Αμερικανικές εκλογές 2024: Τι σημαίνει για την Ελλάδα η νίκη Τραμπ

16:49 6/11/2024 - Πηγή: Dimosio

Η επανεκλογή του Ντόναλντ Τραμπ ως 47ου προέδρου των ΗΠΑ φέρνει νέα δεδομένα σε παγκόσμιο επίπεδο, σε μια περίοδο που ο ανταγωνισμός για τη διαμόρφωση της Νέας Τάξης Πραγμάτων μετά τον Ψυχρό Πόλεμο έχει ενταθεί, επηρεάζοντας παράλληλα και τις περιφερειακές αντιπαραθέσεις και τους διεθνείς ανταγωνισμούς.

Η αναμονή για τον Ιανουάριο, όταν ο Τραμπ αναλαμβάνει επισήμως τα καθήκοντά του, και οι διαδικασίες επιλογής των στελεχών για

τα κρίσιμα υπουργεία Εξωτερικών και Άμυνας, καθώς και για τη θέση του Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας, δημιουργούν ένα κλίμα αβεβαιότητας.

Οι πρώτες ενέργειες του Τραμπ στην εξωτερική πολιτική, πέρα από τις προεκλογικές εξαγγελίες, αναμένονται με ενδιαφέρον, ενώ το απρόβλεπτο των κινήσεών του προσθέτει αβεβαιότητα στην παγκόσμια σκηνή.

Η ελληνική κυβέρνηση, ωστόσο, δεν αιφνιδιάστηκε, καθώς η πιθανότητα εκλογής του Τραμπ θεωρούνταν πολύ υψηλή σε ανώτατο επίπεδο. Η υφυπουργός Εξωτερικών, Αλ. Παπαδοπούλου, με την εμπειρία της από τις εσωτερικές διεργασίες στις ΗΠΑ, είχε προβλέψει τη νίκη του συντηρητικού υποψηφίου ήδη από τις προηγούμενες ημέρες.

Επιπλέον, η πρόσφατη επίσκεψη του Μάικ Πομπέο στην Αθήνα και η συνάντησή του με τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη δεν ήταν τυχαία, καθώς ο πρώην υπουργός Εξωτερικών στην κυβέρνηση Τραμπ αναμένεται να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στη νέα αμερικανική κυβέρνηση.

Η σχέση του Τραμπ με την Ελλάδα

Η εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ ως προέδρου των ΗΠΑ έχει επιπτώσεις για την Ελλάδα σε τρία βασικά επίπεδα:

Πρώτον, μέσω της νέας αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής απέναντι στη Ρωσία και την Κίνα, και του τρόπου με τον οποίο η νέα αντίληψη εσωστρέφειας θα συνδυαστεί με τη διατήρηση του παγκόσμιου ρόλου των ΗΠΑ.

Δεύτερον, στη συνολική σχέση των ΗΠΑ με την Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΝΑΤΟ.

Και τρίτον, στην αμερικανική πολιτική στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, με ιδιαίτερη αναφορά στις σχέσεις Ελλάδας-Τουρκίας.

Η Ελλάδα δεν αντιμετώπισε σημαντικά προβλήματα κατά τη διάρκεια της θητείας του Ντόναλντ Τραμπ, καθώς η συνεργασία με την προηγούμενη κυβέρνηση ήταν εποικοδομητική. Ο Τραμπ είχε συναντήσεις τόσο με τον πρώην πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα όσο και με τον Κυριάκο Μητσοτάκη στον Λευκό Οίκο.

Μάλιστα, λίγο μετά την ανάληψη των καθηκόντων του Μητσοτάκη, πραγματοποιήθηκε η σημαντική επίσκεψη του Μάικ Πομπέο στην Ελλάδα, στα Χανιά και τη Σούδα.

Εκεί, υπεγράφη το πρωτόκολλο τροποποίησης της αμυντικής διμερούς συμφωνίας (5 Οκτωβρίου 2019), ενώ εγκαινιάστηκε ο Στρατηγικός Διάλογος ΗΠΑ-Ελλάδας, ο οποίος άνοιξε τον δρόμο για την υπογραφή της ανανεωμένης συμφωνίας MDCA.

Σε αυτό το πλαίσιο, ο Πομπέο είχε αποστείλει και επιστολή προς την Ελλάδα, παρέχοντας εγγυήσεις για την ασφάλεια της χώρας και διαβεβαιώνοντας για τη στήριξη των ΗΠΑ στην ειρηνική επίλυση των διαφορών της με την Τουρκία.

Στο νέο γεωπολιτικό τοπίο που διαμορφώνεται, η Ελλάδα αναμένεται να προσαρμόσει τη στρατηγική της στις μεγάλες προκλήσεις των διατλαντικών σχέσεων, συνεργαζόμενη με τους άλλους εταίρους της, με την ελπίδα ότι οι σχέσεις αυτές δεν θα οδηγηθούν σε κρίση.

Αυτό θα μπορούσε να αποδυναμώσει την αμυντική δέσμευση των ΗΠΑ προς την Ευρώπη. Παράλληλα, η Ελλάδα αναγνωρίζει ότι τώρα υπάρχει ισχυρό κίνητρο για την προώθηση της στρατηγικής αυτονομίας της Ευρώπης, ένα σχέδιο που η ίδια υποστηρίζει.

Κατά την προηγούμενη θητεία του, ο Ντόναλντ Τραμπ ήταν εκείνος που επέτρεψε την ενεργή εμπλοκή των ΗΠΑ στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, με τη συμμετοχή του τότε Υπουργού Εξωτερικών Μάικ Πομπέο στη σύνοδο της τριμερούς συνεργασίας Ελλάδας – Κύπρου – Ισραήλ (3+1) στο Τελ Αβίβ το 2019.

