ παράλληλα «τρέχουν» τα προγράμματα των Περιφερειών για τις μικρομεσαίες, το πρόγραμμα των 460 εκατ. Ευρώ για την εγγυημένη χρηματοδότηση πολύ μικρών επιχειρήσεων, ενώ φαντάζει αναπόφευκτη η παράταση και τον Απρίλιο του μέτρου των αναστολών συμβάσεων εργασίας και του «κουρέματος» των ενοικίων.

Προφανώς με το μέγεθος της ύφεσης τα χρήματα αυτά δεν καλύπτουν τις απώλειες, ειδικά ΜμΕ. Ειδικά όταν οι υποχρεώσεις σε τράπεζες και κράτος συσσωρεύονται δημιουργώντας ένα ασφυκτικό πλαίσιο.

Έτσι το οικονομικό επιτελείο σταθμίζοντας τις αντοχές της οικονομίας αλλά και τα περιθώρια δανεισμού έχει αρχίσει την «στοχευμένη» φάση των ενισχύσεων που ωστόσο αφήνει εκτός πολλούς επαγγελματίες.

Έτσι στα προγράμματα, επιδότησης πάγιων δαπανών, της Γέφυρας 2 και της Επιστρεπτέας Προκαταβολή 7 ήδη εξετάζονται νέα αυστηρότερα κριτήρια και προϋποθέσεις για να περιοριστεί το κόστος για το κρατικό ταμείο.

Παράλληλα προωθείται μια βασική αρχή για τη στήριξη που έχει με τη βιωσιμότητα των επιχειρήσεων, δηλαδή εάν έχουν πιθανότητες επιβίωσης και δεν βρίσκονται ήδη στο κόκκινο.

Ήδη το στίγμα δόθηκε στην Επιστρεπτέα 6 όπου καταγράφηκε στροφή σε πιο στοχευμένη χρηματοδότηση που άφησε εκτός 6 στις 10 επιχειρήσεις αλλά και από στις αναστολές Μαρτίου, όπου ως κριτήριο τέθηκε ο τζίρος του 2020 με αποτέλεσμα να αποκλεισθεί ένας μεγάλος αριθμός εταιριών.

Τις επιφυλάξεις του εξέφρασε, μάλιστα, ο πρόεδρος του Βιοτεχνικού Επιμελητηρίου Αθήνας Παύλος Ραβάνης, όσον αφορά την αλλαγή των κριτηρίων επιλεξιμότητας των πληττόμενων επιχειρήσεων, προκειμένου να μπορούν να θέσουν σε αναστολή τις συμβάσεις εργασίας των απασχολούμενων τους για το μήνα Μάρτιο.

Όπως ανέφερε σε δήλωσή του χτες, «η αιφνιδιαστική αλλαγή των κριτηρίων επιλεξιμότητας των πληττόμενων επιχειρήσεων για την υποβολή δηλώσεων αναστολής των συμβάσεων εργασίας των εργαζομένων τους, προκαλεί προβλήματα στην καθημερινή λειτουργία πολλών επιχειρήσεων». Επίσης τονίζει ότι η «υιοθέτηση κριτηρίων, όπως η έναρξη εργασιών πριν την 1η /1/2018, αποκλείει χιλιάδες νέες επιχειρήσεις, από τη χρήση του μέτρου των αναστολών συμβάσεων εργασίας, το οποίο σε αρκετές περιπτώσεις κρίνεται αναγκαίο για την ίδια την επιβίωση τους.

Λαμβάνοντας υπόψη την αγωνία των επιχειρήσεων – μελών μας, καθώς πρόκειται για παραγωγικές μεταποιητικές επιχειρήσεις, που ανήκουν κυρίως στις πληττόμενες επιχειρήσεις, λόγω δραματικής πτώσης του τζίρου τους, ως Βιοτεχνικό Επιμελητήριο Αθήνας, καλούμε τα συναρμόδια υπουργεία, να προβούν στην άμεση ανάκληση των νέων περιοριστικών κριτηρίων επιλεξιμότητας και να εφαρμοστεί το πλαίσιο επιλεξιμότητας των προηγούμενων μηνών, χρησιμοποιώντας μόνο την λίστα των πληττόμενων ΚΑΔ του υπουργείου Οικονομικών.

Η κυβέρνηση οφείλει, αντί να θέτει, να άρει τα εμπόδια για την επιβίωση των επιχειρήσεων που παρά τις αντίξοες οικονομικές συνθήκες παραμένουν σε λειτουργία» αναφέρει ο πρόεδρος του ΒΕΑ.

Επίσης δεν είναι λίγες οι εμπορικές επιχειρήσεις που συναντούν μεγάλο πρόβλημα εάν έχουν υποκατάστημα σε εμπορικές στοές όπου λειτουργούν S/M, αλλά και ταυτόχρονα και ΚΑΔ που επιτρέπει τη λειτουργία τους σε άλλο σημείο μιας πόλης κτλ Τα υποκαταστήματα που είναι στις στοές ήταν κλειστά από το Νοέμβριο μεν αλλά δεν απαλλάσσονταν από ενοίκια και δεν μπορούσαν να βάλουν σε αναστολή εργαζομένους καθώς το ΚΑΔ παρέπεμπε σε ανοικτή επιχείρηση.

Αυτή βέβαια δεν είναι η μόνη περίπτωση έντονης διαμαρτυρίας. Οι περισσότερες προέρχονται από επαγγελματίες που είδαν μηδενικές καταβολές από την Επιστρεπτέα 6 καθώς μπήκαν διατάξεις με συγκρίσεις τζίρων που οδηγούσαν πολλούς εκτός έστω κι αν τώρα υπολειτουργούν ή είναι κλειστοί.

Πάντως η κατάσταση στην αγορά είναι κρίσιμη. Σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος σχετικά με τα ληξιπρόθεσμα δάνεια, οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις (ΜμΕ) αδυνατούν να εξυπηρετήσουν το 47% των δανείων τους, ήτοι 13,5 δις ευρώ σε σύνολο 28,9 δις ευρώ. Επιπρόσθετα, οι ελεύθεροι επαγγελματίες και οι πολύ μικρές (micro) επιχειρήσεις δεν δύνανται να καταβάλλουν κανονικά τις δόσεις για το 55,4% των δανείων τους, δηλαδή για 9,5 δις ευρώ σε σύνολο 17,2 δις χορηγήσεων.

Επίσης, σύμφωνα με τα στοιχεία του ΙΝΕΜΥ-ΕΣΕΕ, για το πρώτο εξάμηνο του 2020, οι περισσότερες κατηγορίες οφειλών των εμπορικών επιχειρήσεων παρουσιάζουν αύξηση μεταξύ 2019-2020. Όπως διαφαίνεται, όσον αφορά στο χρέος, η κατάσταση της πλειονότητας των πολύ μικρών (micro) και μικρών επιχειρήσεων επιδεινώνεται λόγω της πανδημικής κρίσης. Η βελτίωση της εικόνας όσον αφορά τις οφειλές προς τις τράπεζες δεν είναι τόσο καθαρή καθώς η μέση οφειλή προς τις τράπεζες μεγεθύνεται κατά 33% μεταξύ 2019-2020 (από τις 94.038 στις 125.651 ευρώ).

Ακολουθήστε το News247.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Keywords
Τυχαία Θέματα