Ταινίες Πρώτης Προβολής: Από τον Γαβρά και τον Σόντερμπεργκ στον Τσαουσέσκου και τη Φρειδερίκη

Ένα χορταστικό κινηματογραφικό μενού, από εννέα νέες ταινίες, έρχεται απόψε στους κινηματογράφους. Ξεχωρίζει η επανεμφάνιση του μεγάλου Έλληνα δημιουργού Κώστα Γαβρά με το δράμα «Τελευταία Πνοή»

Ένα χορταστικό κινηματογραφικό μενού, από εννέα νέες ταινίες, έρχεται απόψε στους κινηματογράφους. Ξεχωρίζει η επανεμφάνιση του μεγάλου Έλληνα δημιουργού Κώστα Γαβρά με το δράμα «Τελευταία Πνοή», ενώ το ενδιαφέρον τους έχουν και τα

φιλμ «Presence» του Στιβ Σόντερμπεργκ και το πολυσυζητημένο «2073» του οσκαρικού Ασίφ Καπάντια. Επίσης, υπάρχουν δυο αξιοπρόσεκτες ταινίες Ελλήνων δημιουργών και το απαραίτητο, αλλά και διαφορετικό, horror της εβδομάδας, «The Monkey» του Οζ Πέρκινς.

Presence

(“Presence”) Ψυχολογικό θρίλερ, αμερικάνικης παραγωγής του 2024, σε σκηνοθεσία Στίβεν Σόντερμπεργκ, με τους Λούσι Λιου, Κρις Σάλιβαν, Tζούλια Φοξ, Καλίνα Λιάνγκ, Έντι Μαντέι, Ουέστ Μουλχόλαντ κα.

Ο Στίβεν Σόντερμπεργκ από το 1989 που μας έγινε γνωστός, με το εντυπωσιακό ντεμπούτο του «Σεξ, Ψέματα και Βιντεοταινίες», έχει διανύσει μία πορεία 35 χρόνων και άνισων ταινιών, αλλά σίγουρα όχι αδιάφορη. Μπαινοβγαίνοντας με άνεση σε διάφορα είδη, από κωμωδίες και περιπέτειες, θρίλερ και δράματα, χρυσοφόρα μπλογκμπάστερς και καλλιτεχνικά φεστιβαλικά φιλμ, θα καταφέρει να κάνει ευδιάκριτη την προσωπική του σκηνοθετική ματιά.

Εδώ, ο μόνιμα ερωτευμένος με το σινεμά και την κινηματογραφική διαδικασία Σόντερμπεργκ, κρατώντας και πάλι εκτός από τον ρόλο του σκηνοθέτη και αυτών του φωτογράφου και του μοντέρ, θα πραγματοποιήσει στον απόλυτο βαθμό το κινηματογραφικό του όραμα, καθώς θα κρατήσει για τον εαυτό του και τον χαρακτήρα που παρακολουθεί τα μέλη μίας οικογένειας σε ένα στοιχειωμένο σπίτι.

Η ταινία, που κακώς διαφημίστηκε ως ταινία τρόμου, αν και ορισμένες φορές χαρίζει κάποιες ανατριχίλες, είναι ουσιαστικά ένα οικογενειακό ψυχολογικό μελόδραμα, με ολίγη από θρίλερ, που η αφήγηση είναι σε πρώτο πρόσωπο, του φαντάσματος και της κάμερας που το αντιπροσωπεύει, ενός πνεύματος που αρχικά δεν γνωρίζουμε τον ρόλο του, αλλά σιγά σιγά αποκαλύπτεται.

Χαρακτηριστικό της ταινίας, τα γυρίσματα της οποίας διήρκησαν μόλις έντεκα ημέρες, εντός ενός σπιτιού στο Νιου Τζέρσεϊ, τα μόλις 33 κοψίματα στο μοντάζ, με το σύνηθες να φτάνει πάνω από εκατό, αναδεικνύουν το αδιαμφισβήτητο ταλέντο του Σόντερμπεργκ και τη σιγουριά που έχει με την κάμερα στο χέρι.

Μια οικογένεια μετακομίζει σε ένα φαινομενικά ήσυχο προάστιο και σε ένα σπίτι, όπου «κατοικεί» ένα πνεύμα το οποίο αρχίζει να παρακολουθεί τη ζωή τους. Μελετώντας τους ανθρώπους που μπαίνουν σε αυτό, θα δούμε μαζί του, τη μητέρα της οικογένειας, μία εγωκεντρική γυναίκα, σκληρή επιχειρηματία, που αγνοεί τα αισθήματα των άλλων, τον ευγενικό άντρα της, τον έφηβο γιο τους, που είναι αλαζονικός και μοιάζει με τη μητέρα του και τη συνομήλικη αδελφή του, η οποία περνά μία περίοδο κατάθλιψης, έπειτα από τον πρόσφατο θάνατο της καλύτερης φίλης της. Η κόρη είναι και το πρώτο μέλος της οικογένειας που παρατηρεί την ύπαρξη του πνεύματος στο σπίτι, κάτι που τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειάς απορρίπτουν μέχρι να αρχίσουν να τρέμουν τα ράφια και να τρίζουν τα γυαλικά.

