Εθνικό Κέντρο Τεκμηρίωσης: Στο 65,5% το ποσοστό των καινοτομικά ενεργών ελληνικών επιχειρήσεων

Οι δαπάνες για την υλοποίηση δραστηριοτήτων καινοτομίας ανέρχονται σε 3,6 δισ. ευρώ το 2022 (αύξηση κατά 22,1% σε σχέση με το 2020), με το 52% αυτών των δαπανών να αφορά Έρευνα &Ανάπτυξη.

Στο 65,5% ανέρχεται το ποσοστό των επιχειρήσεων που πραγματοποίησαν δραστηριότητες καινοτομίας στην Ελλάδα, σύμφωνα με τα τελικά αποτελέσματα της πανελλήνιας έρευνας για την καινοτομία στις ελληνικές επιχειρήσεις, με περίοδο αναφοράς την τριετία 2020-2022, τα οποία δημοσίευσε το Εθνικό Κέντρο Τεκμηρίωσης & Ηλεκτρονικού

Περιεχομένου (ΕΚΤ). Τα στατιστικά στοιχεία έχουν αποσταλεί από το ΕΚΤ στη Eurostat, στο πλαίσιο των επίσημων ευρωπαϊκών στατιστικών για την καινοτομία των επιχειρήσεων στην ΕΕ (CIS - Community Innovation Survey), και δημοσιεύονται στην έκδοση «Βασικοί δείκτες για την καινοτομία στις ελληνικές επιχειρήσεις 2020-2022» (https://metrics.ekt.gr/publications/710).

Το κοινό πλαίσιο μέτρησης της Eurostat και του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) για την καινοτομία στις επιχειρήσεις υιοθετεί μια ευρύτερη θεώρηση για την καινοτομία ως δραστηριότητα και διαδικασία, αναδεικνύοντας όχι μόνο τις (λίγες) πρωτοπόρες επιχειρήσεις με τις ριζικές τεχνολογικές καινοτομίες, αλλά και τις καινοτομικές ικανότητες και τον δυναμισμό του συνολικού επιχειρηματικού περιβάλλοντος. Στο πλαίσιο αυτό, η έρευνα καταγράφει τις καινοτομικές δραστηριότητες των επιχειρήσεων (καινοτομικά ενεργές επιχειρήσεις), τα αποτελέσματα των δραστηριοτήτων αυτών σε νέα ή βελτιωμένα προϊόντα ή επιχειρησιακές διαδικασίες (καινοτόμες επιχειρήσεις), ενώ τα προφίλ καινοτομίας διερευνούν τον τρόπο με τον οποίο οι επιχειρήσεις καινοτομούν.

Ο πληθυσμός της πανελλήνιας στατιστικής έρευνας CIS, που διεξήχθη το 2023 από το ΕΚΤ, ήταν οι 13.320 επιχειρήσεις που την περίοδο 2020-2022 είχαν δέκα απασχολούμενα άτομα και πάνω, σε διάφορους κλάδους οικονομικής δραστηριότητας της Βιομηχανίας και των Υπηρεσιών, όπως καθορίζονται από τους αντίστοιχους Ευρωπαϊκούς Κανονισμούς

Τα κύρια ευρήματα της έρευνας συνοψίζονται ως εξής:

