Fitch: Τα προφίλ των τεσσάρων ελληνικών τραπεζών εν μέσω πανδημίας

O οίκος αξιολόγησης Fitch επιβεβαίωσε τις αξιολογήσεις των τεσσάρων συστημικών τραπεζών (Eurobank CCC+, Εθνική CCC+, Alpha Bank CCC+ και Πειραιώς CCC), κάνοντας λόγο για αδύναμα πιστωτικά προφίλ των τραπεζών και επικείμενους κινδύνους, λόγω των επιπτώσεων της πανδημίας στην οικονομία.

Ειδικότερα,

όπως επισημαίνει, ο πιο άμεσος κίνδυνος για μία πιθανή υποβάθμιση των τραπεζών σχετίζεται με την επίδραση που θα έχει ο κορονοϊός στον κλάδο κι ενώ η κεφαλαιακή θέση και η ποιότητα του ενεργητικού είναι αδύναμη. Ο οίκος προβλέπει ύφεση 8,1% στην Ελλάδα το 2020, λόγω των περιοριστικών μέτρων έναντι της πανδημίας, της παγκόσμιας ύφεσης και της βουτιάς στον τουρισμό, ενώ αναμένει ανάκαμψη 5,1% στην οικονομική δραστηριότητα το 2021. Ωστόσο, αναφέρει ότι η εκτίμηση αυτή ενέχει αβεβαιότητες, καθώς είναι άγνωστη η έκταση και η διάρκεια του ιού, γεγονός που δεν αποκλείει ένα δεύτερο κύμα κρουσμάτων και μέτρων lockdown.

Η εικόνα στις ελληνικές τράπεζες:

Eurobank

Το CCC+ αντανακλά την ακόμα αδύναμη ποιότητα ενεργητικού και το υψηλό κεφαλαιακό βάρος από τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια (NPEs), αν και στα δύο μέτωπα υπήρξε σημαντική βελτίωση το 2019 και έχουν καλύτερη εικόνα από τον ανταγωνισμό, γράφει ο οίκος. Η τράπεζα μείωσε τα προβληματικά δάνεια κατά 20% το 2019 και ο σχετικός δείκτης υποχώρησε στο 29% από 37%, σύμφωνα με τους υπολογισμούς του. Η κάλυψη μέσω προβλέψεων παραμένει μέτρια, στο 55%.

Η τράπεζα σκοπεύει να ολοκληρώσει την τιτλοποίηση των 7,5 δισ. ευρώ το δεύτερο τρίμηνο του 2020, κάτι που θα μειώσει τον δείκτη προβληματικών δανείων στο περίπου 15%. Σε ό,τι αφορά τα κεφάλαια, ο δείκτης CET1 και ο συνολικός κεφαλαιακός δείκτης αυξήθηκε στο 16,7% και 19,2% αντίστοιχα στα τέλη του 2019, εξαιτίας κυρίως της συγχώνευσης με την Grivalia.

Η κερδοφορία έχει ωφεληθεί τα τελευταία χρόνια από τη θετική συνεισφορά διεθνών δραστηριοτήτων, σε αντίθεση με άλλες ελληνικές τράπεζες, αλλά παραμένει αδύναμη και πιθανότατα θα δεχτεί νέες πιέσεις στο σημερινό περιβάλλον.

Η τράπεζα συνέχισε να ενισχύει τη χρηματοδότησή της το 2019 μετά την απομόχλευση και τις ροές καταθέσεων, αλλά παραμένει «ευαίσθητη» στο κλίμα που διαμορφώνεται στις τάξεις των επενδυτών και των καταθετών.

Σύμφωνα με τον οίκο, σε αναβάθμιση θα μπορούσε να οδηγήσει η επιτυχημένη ολοκλήρωση της τιτλοποίησης, χωρίς σημαντική αποδυνάμωση της κεφαλαιακής θέσης και η μη επιβάρυνση της εικόνας σε ό,τι αφορά το οικονομικό περιβάλλον στη χώρα. Η «αντοχή» σε ό,τι αφορά την κερδοφορία και βελτίωση της κατάστασης σε ό,τι αφορά τη ρευστότητα μπορεί επίσης να αποτελέσουν θετικούς παράγοντες.

Από την άλλη πλευρά, υποβάθμιση μπορεί να γίνει αν επιβαρυνθεί η εικόνα στην οικονομία και αυτό οδηγήσει σε μόνιμη βλάβη της ποιότητας κεφαλαίου και ενεργητικού, περιλαμβανομένης μιας προσωρινής διάρρηξης των κεφαλαιακών μαξιλαριών χωρίς ξεκάθαρο μονοπάτι για αποκατάσταση των κεφαλαιακών δεικτών σε εύλογο χρονικό διάστημα.