Η ταινία βρίθει από συμβολισμούς, για τη μέση αμερικάνικη οικογένεια, την αποξένωση και τα άγχη της σύγχρονης ζωής, ενώ μοιάζει με ελκυστικό περιτύλιγμα το μυστήριο γύρω από τη φύση του πνεύματος που τους παρακολουθεί.

Οι πληροφορίες που δίνει η ταινία αλλάζουν συνεχώς την αντίληψη για το τι συμβαίνει στην ιστορία και στις ψυχές των ζωντανών χαρακτήρων, συμπεριλαμβανομένου και του πνεύματος, με στόχο την ανακάλυψη του εαυτού τους, μέσα από συναισθηματικές προκλήσεις και ηθικές δοκιμασίες.

Ωστόσο, ο Σόντερμπεργκ, μαζί με τον σεναριογράφο του Κεπ, δεν αναπτύσσουν εξίσου καλά όλα τα νήματα της ταινίας ή τους χαρακτήρες και ειδικά αυτόν της μητέρας και των ανήθικων επιχειρηματικών συναλλαγών της.

Το σενάριο, λοιπόν, είναι αυτό που φαίνεται ως το πιο αδύνατο στοιχείο της ταινίας και είναι κρίμα καθώς με τον Σόντερμπεργκ να συμμετέχει και σωματικά σε κάθε σκηνή, αντιπροσωπεύοντας την οπτική γωνία του πνεύματος, παραδίδει ένα μάθημα κινηματογράφησης και αφηγηματικής εμβάθυνσης.

Έτσι, για μια ακόμη φορά ο ιδιοφυής σκηνοθέτης, αποδεικνύει τη μαστοριά του, το πάθος του για τον κινηματογράφο και ταυτόχρονα την έλλειψη ενός οράματος, που θα καθιστούσε την ταινία του ένα ολοκληρωμένο έργο.

ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Όταν μια οικογένεια μετακομίζει σε ένα φαινομενικά ήσυχο προάστιο, σκοτεινά μυστικά αρχίζουν να αναδύονται και το πνεύμα που κατοικεί στο σπίτι παρακολουθεί τα δράματά τους συμμετέχοντας κι εκείνο στην ζωή τους.

Τελευταία Πνοή

(“Le Dernier Souffle”) Δραματική ταινία, γαλλικής παραγωγής του 2024, σε σκηνοθεσία Κώστα Γαβρά, με τους Ντενί Πονταλιντέ, Καντ Μεράντ, Μαριλίν Καντό, Σαρλότ Ράμπλινγκ, Αντζελα Μολίνα, Καρίν Βιάρ, Χίαμ Άμπας κα.

Ο μεγάλος Έλληνας σκηνοθέτης επιστρέφει, έπειτα από έξι χρόνια και το πολυσυζητημένο «Ενήλικοι στην Αίθουσα», με μία στοχαστική ταινία για τον θάνατο, στον πυρήνα της οποίας βρίσκεται η θέληση του ανθρώπου να «φύγει όρθιος», με αξιοπρέπεια, χωρίς να βασανίζεται και να βασανίζει τους δικούς του.

Ο Κώστας Γαβράς, με τη σπουδαία διαδρομή του και την σημαντική του συλλογή από Όσκαρ, Χρυσούς Φοίνικες και πολλές άλλες βραβεύσεις, έχοντας μπει στα 92 του χρόνια, μπορεί να κοιτά τον ορίζοντα του τέλους της ζωής κατάματα χωρίς να αγωνιά.

Όπως είπε και ο ίδιος «είναι ένα δυνατό συναίσθημα που τελικά σε καθιστά γαλήνιο μπροστά στο αναπόφευκτο. Η ανάγκη για την ταινία αυτή προέκυψε από την ανάγνωση του βιβλίου των Κλοντ Γκραντζ και Ρεζίς Ντεμπρέ. Κάνοντας την ταινία αυτή, προσπάθησα να πραγματοποιήσω τις ουτοπίες μου, να απαλλαγώ από τις φαντασιώσεις και τους φόβους μου».

Το φιλμ, αποτελεί ένα διαλογισμό, για το τέλος της ζωής, έχοντας ως πρωταγωνιστές τους ετοιμοθάνατους, καθένας ένας τόμος συναισθημάτων και μιας πολύτιμης γνώσης, για αυτούς που μένουν πίσω.

Η πλοκή αναπτύσσεται μέσα από τις συζητήσεις των δύο κεντρικών χαρακτήρων, του Δρ. Ογκιστέν Μασέ, που αναλαμβάνει ασθενείς στο τελευταίο στάδιο και του διάσημου συγγραφέα Φαμπρίς Τουσέν, αναφορικά με τη ζωή και το θάνατο. Με αφορμή τις συζητήσεις τους, οι δύο ήρωες θα κληθούν να αντιμετωπίσουν τους δικούς του φόβους και άγχη. Ο συγγραφέας, που θα ενταχθεί στο επιτελείο του γιατρού, θα προσπαθήσει να κατανοήσει την πραγματικότητα του θανάτου. Η διαδεδομένη εντατική φαρμακευτική αγωγή για τον κατευνασμό των ασθενών κόντρα στην πεποίθηση για τον σεβασμό του τέλους της ζωής, θα προβληματίσει, ενώ ο γιατρός προσπαθεί να βοηθήσει τους ανθρώπους να πεθάνουν με αξιοπρέπεια.