Την τριετία 2020-2022, οι καινοτομικά ενεργές επιχειρήσεις στην Ελλάδα αποτελούν το 65,5% του συνόλου των επιχειρήσεων, ενώ αυτές που εισήγαγαν νέα ή βελτιωμένα προϊόντα ή επιχειρησιακές διαδικασίες αποτελούν το 64,1%. Όσον αφορά την εισαγωγή καινοτομιών, ποσοστό 46,6% επί του συνόλου των επιχειρήσεων εισήγαγαν νέα ή βελτιωμένα αγαθά ή/και υπηρεσίες στην αγορά τους (καινοτομία προϊόντος), ενώ ποσοστό 61,6% εισήγαγαν στην επιχείρησή τους νέες ή βελτιωμένες επιχειρησιακές διαδικασίες (καινοτομία επιχειρησιακής διαδικασίας). Μία επιχείρηση μπορεί να έχει και τους δύο τύπους καινοτομίας. Οι τομείς με τα υψηλότερα ποσοστά καινοτομίας είναι: «Παραγωγή οπτάνθρακα και προϊόντων διύλισης πετρελαίου, παραγωγή χημικών ουσιών και προϊόντων», «Τεχνολογίες Πληροφορίας και Επικοινωνιών», «Παραγωγή βασικών φαρμακευτικών προϊόντων και φαρμακευτικών σκευασμάτων», «Ενημέρωση και Επικοινωνία». Όσο αυξάνεται η τάξη μεγέθους των επιχειρήσεων, τόσο ενισχύεται η καινοτομία. Οι δαπάνες για την υλοποίηση δραστηριοτήτων καινοτομίας ανέρχονται σε 3,6 δισ. ευρώ το 2022 (αύξηση κατά 22,1% σε σχέση με το 2020), με το 52% αυτών των δαπανών να αφορά Έρευνα & Ανάπτυξη. Το 20,6% των καινοτομικά ενεργών επιχειρήσεων έχει λάβει δημόσια χρηματοδότηση για υλοποίηση δραστηριοτήτων καινοτομίας. 6 στις 10 ελληνικές καινοτομικές επιχειρήσεις εισάγουν καινοτομίες με περιβαλλοντικά οφέλη, με πρωταρχικό στόχο τη μείωση της κατανάλωσης ενέργειας και του αποτυπώματος διοξειδίου του άνθρακα. Τα πιο σημαντικά κίνητρα για αυτές τις καινοτομίες είναι η βελτίωση της φήμης της επιχείρησης και η αντιμετώπιση του υψηλού κόστους ενέργειας, νερού ή/και άλλων υλικών.

Το ποσοστό των 65,5% καινοτομικά ενεργών επιχειρήσεων την περίοδο 2020-2022 είναι μειωμένο από το 72,6% της προηγούμενης περιόδου αναφοράς (2018-2020) κατά 7,1 ποσοστιαίες μονάδες. Με βάση προκαταρκτικά στοιχεία για άλλα 19 κράτη μέλη της ΕΕ που πρόσφατα δημοσιοποιήθηκαν από τη Eurostat, η μείωση του ποσοστού αυτού είναι πανευρωπαϊκό φαινόμενο, σηματοδοτώντας μία γενική τάση. Σύμφωνα με αυτά τα στοιχεία, η Ελλάδα παραμένει πρώτη σε καινοτομία (όπως και για την περίοδο 2018-2020), με δεύτερη τη Γερμανία με ποσοστό καινοτομικά ενεργών επιχειρήσεων 64,2%. Αναμένεται η δημοσιοποίηση των οριστικών αποτελεσμάτων της έρευνας και για άλλες ευρωπαϊκές χώρες, ώστε να υπάρχει πληρέστερη και ενημερωμένη εικόνα της καινοτομίας στην Ευρώπη.

Τα προφίλ καινοτομίας των ελληνικών επιχειρήσεων

Αναλύοντας τον τρόπο με τον οποίο καινοτομούν οι επιχειρήσεις στην Ελλάδα, το είδος των καινοτομιών, αλλά και τους λόγους για τους οποίους δεν καινοτομούν, στην έκδοση του ΕΚΤ παρουσιάζεται το νέο σύστημα ταξινόμησης των επιχειρήσεων σε επτά προφίλ καινοτομίας που αναπτύχθηκε από τη Eurostat, με τη συνεισφορά και του ΕΚΤ.

Ειδικότερα για την Ελλάδα προκύπτουν τα ακόλουθα:

