Δικαίωμα έκπτωσης ΦΠΑ αγορών σε φορολογούμενο που έχει κηρυχθεί «ανενεργός» από τη φορολογική αρχή


Ιστορικό της δίκης (C‑69/17)
Η Gamesa, εταιρία ρουμανικού δικαίου με έδρα το Βουκουρέστι (Ρουμανία), έχει ως αντικείμενο δραστηριότητας τη συναρμολόγηση, την εγκατάσταση και τη συντήρηση αιολικών πάρκων.

Για την άσκηση της οικονομικής της δραστηριότητας, η Gamesa προμηθεύτηκε διάφορα αγαθά και υπηρεσίες από προμηθευτές που ήταν εγκατεστημένοι και διέθεταν αριθμό φορολογικού μητρώου ΦΠΑ στη Ρουμανία και σε άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η Gamesa άσκησε το δικαίωμά της προς έκπτωση του ΦΠΑ
σε σχέση με πραγματοποιηθείσες αγορές διά της υποβολής δηλώσεως ΦΠΑ.

Από τις 7 Οκτωβρίου 2010 έως τις 24 Μαΐου 2011 η Gamesa κηρύχθηκε ανενεργός φορολογούμενος κατά την έννοια του άρθρου 11, παράγραφος 1bis, του φορολογικού κώδικα, για τον λόγο ότι δεν είχε τηρήσει, στη διάρκεια ενός ημερολογιακού εξαμήνου, καμία από τις υποχρεώσεις σχετικά με την υποβολή δηλώσεων που προβλέπει ο νόμος.

Από τις 26 Νοεμβρίου 2014 έως τις 29 Ιουλίου 2015, η προσφεύγουσα υποβλήθηκε σε φορολογικό έλεγχο για την εξακρίβωση της κατάστασής της όσον αφορά τον ΦΠΑ και τον φόρο εταιριών σε σχέση με τις συναλλαγές που πραγματοποιήθηκαν από τις 15 Μαΐου 2009 έως τις 31 Δεκεμβρίου 2013. Βάσει εκθέσεως συνταχθείσας κατόπιν του εν λόγω ελέγχου, κοινοποιήθηκε στην Gamesa πράξη επιβολής φόρου με την οποία δεν της αναγνωρίστηκε το δικαίωμα προς έκπτωση του ΦΠΑ ύψους 3 875 717 ρουμανικών λέι (RON) (περίπου 890 000 ευρώ) και της επιβλήθηκαν κυρώσεις ύψους 2 845 308 RON (περίπου 654 000 ευρώ), επειδή, μεταξύ άλλων, ότι δεν είχε δικαίωμα εκπτώσεως για τις αγορές που πραγματοποίησε στη διάρκεια της περιόδου κατά την οποία αυτή ήταν ανενεργή.

Η υπόθεση έφτασε στο Ευρωπαϊκό δικαστήριο το οποίο έπρεπε επί της ουσίας να εξετάσεις αν η οδηγία 2006/112/ΕΚ, και ιδίως τα άρθρα 213, 214 και 273 αυτής, έχει την έννοια ότι αντιτίθεται σε εθνική ρύθμιση, όπως η επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης, η οποία επιτρέπει στη φορολογική αρχή να αρνείται σε υποκείμενο στον φόρο που προέβη σε αγορές στη διάρκεια της περιόδου κατά την οποία ο αριθμός φορολογικού μητρώου ΦΠΑ είχε ακυρωθεί, λόγω της παραλείψεώς του να υποβάλει φορολογικές δηλώσεις, το δικαίωμα εκπτώσεως του ΦΠΑ για τις εν λόγω αγορές μέσω δηλώσεων ΦΠΑ που υποβάλλονται –ή μέσω τιμολογίων που εκδίδονται– μετά την επανενεργοποίηση του αριθμού φορολογικού μητρώου του.
Το ευρωπαϊκό δικαστήριο αναφέρει στα σκεπτικά του ότι το δικαίωμα εκπτώσεως του ΦΠΑ εξαρτάται από την τήρηση τόσο ουσιαστικών όσο και τυπικών προϋποθέσεων ή απαιτήσεων. Ωστόσο η θεμελιώδης αρχή της ουδετερότητας του ΦΠΑ απαιτεί να εκπίπτει ο φόρος εισροών αν πληρούνται οι ουσιαστικές προϋποθέσεις, ακόμη και αν οι υποκείμενοι στον φόρο παρέλειψαν να τηρήσουν ορισμένες τυπικές προϋποθέσεις.

Ειδικότερα, η χορήγηση αριθμού φορολογικού μητρώου ΦΠΑ που προβλέπεται στο άρθρο 214 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ καθώς και η υποχρέωση του υποκειμένου στον φόρο να δηλώσει την έναρξη, τη μεταβολή και την παύση των δραστηριοτήτων του, που προβλέπεται στο άρθρο 213 της οδηγίας αυτής, αποτελούν μόνον τυπικές απαιτήσεις προς τους σκοπούς διενέργειας ελέγχου, οι οποίες δεν μπορούν να θέτουν εν αμφιβόλω, μεταξύ άλλων, το δικαίωμα εκπτώσεως του ΦΠΑ, εφόσον πληρούνται οι ουσιαστικές προϋποθέσεις για τη γένεση του εν λόγω δικαιώματος.

Συνεπώς, ο υποκείμενος στον ΦΠΑ δεν δύναται να εμποδιστεί να ασκήσει το δικαίωμα εκπτώσεως με την αιτιολογία ότι δεν είχε αποκτήσει αριθμό φορολογικού μητρώου ΦΠΑ πριν χρησιμοποιήσει τα αποκτηθέντα αγαθά στο πλαίσιο της φορολογητέας δραστηριότητάς του (αποφάσεις της 21ης Οκτωβρίου 2010, Nidera Handelscompagnie, C‑385/09, EU:C:2010:627, σκέψη 51, καθώς και της 7ης Μαρτίου 2018, Dobre, C‑159/17, EU:C:2018:161, σκέψη 33).

Η τελική κρίση του Ευρωπαϊκού δικαστηρίου

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (έβδομο τμήμα) αποφαίνεται:

Η οδηγία 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2006, σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 2010/45/ΕΕ του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2010, και ιδίως τα άρθρα 213, 214 και 273 αυτής, έχει την έννοια ότι αντιτίθεται σε εθνική ρύθμιση, όπως η επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης, η οποία επιτρέπει στη φορολογική αρχή να αρνείται σε υποκείμενο στον φόρο που προέβη σε αγορές στη διάρκεια της περιόδου κατά την οποία ο αριθμός φορολογικού μητρώου ΦΠΑ είχε ακυρωθεί, λόγω παραλείψεώς του να υποβάλει φορολογικές δηλώσεις, το δικαίωμα εκπτώσεως του ΦΠΑ για τις εν λόγω αγορές μέσω δηλώσεων ΦΠΑ που υποβάλλονται –ή τιμολογίων που εκδίδονται– μετά την επανενεργοποίηση του αριθμού φορολογικού μητρώου του, για τον λόγο και μόνον ότι οι αγορές αυτές πραγματοποιήθηκαν κατά την περίοδο της απενεργοποιήσεως, ενώ οι ουσιαστικές προϋποθέσεις πληρούνται και το δικαίωμα προς έκπτωση δεν προβάλλεται δολίως ή καταχρηστικώς.

Δείτε όλη την απόφαση στο φορολογικό αρχείο του κόμβου

Keywords
Τυχαία Θέματα