Συνδυάζοντας τις φιλοσοφικές αναζητήσεις των κεντρικών χαρακτήρων με μία ποικιλία ιστοριών από ετοιμοθάνατους, ο Γαβράς θα αφηγηθεί με ντοκιμαντερίστικο ύφος και με την αυτοπεποίθηση ενός δημιουργού, που δεν φοβάται το σκληρό και άχαρο θέμα του, τον προβληματισμό του για την τελευταία διαδρομή προς τον θάνατο και την προσωπική επιλογή του ατόμου χωρίς να αρνείται την αναπόφευκτη αλήθεια.

Ο Γαβράς, αποφεύγοντας το υπερβολικό δράμα, αλλά όχι και έναν δικαιολογημένο ως ένα βαθμό διδακτισμό, θα χειριστεί το βαρύ, ομολογουμένως, θέμα του με ζωντάνια, χάρη, ευγένεια, εγκαρδιότητα και με ένα καλοδεχούμενο χιούμορ. Άλλωστε, όπως λέει και ο γιατρός, οι άνθρωποι γελάνε πολύ περισσότερο από όσο κλαίνε στη ζωή τους.

Όμως, η τελευταία δημιουργία του Κώστα Γαβρά είναι και μια ταινία χαρακτήρων και σε αυτό θα βρει άξιους συμπαραστάτες τους πρωταγωνιστές Ντενί Πονταλιντέ και Καντ Μεράντ, ενώ εξαιρετικές είναι και οι ερμηνείες των δεύτερων αλλά καθοριστικών ρόλων, από τους οποίους ξεχωρίζει η συγκινητική εμφάνιση της Σαρλότ Ράμπλινγκ.

ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Ένας διάσημος συγγραφέας γοητεύεται από την περίπτωση ενός γιατρού που αναλαμβάνει ασθενείς στο τελευταίο στάδιο και ξεκινούν μια φιλοσοφική συζήτηση γύρω από τη ζωή και τον θάνατο.

Η Νέα Χρονιά που δεν Ηρθε Ποτέ

(“The New Year That Never Came”) Ιστορική δραματική κομεντί, ρουμανικής παραγωγής του 2024, σε σκηνοθεσία Μπογκντάν Μουρεσάνου, με τους Αντριάν Βαντσίκα, Νικολέτα Χάνκου, Ιουλιάν Ποστελνίκου, Μιχάι Καλίν, Εμιλία Ντομπρίν, Αντρέι Μιερκούρε κα.

Έχουν περάσει 35 χρόνια από το τέλος του απολυταρχικού καθεστώτος Τσαουσέσκου και ακόμη είναι φανερό ότι στη Ρουμανία, που πλέον ζει μέσα στις αντιφάσεις και τα διαδεδομένα προβλήματα του δυτικού κόσμου και του ανεξέλεγκτου καπιταλισμού, πέφτει η βαριά σκιά εκείνης της περιόδου, των ενοχών και των αγώνων – ειδικά για πολλούς νεότερους δημιουργούς.

Στην πρώτη του ταινία, ο Μπογκτάν Μουρεσάνου επιχειρεί να επαναφέρει τη μελαγχολική ιστορία της χώρας του, μέσα από έξι φαινομενικά ασύνδετες ζωές των ηρώων του, που διασταυρώνονται με απρόσμενους τρόπους, σε ένα μόλις 24ωρο, εκείνο, που φουντώνουν οι μάχες ανάμεσα σε εξεγερμένους και δυνάμεις καταστολής και σήμανε το φινάλε του Τσαουσέσκου.

Η ταινία, που κέρδισε το βραβείο FIPRESCI στο τμήμα Οριζόντων του φεστιβάλ Βενετίας, ξυπνά δυσάρεστες αναμνήσεις για έναν λαό που πίστευε σε ένα καλύτερο μέλλον, αλλά είχε υποταχθεί στις συνθήκες που είχε επιβάλλει το καθεστώς.

Στις 20 Δεκεμβρίου του 1989, η Ρουμανία βρίσκεται στα πρόθυρα της επανάστασης. Οι δρόμοι σφύζουν από ζωή με τις διαδηλώσεις που πραγματοποιούνται, οι φοιτητές κοροϊδεύουν το καθεστώς μέσα από την τέχνη και τα σόου της Πρωτοχρονιάς δοξάζουν τον Τσαουσέσκου. Ωστόσο, μέσα στα κρύα σπίτια οι οικογένειες δυσφορούν και δίνουν μάχη με τις προσωπικές συγκρούσεις και την πανταχού παρούσα σεκουριτάτε. Έξι φαινομενικά ασύνδετες ζωές διασταυρώνονται με απρόσμενους τρόπους. Καθώς οι εντάσεις φτάνουν στο απροχώρητο, μία εκρηκτική στιγμή τούς ενώνει και καταλήγει στη δραματική πτώση του Τσαουσέσκου και του καθεστώτος.