Το 16,3% των επιχειρήσεων ανέπτυξαν εσωτερικά, αγαθά ή υπηρεσίες που ήταν νέα για τις αντίστοιχες αγορές. Οι επιχειρήσεις αυτές διαθέτουν σημαντικές εσωτερικές ικανότητες καινοτομίας, τις οποίες χρησιμοποιούν για να ανταγωνιστούν στην αγορά με νέα προϊόντα ή ακόμα και δημιουργώντας νέες αγορές. Το 24,3% των επιχειρήσεων ανέπτυξαν εσωτερικά, νέα για τις ίδιες αγαθά ή υπηρεσίες, τα οποία όμως προϋπήρχαν στις αντίστοιχες αγορές. Οι επιχειρήσεις αυτές στοχεύουν να διατηρήσουν τη θέση τους σε σχέση με τον ανταγωνισμό με την ανανέωση ή/και διεύρυνση των προϊόντων που προσφέρουν. Το 15,6% ανέπτυξαν εσωτερικά, μόνο καινοτομίες επιχειρησιακών διαδικασιών, χωρίς κάποια καινοτομία αγαθών ή υπηρεσιών. Οι επιχειρήσεις στοχεύουν να γίνουν πιο αποτελεσματικές και πιο ανταγωνιστικές με την εισαγωγή καλύτερων επιχειρησιακών διαδικασιών. Ο αντίκτυπος από την καινοτομική τους δραστηριότητα στην αγορά είναι έμμεση, π.χ. με τη δυνατότητα μείωσης κόστους, προσέγγισης νέων πελατών κ.λπ. Το 7,7% εισήγαγαν καινοτομίες, είτε σε προϊόντα είτε σε διαδικασίες, τις οποίες όμως δεν ανέπτυξαν οι ίδιες. Οι επιχειρήσεις αυτές δεν διαθέτουν σημαντικές εσωτερικές ικανότητες καινοτομίας και είναι ενεργές στην αγορά, είτε προσφέροντας νέα προϊόντα, είτε με την εισαγωγή καλύτερων επιχειρησιακών διαδικασιών, αγοράζοντας την καινοτομία από τρίτους. Το 1,4% είχαν μόνο καινοτομικές δραστηριότητες, χωρίς όμως αυτές να έχουν οδηγήσει σε υλοποιημένες καινοτομίες εντός της τριετίας 2020-2022. Οι επιχειρήσεις αυτές είναι εξοικειωμένες με την ιδέα της καινοτομίας. Εργάστηκαν πάνω στην καινοτομία αλλά δεν την ολοκλήρωσαν ή την εγκατέλειψαν. Το 11,8% δεν εισήγαγαν κάποια καινοτομία την περίοδο αναφοράς, ούτε είχαν κάποια δραστηριότητα καινοτομίας, ωστόσο είχαν εξετάσει το ενδεχόμενο να καινοτομήσουν. Το 22,7% δεν ασχολήθηκαν με καινοτομικές δραστηριότητες, καθότι δεν έκριναν την καινοτομία απαραίτητη. Προτιμούν την υφιστάμενη κατάσταση (business as usual) και θεωρητικά δεν είναι εξοικειωμένες με την ιδέα της καινοτομίας.

Οι κλάδοι με τα υψηλότερα ποσοστά καινοτομίας

Το ποσοστό των καινοτομικά ενεργών επιχειρήσεων διαφέρει ανά κλάδο οικονομικής δραστηριότητας, ενώ αυξάνεται όσον αυξάνεται η τάξη μεγέθους των επιχειρήσεων. Στον κλάδο της Βιομηχανίας, παρατηρείται σημαντική ετερογένεια, με το ποσοστό για το σύνολο του κλάδου να βρίσκεται στο 64,4% και αυτά των επιμέρους κλάδων να κυμαίνονται από το 47,8% έως και το 89,7%. Στις Υπηρεσίες, η εικόνα είναι πιο ομοιόμορφη, με το συνολικό ποσοστό να βρίσκεται στο 66,2% και τα επιμέρους ποσοστά να κυμαίνονται από το 59,6% έως και το 71,9%.

Υψηλά ποσοστά καινοτομίας καταγράφει ο τομέας των Τεχνολογιών Πληροφορίας και Επικοινωνιών (ΤΠΕ) με ποσοστό 74,8% στον κλάδο «Κατασκευή ηλεκτρονικών υπολογιστών, ηλεκτρονικών και οπτικών προϊόντων, κατασκευή ηλεκτρολογικού εξοπλισμού, κατασκευή μηχανημάτων και ειδών εξοπλισμού π.δ.κ.α.» και ποσοστό 71,9% στον κλάδο «Ενημέρωση και Επικοινωνία». Επίσης υψηλά ποσοστά καταγράφονται στους κλάδους της Μεταποίησης: «Παραγωγή οπτάνθρακα και προϊόντων διύλισης πετρελαίου, παραγωγή χημικών ουσιών και προϊόντων» (89,7%) και «Παραγωγή βασικών φαρμακευτικών προϊόντων και φαρμακευτικών σκευασμάτων» (74,5%).

Χρηματοδότηση και δαπάνες καινοτομίας

Οι συνολικές δαπάνες των καινοτομικά ενεργών επιχειρήσεων για καινοτομικούς σκοπούς, για το 2022, ανέρχονται στα 3,6 δισ. ευρώ, αύξηση κατά 22,1% σε σχέση με το 2020, συνεχίζοντας την ανοδική τάση από το 2014. Οι δαπάνες αυτές επιμερίζονται κατά 52% σε δραστηριότητες Έρευνας & Ανάπτυξης και κατά 48% σε άλλες καινοτομικές δραστηριότητες.