Κύριος πυλώνας της πολιτικής του στην περιοχή ήταν η ισχυρή στήριξη στο Ισραήλ, μια θέση που φαίνεται να παραμένει αμετάβλητη παρά τις εξελίξεις στη Γάζα.

Η σχέση του Τραμπ με τον Ερντογάν

Ένα σημαντικό ερώτημα που παραμένει αφορά την πολιτική του Τραμπ απέναντι στην Τουρκία. Παρά τις δημόσιες δηλώσεις για προσωπική σχέση με τον Τούρκο πρόεδρο Ερντογάν, αυτή η φιλία φαίνεται να είναι περισσότερο μύθος, καθώς δεν αποτυπώθηκε σε ουσιαστική πολιτική κατά τη διάρκεια της πρώτης θητείας του Τραμπ.

Πιο συγκεκριμένα, ο Τραμπ απείλησε τον Ερντογάν ότι θα «βουλιάξει την τουρκική οικονομία», επιβάλλοντας κυρώσεις μετά την υπόθεση του πάστορα Μπράνσον και αποκλείοντας την Τουρκία από το πρόγραμμα των F-35 μέσω της νομοθεσίας CAATSA.

Επιπλέον, έπληξε τα στρατηγικά συμφέροντα της Τουρκίας, καθώς ενώ η Άγκυρα περίμενε απόσυρση των αμερικανικών δυνάμεων από τη Συρία, η κυβέρνηση Τραμπ όχι μόνο διατήρησε την υποστήριξή της στους Κούρδους, αλλά με μια εξαιρετικά αυστηρή και προκλητική επιστολή προς τον Ερντογάν, τον αποκάλεσε «ηλίθιο» και του απαγόρευσε να προχωρήσει σε στρατιωτική επιχείρηση στη Βόρεια Συρία, καλώντας τον να διαπραγματευτεί με τον επικεφαλής των Κούρδων, που η Τουρκία θεωρεί συνδεδεμένο με το PKK.

Σχέσεις Άγκυρας – Ουασιγκτον

Οι σχέσεις μεταξύ Άγκυρας και Ουάσιγκτον αναμένεται να παραμείνουν τεταμένες στο προσεχές διάστημα, καθώς η στήριξη του Ντόναλντ Τραμπ στο Ισραήλ και στον προσωπικό του φίλο, τον πρωθυπουργό Νετανιάχου, φέρνει τον αμερικανό πρόεδρο σε άμεση σύγκρουση με τον Τούρκο πρόεδρο Ερντογάν.

Ο τελευταίος έχει κηρύξει «τζιχαντ» κατά του Ισραήλ λόγω της σύγκρουσης στη Γάζα, γεγονός που καθιστά τις σχέσεις τους ακόμα πιο δύσκολες. Επιπλέον, η Τουρκία δεν μπορεί να αναμένει αποχώρηση των αμερικανικών δυνάμεων από τη Βόρεια Συρία, ενισχύοντας τη θεωρία εντός της Τουρκίας ότι υπάρχει διεθνής συνωμοσία, η οποία περιλαμβάνει το Ισραήλ και συντηρητικούς κύκλους στην Ουάσιγκτον, με σκοπό τη δημιουργία και υποστήριξη μιας αυτόνομης κουρδικής οντότητας στη βορειοανατολική Συρία.

Αυτό θεωρείται από την Άγκυρα ως ανάχωμα στην επιρροή του Ιράν στην περιοχή και ως μέσο πίεσης για τον έλεγχο της Τουρκίας.

Όσον αφορά τα F-35, παρά την αυστηρότητα της νομοθεσίας CAATSA, η Τουρκία ελπίζει να βρει ανοιχτά αυτιά στην νέα αμερικανική κυβέρνηση, χρησιμοποιώντας ως επιχείρημα ότι η επιστροφή της Τουρκίας στο πρόγραμμα των F-35 θα προσφέρει σημαντική ώθηση στην αμερικανική πολεμική βιομηχανία.

Η εκλογή Τραμπ και η έναρξη του ελληνοτουρκικού διαλόγου φαίνεται να ενισχύουν την προσέγγιση της νέας αμερικανικής κυβέρνησης προς αυτή τη διαδικασία, θεωρώντας τη σημαντική για τη σταθερότητα και τη λειτουργία του ΝΑΤΟ στην κρίσιμη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου.

Ωστόσο, το μεγάλο ερώτημα παραμένει εάν η Τουρκία, σε έναν κόσμο που συνεχώς μεταβάλλεται και με τον ρόλο της ακόμα αβέβαιο, είναι έτοιμη να κάνει ουσιαστικές συναινέσεις που θα επιτρέψουν την επίλυση της διαφοράς για την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας.

Σε αυτό το αβέβαιο και δυναμικό περιβάλλον, η ελληνική εξωτερική πολιτική θα κινηθεί με στρατηγική, έχοντας ως πλεονέκτημα την ισχυρή στρατηγική σχέση με τις ΗΠΑ, η οποία πλέον εκτείνεται πέρα από τη στρατιωτική συνεργασία, ενισχύοντας την παρουσία των αμερικανικών δυνάμεων στη χώρα και προσφέροντας νέα δυναμική στις ελληνοαμερικανικές σχέσεις.

Διαβάστε ΕΔΩ περισσότερες ειδήσεις

Keywords
Τυχαία Θέματα