Ένας πατέρας ανακαλύπτει ότι ο μικρός γιος του έχει στείλει ένα γράμμα στον Άγιο Βασίλη ζητώντας του να πεθάνει «ο θείος Νικ», όπως έλεγαν τότε τον Τσαουσέσκου στη Ρουμανία, ενώ μία ηθοποιός, που αντικαθιστά μία συνάδελφό της, πρέπει αναγκαστικά να υμνήσει τους απεχθείς δικτάτορες σε μία τηλεοπτική εκπομπή, εθνικής εμβέλειας, κόντρα στα πιστεύω της και στην ηθική της. Δυο χαρακτηριστικές ιστορίες, από το φιλμ, που καταδεικνύουν την ασφυκτική πίεση που ένιωθε ο ρουμανικός λαός, σε μια εποχή που οι κατακλυσμιαίες παγκόσμιες αλλαγές ήταν μία πραγματικότητα, αλλά όχι και τόσο πιστευτές για τους Ρουμάνους, βλέποντας να είναι πανταχού παρούσα η διαβόητη σεκουριτάτε.

Ο Μουρεσάνου, εμπλουτίζει το σενάριό του με μια πληθώρα παράλογων σκηνών, με στόχο να αναδείξει ότι η μεγάλη ιστορία μπορεί να συνθλίψει τις ζωές των ανθρώπων, ενώ ταυτόχρονα ένα από τα ατού της ταινίας είναι και η ανάπλαση της εποχής, χωρίς ίχνος νοσταλγικής γοητείας, καθώς η ατμόσφαιρα παραμένει πάντα παγερή και αποπνιχτική – ειδικά όταν οι ήρωες βρίσκονται στα μικρά παγωμένα διαμερίσματά τους, απολαμβάνοντας μία σχέση με την αλήθεια, ακούγοντας το Radio Free Europe.

Η ταινία, που είναι υπερβολικής διάρκειας, ορισμένες φορές χρησιμοποιεί άτσαλα επεξηγηματικούς διαλόγους, προκειμένου να τονίσει τη θλιβερή εικόνα του καθεστώτος, μία προσπάθεια που φτάνει στα όρια της εμμονής και της γραφικότητας, μίας προσέγγισης που θα ρίξει το τελικό αποτέλεσμα και θα αμφισβητηθεί απ’ αυτούς που επιμένουν στην ακρίβεια της ιστορίας, που απέχει από τη μονοδιάστατη οπτική του σκηνοθέτη.

ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Στις 20 Δεκεμβρίου του 1989, η Ρουμανία βρίσκεται στα πρόθυρα της επανάστασης και οι δρόμοι γεμίζουν από διαδηλωτές. Έξι φαινομενικά ασύνδετες ζωές διασταυρώνονται με απρόσμενους τρόπους, καθώς οι εντάσεις φτάνουν στο απροχώρητο και την πτώση του καθεστώτος Τσαουσέσκου.

Κυνήγι

Δραματικό θρίλερ, ελληνικής παραγωγής του 2024, σε σκηνοθεσία Χρήστου Πυθαρά, με τους Γιάννη Μπελή, Βασίλη Αναστασίου, Μελέτη Γεωργιάδη, Βασιλική Δέλιου, Σωτήρη Τσακομίδη, Χρύσα Αγγελοπούλου κα.

Ενδεικτικό και θετικό δείγμα του νέου ελληνικού σινεμά είναι η δεύτερη αυτή ταινία, έπειτα από την προ οχταετίας «Ευτυχία» – καμία σχέση με την τεράστια εμπορική επιτυχία – του Χρήστου Πυθαρά, που άφησε καλές εντυπώσεις στο 65ο φεστιβάλ κινηματογράφου Θεσσαλονίκης.

Και είναι ενδεικτικό δείγμα, γιατί πρόκειται για μια παραγωγή κόστους μόλις 60.000 ευρώ, ενώ συνεχίζει και την παράδοση των αδύναμων σεναρίων. Αλλά και θετικό καθώς αποδεικνύει το ταλέντο που υπάρχει ανάμεσα στους περισσότερους νέους Έλληνες σκηνοθέτες, τις ενδιαφέρουσες ιδέες του Πυθαρά, καθώς και την αυτοπεποίθηση ενός δημιουργού, που θέλει να ξεφύγει από τα τετριμμένα.

Ο Πυθαράς, σκηνοθετεί την υπαρξιακή αγωνία ενός ανθρώπου, με ρεαλισμό, χωρίς μελοδραματισμούς και δίχως να επιδιώκει τη συγκίνηση ή την έξαρση του πάθους, μένοντας προσηλωμένος στην ιδέα της σχέσης του ήρωα με έναν σκύλο, που κακοποιείται από το αφεντικό του.

Ο Γιάννης είναι ένας μεσήλικας σιδεράς που ζει μόνος του και στον ελεύθερο χρόνο του πηγαίνει για κυνήγι στο δάσος, μια ασχολία που βρίσκει τον εαυτό του και τον ηρεμεί. Στο αποπνιχτικό διαμέρισμά του η μοναξιά που νιώθει εντείνεται, ενώ μετά από το σιδεράδικο έρχονται οι άγρυπνες νύχτες καθώς το πιτ μπουλ του γείτονα, κακοποιημένο και κλειδωμένο μόνιμα στο μπαλκόνι, συνεχώς κλαίει και γαβγίζει. Όταν μάθει για τον εντελώς απροσδόκητο θάνατο της μητέρας του, θα επιστρέψει στο χωριό για την κηδεία. Η ζωή του ανατρέπεται, η απώλεια τον πονάει, νιώθει ενοχές. Ακόμη και στην κηδεία αισθάνεται ξένος ανάμεσα στους συγχωριανούς του, κοιτά με θλίψη το παρελθόν, νιώθοντας ότι έχει πάει στράφι η ζωή του.