Επιπλέον, το 20,6% των καινοτομικά ενεργών επιχειρήσεων έχει λάβει δημόσια χρηματοδότηση για τις παραπάνω δραστηριότητες. Συγκεκριμένα, 14,1% από την Κεντρική Κυβέρνηση (12,5% μέσω ΕΣΠΑ ή Ταμείου Ανάκαμψης), 8% από τις κατά τόπους Περιφέρειες (7,5% μέσω ΕΣΠΑ), 3,1% από τα ευρωπαϊκά προγράμματα «Ορίζοντας 2020» και «Ορίζοντας Ευρώπη», και 3% μέσω άλλων ευρωπαϊκών προγραμμάτων.

Περιβαλλοντική βιωσιμότητα και καινοτομία

Τέλος, τα αποτελέσματα της έρευνας ανέδειξαν την κρισιμότητα και τη σημασία που έχουν πλέον οι παράγοντες που συνδέονται με την κλιματική αλλαγή και το περιβάλλον για τις ελληνικές επιχειρήσεις. Το 25,0% των επιχειρήσεων θεωρούν πολύ σημαντικό παράγοντα για τη λειτουργία τους τις αυξήσεις στα κόστη τους που προκύπτουν από την κλιματική αλλαγή, ενώ το 21,4% θεωρούν πολύ σημαντικές τις επιπτώσεις των ακραίων καιρικών συνθηκών.

Το 60,7% των καινοτομικά ενεργών επιχειρήσεων δηλώνουν ότι έχουν εισαγάγει κάποια καινοτομία με περιβαλλοντικά οφέλη, με επικρατέστερο στόχο τη μείωση της κατανάλωσης ενέργειας και του αποτυπώματος διοξειδίου του άνθρακα (CO2). Τα πιο σημαντικά κίνητρα για αυτές τις καινοτομίες, είναι η βελτίωση της φήμης της επιχείρησης (για το 23,5% των καινοτομικά ενεργών επιχειρήσεων) και η αντιμετώπιση του υψηλού κόστους ενέργειας, νερού ή/και άλλων υλικών (για το 21,6% των καινοτομικά ενεργών επιχειρήσεων).

Ο ρόλος του ΕΚΤ

Η δημοσίευση των δεικτών για την καινοτομία στις επιχειρήσεις εντάσσεται στο πλαίσιο της τακτικής παραγωγής των επίσημων στατιστικών για την Έρευνα, Ανάπτυξη και Καινοτομία στην Ελλάδα, που πραγματοποιεί το ΕΚΤ, ως φορέας και εθνική αρχή του Ελληνικού Στατιστικού Συστήματος, με τη συνεργασία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής. Οι σχετικοί δείκτες δημοσιεύονται σε έντυπες και ηλεκτρονικές εκδόσεις του ΕΚΤ που διατίθενται στον δικτυακό τόπο http://metrics.ekt.gr.

Η έρευνα CIS για την καινοτομία στις ελληνικές επιχειρήσεις πραγματοποιήθηκε με βάση τις μεθοδολογικές οδηγίες του αναθεωρημένου εγχειριδίου Oslo Manual 2018 “Guidelines for collecting, reporting and using data on Innovation”, σε κοινή έκδοση της Eurostat και του ΟΟΣΑ. Σημειώνεται ότι το ΕΚΤ απέδωσε στην ελληνική γλώσσα την πλέον πρόσφατη έκδοση του Eγχειριδίου του Όσλο, του διεθνούς οδηγού αναφοράς για τη μέτρηση της καινοτομίας. Η έκδοση με τίτλο: «Εγχειρίδιο του Όσλο 2018, Κατευθυντήριες γραμμές για τη συλλογή, την παρουσίαση και τη χρήση στατιστικών δεδομένων για την καινοτομία, 4η έκδοση», είναι διαθέσιμη στη διεύθυνση https://metrics.ekt.gr/publications/552. Τα στατιστικά στοιχεία και οι δείκτες για την Έρευνα, Ανάπτυξη και Καινοτομία στην Ελλάδα, τα οποία παράγονται και εκδίδονται από το ΕΚΤ, αποστέλλονται σε τακτική βάση στη Eurostat και τον ΟΟΣΑ, από όπου τροφοδοτούν εμβληματικές εκδόσεις μεταξύ των οποίων τo European Innovation Scoreboard.

Keywords
Αναζητήσεις
ethniko-kentro-tekmiriosis-sto-655-to-pososto-ton-kainotomika-energon-ellinikon-epicheiriseon.htm
Τυχαία Θέματα