Καψώνι: Μια λέξη των στρατώνων

«Άσκοπη σωματική ταλαιπωρία, στην οποία υποβάλλονται οι στρατιώτες από τους ανωτέρους τους». Έτσι ορίζει τη λέξη «καψώνι» το λεξικό Τεγόπουλου – Φυτράκη, αλλά το Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας διαφωνεί: «επίπονη άσκηση ή σωματική ταλαιπωρία, συχνά εξευτελιστική, που επιβάλλεται σκόπιμα στους στρατιώτες από τους ανωτέρους τους», λέει, και μάλλον έχει δίκιο.

Όποιος και όποια έχει υπηρετήσει στις Ένοπλες Δυνάμεις, ξέρει καλά πως το καψώνι είναι όχι απλώς σκόπιμο, αλλά ουσιώδες, καθώς εξυπηρετεί τον βασικό, τον θεμελιώδη παράγοντα, επί του οποίου εδράζεται όχι μόνο ο

στρατός, αλλά και κάθε άλλη ιεραρχική δομή: επανεπιβαιώνει την κυριαρχία των παλαιοτέρων και ανωτέρων επί των νεωτέρων και κατωτέρων, μέσω της τρομοκράτησης των δεύτερων.

Οι οποίοι βέβαια, όταν παλιώσουν, ή προαχθούν, θα κάνουν τα ίδια και χειρότερα στους νέους που θα έλθουν. Εννοείται πως δεν χρειάζεται να είναι σωματικό το καψώνι. Τρισχειρότερα είναι τα ψυχολογικά, όπως η ερωτική εξομολόγηση προς τον λαμπτήρα του θαλάμου ή η αναγκαστική συνουσία του νέου φαντάρου με τον στρατιωτικό του σάκο, καθώς συνέβαινε παλιότερα.

Να πούμε πως η λέξη καψώνι παράγεται από το ρήμα «καψώνω», δηλαδή νιώθω έντονη θερμότητα, ζεσταίνομαι, ανάβω, από το ρήμα «καυσώ», του αρχαίου ουσιαστικού «καύσις». Πάντως, όσο υπάρχει ιεραρχία και εξουσία, πάντα θα γίνονται καψώνια, λιγότερο ή περισσότερο επονείδιστα. Πάντα θα υπάρχει ένας πάλιουρας, που θα λέει χαιρέκακα στο νεοσύλλεκτο «νέους, θα πήξεις!»

Από πού κρατάει η σκούφια μας

Κάθε λέξη κρύβει μια ιστορία. Η ετυμολογία της, δηλαδή η αναζήτηση της προέλευσής της και της αρχικής της σημασίας, μπορεί να μας οδηγήσει πολύ μακριά, τόσο στα ονόματα των ανθρώπων και των τόπων, όσο και στις λέξεις που περιγράφουν αντικείμενα και αφηρημένες έννοιες.

Keywords
Τυχαία Θέματα