Οι αριστοτεχνικές εικόνες, με τα κοντινά πλάνα που φορτίζουν την ένταση των αισθημάτων του ήρωα, η υποβλητική κλειστοφοβική ατμόσφαιρα σιγοβράζει το δράμα, η αντίστιξη του δάσους με το αστικό τοπίο και την αποξένωσή του, αλλά και η σύνδεση του σιδερά και κυνηγού με έναν σκύλο «φονιά», που ζει ανήμπορο και δυστυχισμένο σε ένα μικρό μπαλκόνι, αποτελούν δείγμα ενός ταλαντούχου σκηνοθέτη που είναι στον σωστό δρόμο.

Από κει και πέρα, όμως, εκτός από τις τεχνικές ατέλειες, αποτέλεσμα της φτωχής παραγωγής – υπάρχουν και οι αδυναμίες, όπως η έλλειψη των απαραίτητων κορυφώσεων της πλοκής και κυρίως οι επαναλαμβανόμενες ονειρικές σκηνές – ένας εφιάλτης νεύρωση του ήρωα – που δεν ενσωματώνονται οργανικά στην ιστορία και δεν μπορούν να αντικαταστήσουν τη συναισθηματική του κορύφωση, την απελευθέρωσή του από το δικό του κλουβί.

Η ερμηνεία του ερασιτέχνη ηθοποιού Γιάννη Μπελή, στιβαρή, μυστηριώδης, μελαγχολική και εκφραστικά ελλειπτική, αναδεικνύει έναν μοναχικό άνθρωπο της διπλανής πόρτας, που όλοι τον βλέπουν με μισό μάτι.

ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Ο Γιάννης, μοναχικός σιδεράς, βρίσκει ευχαρίστηση στο κυνήγι και τη κατασκευή χειροποίητων κοσμημάτων. Ο διπλανός του γείτονας κακομεταχειρίζεται τον μεγαλόσωμο σκύλο του, κλαίγοντας και γαυγίζοντας συνέχεια. Όταν χάνει την από χρόνια αποξενωμένη μητέρα του, γεμίζει ενοχές και θυμό.

Θολός Bυθός

Δραματική βιογραφία, ελληνικής παραγωγής του 2024, σε σκηνοθεσία Ελένης Αλεξανδράκη, με τους Φίλιππο Μηλίκα, Μάριο Γαλετζά, Κωνσταντίνο Αθανασάκη, Αινεία Τσαμάτη, Αγνή Στρουμπούλη, Σίμο Κακάλα, Στέλιο Μάινα, Κάτια Γκουλιώνη, Μαρία Καλλιμάνη, Εύη Σαουλίδου, Αγλαΐα Παπά κα.

Μια ταινία πρωτίστως για τη μνήμη και δευτερευόντως για την ιστορία, από τις πιο μαύρες σελίδες της ελληνικής, καθώς ο πυρήνας της βρίσκεται στον εμφύλιο, στον διχασμό, εκεί που μοιράστηκαν χιλιάδες παιδιά στα λεγόμενα «παιδομαζώματα» και τα λιγότερο γνωστά σήμερα «παιδοφυλάγματα», τις περιβόητες «παιδουπόλεις» της τότε βασίλισσας Φρειδερίκης.

Η ιστορία, βασίζεται στην αληθινή ιστορία του συγγραφέα Γιάννη Ατζακά (ελεύθερη διασκευή των βιβλίων του «Θολός βυθός» και «Διπλωμένα φτερά») και αφορά τη δεύτερη περίπτωση, τις «παιδουπόλεις» της Φρειδερίκης, που εν αντιθέσει με εκείνους που τις ευγνωμονούν, ισχυριζόμενοι ότι εκεί τα παιδιά δεν πέθαναν από την πείνα και έμαθαν πέντε γράμματα, έρχεται να φωτίσει και να δώσει την πραγματική διάσταση της ύπαρξής τους, η νέα ταινία της Ελένης Αλεξανδράκη («Ξεριζωμένοι», «Η Νοσταλγός»).

Η σκηνοθέτιδα, που έχει τεράστια εμπειρία στο ντοκιμαντέρ, θα αναδείξει μια σχετικά άγνωστη ιστορία για τις «παιδουπόλεις», όπου τα παιδιά, πολλά απ’ τα οποία είχαν πατέρα αντάρτη, δέχθηκαν την κατήχηση των «εθνικοφρόνων» της εποχής και την αντικομμουνιστική ψυχροπολεμική υστερία, να αγαπούν την πατρίδα, όπως την εννοούσαν οι υποστηρικτές της Φρειδερίκης και φυσικά τη «φιλεύσπλαχνη βασίλισσα».

Ο Γιάννης, ένα παιδί που θα χάσει την οικογένειά του στη Θάσο, θα μεγαλώσει μέσα στις παιδουπόλεις της Φρειδερίκης, από τις αρχές του ’50. Με πατέρα αντάρτη και «μητερούλα» την τότε βασίλισσα θα ζήσει μέσα στην προσωπική του σύγχυση, τη στρατιωτική πειθαρχία, τις σωματικές τιμωρίες και την προπαγάνδα των δασκάλων του στα ιδρύματα που δημιούργησε η Φρειδερίκη και είχαν ως απώτερο στόχο την ιδεολογική καθαρότητα των ανταρτόπληκτων παιδιών της επαρχίας.

Η αναμόχλευση του παρελθόντος γίνεται από τη σκηνοθέτιδα αποσπασματικά, όπως το κάνει η ανθρώπινη μνήμη, καθώς ο ενήλικος πια ήρωας προσπαθεί να θυμηθεί πρόσωπα και γεγονότα, χαμένος στη μεγάλη εικόνα της ιστορίας, που πλήγωσε τη χώρα.

Η αναπαράσταση της ζωής στα βασιλικά ιδρύματα γίνεται μέσα από το παιδικό βλέμμα και άλλοτε θυμίζουν φυλακή και άλλοτε παιδική χαρά, αλλά πάντα κάτω από την αυστηρή αρχή «πατρίς, θρησκεία, οικογένεια». Και μέσα σε όλα, το άχαρο σκηνικό γίνεται και ο τόπος για την πρώτη φιλία, την πρώτη σεξουαλική αφύπνιση, αλλά και ασυνήθιστες σκέψεις για ένα παιδί, όπως ο ρόλος του πατέρα σε μια σκοτεινή ιστορία, που χαράκωσε τη ζωή του.

Η Αλεξανδράκη, στέκεται κυρίως στην ιστορία και τα γεγονότα, χάνοντας την εμβάθυνση στους χαρακτήρες, πολλοί απ’ τους οποίους μένουν αστήρικτοι, ενώ και τα σχολιαστικά voiceover του συγγραφέα θα μπορούσαν να εκλείπουν. Όμως, μας αποζημιώνει με τη συναισθηματική κορύφωση, όπου ο γιος (Αινείας Τσαμάτης) συναντά τον πατέρα (Στέλιο Μάινα), μια σκηνή που αγγίζει τον θολό βυθό της μνήμης και της ιστορίας.

ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Ο Γιάννης, γιος αντάρτη, ξεριζώνεται από τη θαλπωρή του σπιτιού του στο χωριό, γιατί η γιαγιά του πείθεται να τον παραδώσει στις παιδοπόλεις της βασίλισσας Φρειδερίκης με την ελπίδα ότι το εγγόνι της θα μάθει γράμματα. Σε αυτά τα ιδρύματα, όπου χειραγωγούνται οι ιδέες και οι επιθυμίες, το παιδί περνάει έξι από τα πιο τρυφερά χρόνια της ζωής του.

2073

(2073) Ντοκιμαντέρ, βρετανικής παραγωγής του 2024, σε σκηνοθεσία Ασίφ Καπάντια.

Αν βλέπαμε αυτό το δυστοπικό και αρκούντως ενδιαφέρον φιλμ πριν από είκοσι χρόνια ίσως να μιλάγαμε για την αχαλίνωτη φαντασία του δημιουργού της, του οσκαρικού και καταξιωμένου στις βιογραφίες Ασίφ Καπαντία. Τώρα, όμως, δεν μιλάμε για φαντασία αλλά για πραγματικότητα. Και αυτό διότι, δυστυχώς το φιλμ μιλάει για το σήμερα, τους υπαρκτούς κινδύνους που αντιμετωπίζει η ανθρωπότητα. Κίνδυνοι που θα φτάσουν στον μέγιστο βαθμό στο άμεσο μέλλον – με τους απλούς ανθρώπους να ζουν σαν αρουραίοι στα έγκατα των πόλων και τους ισχυρούς να ζουν μέσα στη χλιδή – αν δεν υπάρξει αφύπνιση και ο αγώνας που απαιτείται για να ματαιωθούν τα ζοφερά σχέδια μίας κάστας πολυ-δισεκατομμυριούχων, που εκτός από το χρήμα κρατούν και τον θησαυρό της πληροφορίας, εκμεταλλευόμενοι την τεχνολογία.

Ο Καπάντια, θα φτιάξει ένα υβριδικό φιλμ, εμπνευσμένος από την αγαπημένη του κλασική ταινία, το πειραματικό αριστούργημα «La Jetée» του Κρις Μαρκέρ, καθώς συνοδεύει το ντοκιμαντέρ του με τη μυθοπλασία, για να ενώσει τα κομμάτια των πραγματικών γεγονότων με το μέλλον και να δώσει έναν ακόμη πιο δραματικό και εφιαλτικό τόνο στο θέμα του. Ένα θέμα, που μιλά για την εξουσία, τους γνώριμους πανίσχυρους δισεκατομμυριούχους, την τεχνολογία, που λειτουργεί ως εργαλείο χειραγώγησης και κατατρομοκράτησης των λαών, την παρακολούθηση των πάντων, την αστυνομοκρατία, την κρατική βία, την τραγωδία της Παλαιστίνης, την καταστροφή του περιβάλλοντος, τα οικονομικά παιχνίδια με θύματα τους απλούς ανθρώπους και φυσικά την Τεχνητή Νοημοσύνη, που έρχεται να αποτελειώσει την ανθρωπότητα.

Ο Καπάντια προειδοποιεί ότι αυτή η κάστα πανίσχυρων επιχειρηματιών (Μασκ, Μπέζος, Ζούκεμπεργκ και άλλους λιγότερο γνωστούς, αλλά ιδιαιτέρως επιδραστικούς στις νέες συνθήκες) των «ελευθεριακών», όπως ονομάζονται και οι οποίοι επιζητούν, σε συνεργασία με πρόθυμους πολιτικούς, οι δαιδαλώδεις εταιρείες τους να είναι πάνω από έθνη, κράτη, κυβερνήσεις και λαούς, να ορίζουν τις τύχες του πλανήτη.

Ωστόσο, ο ικανός σκηνοθέτης, δεν ξεφεύγει από τις συνηθισμένες καταγγελίες και τον διδακτισμό, καθώς η άνιση ταινία του, αφενός πέφτει στην παγίδα αυτών που καταγγέλλει, ρίχνοντας αμέτρητες πληροφορίες, που δύσκολα το μυαλό μπορεί να επεξεργαστεί, όπως και οι χειραγωγοί των κοινωνιών και απ’ την άλλη, ορισμένες φορές μένει στην επιφάνεια, ομογενοποιεί διαφορετικές καταστάσεις και γεγονότα, χάνοντας ως έναν βαθμό την ευκαιρία να αναδείξει την πραγματική πηγή των δεινών που έρχονται.

Cleaner

(“Cleaner”) Περιπέτεια, βρετανικής παραγωγής του 2025, σε σκηνοθεσία Μάρτιν Κάμπελ, με τους Κλάιβ Όουεν, Ντέζι Ρίντλεϊ, Ταζ Σκάιλαρ, Φλάβια Γουότσον, Στέλα Στόκερ κα.

Θεαματική όσο και προβλέψιμη αγωνιώδης περιπέτεια, στα χνάρια του «Πολύ Σκληρός για να Πεθάνει», που άνετα ο υπότιτλος της ταινίας του Μάρτιν Κάμπελ, θα μπορούσε να είναι «πολύ σκληρή για να πεθάνει»…

Οι βασικές διαφορές με το φιλμ του 1988, που έκανε τον Μπρους Γουίλις σταρ πρώτου μεγέθους, αφορούν την αντικατάστασή του από γυναίκα σούπερ ηρωίδα και ένα αδύναμο προσχηματικό έως απλοϊκό μήνυμα για την τρομοκρατία και τη διαφθορά των πλούσιων.

Στο Λονδίνο, μία ομάδα ακραίων ακτιβιστών καταλαμβάνει τον χώρο που διεξάγεται το ετήσιο γκαλά μιας ενεργειακής εταιρείας, κρατώντας 300 ομήρους, προκειμένου να αποκαλύψει τη διαφθορά τους. Οι τύχες των ομήρων βρίσκονται στα χέρια μιας πρώην στρατιωτικού, που τυγχάνει να εργάζεται στον καθαρισμό των παραθύρων του πολυόροφου κτηρίου, ενώ ανάμεσα στους ομήρους βρίσκεται και ο μικρότερος αδελφός της.

Ο Κάμπελ των «Casino Royal» και το «GoldenEye» είναι φανερό ότι βρίσκεται σε κάμψη τα τελευταία χρόνια, καθώς αναλαμβάνει βαριεστημένα να κοπιάρει την ταινία του ’88, έχοντας ως ηρωίδα (να περάσει και το μήνυμα για τη γυναικεία δύναμη) την Ντέζι Ρίντλεϊ και ως κακό τον Κλάιβ Όουεν.

Με όλα τα κλισέ του είδους να κάνουν παρέλαση και να απουσιάζει η χιουμοριστική περσόνα του Γουίλις, το φιλμ από ένα σημείο και μετά χάνει κάθε ενδιαφέρον, ενώ και οι δυο πρωταγωνιστές είναι κατώτεροι τόσο του «αφασία Μπρους» όσο και του «κακού» Άλαν Ρίκμαν.

ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ.. Στο Λονδίνο μια ομάδα ακραίων ακτιβιστών καταλαμβάνει το ετήσιο γκαλά μιας ενεργειακής εταιρείας, με 300 ομήρους, αλλά δεν έχει υπολογίσει μία καθαρίστρια του κτηρίου που θέλει να σώσει τον αδελφό της.

Προβάλλονται ακόμη οι ταινίες:

The Monkey

(“The Monkey”) Μια διαφορετική ταινία τρόμου, με αρκετά κωμικά στοιχεία, βασισμένη στο διήγημα του Στίβεν Κινγ και σε σκηνοθεσία του αξιόλογου Οζ Πέρκινς, γιου του Άντονι Πέρκινς.

Από τη στιγμή της ανακάλυψης ενός φαινομενικά ακίνδυνου παιχνιδιού, μιας μαϊμού με ταμπούρλο, σε μια παλιά οικογενειακή σοφίτα, αρχίζουν να εκτυλίσσονται περίεργα και φρικτά γεγονότα και να επηρεάζεται η ζωή ενός άνδρα, που έχει παρελθόν με το συγκεκριμένο παιχνίδι.

Η ταινία έχει και την πλάκα της και τις τρομαχτικές στιγμές της και ξεφεύγει από τα κλισέ του είδους. Πρωταγωνιστούν οι Θίο Τζέιμς, Τατιάνα Μασλάνι, Ελάιτζα Γουντ, Κρίστιαν Κόνβερι, Κόλιν Ο’Μπράιεν κα.

Η Επίθεση των Τιτάνων: Η Τελευταία Επίθεση

(“Attack on Titan: The Last Attack”) Νεανική περιπέτεια φαντασίας κινουμένων, παραδοσιακών, σχεδίων, από την Ιαπωνία, όπου γνωρίζει τεράστια επιτυχία και τη σκηνοθετική υπογραφή του Γουιτσίρο Χαγιάσι. Τερατώδη πλάσματα, οι Τιτάνες, απειλούν τον κόσμο και μια παρέα παιδιών θα προσπαθήσει να τους σταματήσει. Η ταινία προβάλλεται και μεταγλωττισμένη στα ελληνικά.

Χάρης Αναγνωστάκης

ΦΩΤΟ ΑΡΧΕΙΟΥ: EPA/JAVIER ETXEZARRETA

Το άρθρο Ταινίες Πρώτης Προβολής: Από τον Γαβρά και τον Σόντερμπεργκ στον Τσαουσέσκου και τη Φρειδερίκη εμφανίστηκε πρώτα στο Εφημερίς Δημοπρασιών & Πλειστηριασμών.

Keywords
ταινιες, φρειδερικη, πιτ μπουλ, δραμα, φιλμ, φοξ, μυστήριο, κεπ, αντζελα, υποψηφιοτητες οσκαρ 2013, ευγένεια, εμφάνιση, νέα, διαδηλωσεις, Πρωτοχρονιά, radio, free, europe, θεσσαλονικη, κηδεία, θλίψη, μνήμη, χλιδή, ταζ, σταρ, royal, λογια, γιου, συγκεκριμένο, titan, ιαπωνια, κινηση στους δρομους, Γόνδολες της Βενετίας, παγκόσμια ημέρα της γυναίκας 2012, παρελαση θεσσαλονικη, κυβερνηση εθνικης ενοτητας, αδωνις γεωργιαδης, Καλή Χρονιά, Θόδωρος Αγγελόπουλος, αγγελοπουλος, τελος του κοσμου, η ζωη, μιλα, φιλοσοφικη, φεστιβαλ κινηματογραφου, επιθυμιες, παρελαση, μνήμη, θλίψη, γυναικα, γωνια, εικονες, εμπορικη, ηθικη, ηθοποιος, θεμα, θριλερ, ιχνος, κεπ, κοντρα, κωμωδιες, λονδινο, μητερα, ντοκιμαντερ, οουεν, παιχνιδια, περιεργα, πιεση, ρουμανια, σινεμα, σταρ, υβριδικο, υστερια, φιλια, ψεματα, radio, αγωγη, αγωνια, αρθρο, αντζελα, αναμνησεις, αξιοπρεπεια, απωλεια, ατμοσφαιρα, αυτοπεποιθηση, αφηγηση, αφορμη, βλεμμα, βρισκεται, γαβρας, γεγονοτα, γειτονας, γινεται, γειτονα, γιου, γραμμα, γυρισματα, δασος, διηγημα, δυστυχως, δωσει, δειγμα, ευη, εγινε, ευκαιρια, ευρω, ειπε, υπαρχει, ελλειψη, ελπιδα, εμφάνιση, εξι, εποχη, επιτυχια, ερχεται, ερχονται, εφιαλτης, τεχνη, τεχνολογια, ζωη, ζωης, ιδεα, κηδεία, ιδεες, εικοσι, ηρωες, υφος, θαλπωρη, θασο, θετικο, θιο, θολο, θρησκεια, εικονα, φιλμ, ησυχο, κυνηγι, λογια, ματια, ματι, μυστήριο, μικρο, μοναξια, μαρια, μυαλο, μυστικα, νεες ταινιες, νηματα, νοημοσυνη, ξυπνα, ομαδα, παντα, οικογενεια, ορια, οραμα, ουσιαστικα, παιδι, παιδικη χαρα, παιδια, παθος, πηγη, πειθαρχια, πιτ μπουλ, πλακα, υπογραφη, προβληματα, πρωταγωνιστες, ποναει, ραφια, ρολο, σελιδες, σεναριο, σιγουρα, συγκεκριμένο, σιδερα, συζητηση, συνεχεια, σκεψεις, σκηνες, σκηνοθετες, σκηνοθεσια, σοου, σπιτι, σπιτια, σουπερ, σχεδια, ταζ, τατιανα, τιτανες, τμημα, φυλακη, φαντασια, φεστιβαλ, φυση, φυσικα, φτανει, φοινικες, φοξ, φορα, χερι, χιουμορ, χλιδή, χρημα, χαρα, αδυνατο, αφεντικο, αφυπνιση, αγωνας, μπεζος, free, ειδη, ελληνικα, εννεα, ευγένεια, europe, ηρωας, χωρα, κλουβι, ξενος, κωμικα, κωστας, μελετη, μοιαζει, μπροστα, νικολετα, παιχνιδι, πληροφοριες, θειος, σκηνη, σωστο, titan, χερια, γιαγια, ψυχες
Αναζητήσεις
tainies-protis-provolis-apo-ton-gavra-kai-ton-sonterbergk-ston-tsaouseskou-kai-ti-freideriki.htm
Τυχαία Θέματα