Όπως επισημαίνει ο οίκος, τα μέτρα στήριξης από τις αρχές (δάνεια με κρατική εγγύηση, διευκολύνσεις στην παροχή ρευστότητας) μπορούν να μετριάσουν τον αρνητικό αντίκτυπο.

Εθνική

Το CCC+ αντανακλά την ακόμα αδύναμη ποιότητα ενεργητικού και το υψηλό κεφαλαιακό βάρος από τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια (NPEs), αν και στα δύο μέτωπα υπήρξε σημαντική βελτίωση το 2019 και είναι καλύτερα από τον ανταγωνισμό. Η ΕΤΕ κατάφερε να μειώσει τα προβληματικά δάνεια το 2019 κατά 30%, οδηγώντας τον σχετικό δείκτη στο 31% στα τέλη της χρονιάς, σύμφωνα με τη Fitch. Η κάλυψη μέσω προβλέψεων παραμένει μέτρια, στο 53%. Η τράπεζα είναι σχετικά περισσότερο εκτεθειμένη σε τίτλους χρέους από τον ανταγωνισμό, με το κρατικό χρέος να αντιπροσωπεύει περίπου 100% του δείκτη CET1 της ETE, εκ του οποίου το 15% έχει υπολογιστεί στη δίκαια αξία.

Η Fitch θυμίζει ότι η Εθνική σχεδιάζει να ολοκληρώσει τιτλοποίηση περίπου 6 δισ. ευρώ το 2020, με χρήση του Ηρακλή, όπως και οι άλλες τράπεζες, ωστόσο εκτιμά ότι η συναλλαγή θα καθυστερήσει, καθώς πιστεύει ότι η επενδυτική «όρεξη» θα είναι μικρότερη λόγω της πανδημίας.

Ο δείκτης CET1 και ο συνολικός κεφαλαιακός δείκτης είναι 16% και 16,9% αντίστοιχα, με βάση στοιχεία 2019.
Η κερδοφορία παραμένει αδύναμη και πιθανότατα θα πιεστεί στο δεδομένο οικονομικό περιβάλλον, αν και αυτό αντισταθμίζεται από τα έκτακτα κέρδη λόγω trading, ύψους 800 εκατ. ευρώ το πρώτο τρίμηνο του 2020. Βέβαια, η τράπεζα έγραψε και ζημιά 500 εκατ. ευρώ από την Εθνική Ασφαλιστική, το 80% της οποίας σκοπεύει να πουλήσει, μια διαδικασία όμως που λόγω πανδημίας ενέχει δυσκολίες.

Η χρηματοδότηση συνέχισε να ενισχύεται το 2019, αλλά παραμένει «ευάλωτη» στο οικονομικό κλίμα. Την περασμένη χρονιά, η ΕΤΕ μείωσε σημαντικά την εξάρτηση από τα repos και εξέδωσε τίτλους 400 εκατ. ευρώ, εκμεταλλευόμενη το θετικό κλίμα, τότε, στην αγορά.

Μια αναβάθμιση μοιάζει απίθανη στο υφιστάμενο περιβάλλον και απαιτεί από την Εθνική να δείξει ότι μπορεί να αντέξει την πίεση στην ποιότητα ενεργητικού και την κερδοφορία κατά τη διάρκεια της κρίσης.

Πιθανότερος παράγοντας αναβάθμισης θα ήταν μείωση των κεφαλαιακών βαρών από τα προβληματικά δάνεια και ενίσχυση του κεφαλαιακού μαξιλαριού. Θετικό στοιχείο θα ήταν και το να βελτιωθεί η εσωτερική δημιουργία κεφαλαίου μέσω λειτουργικών κερδών.

Στον αντίποδα, μια υποβάθμιση μπορεί να γίνει αν επιβαρυνθεί η εικόνα στην οικονομία και αυτό οδηγήσει σε μόνιμη βλάβη της ποιότητας κεφαλαίου και ενεργητικού, περιλαμβανομένης μιας προσωρινής διάρρηξης των κεφαλαιακών μαξιλαριών χωρίς ξεκάθαρο μονοπάτι για αποκατάσταση των κεφαλαιακών δεικτών σε εύλογο χρονικό διάστημα.

Alpha Βank

Το CCC+ αντανακλά την ακόμα αδύναμη ποιότητα ενεργητικού και το μεγάλο κεφαλαιακό βάρος από τα NPEs, που είναι υψηλότερο από κάποιες άλλες τράπεζες. Η τράπεζα κατάφερε να μειώσει τα κόκκινα δάνεια κατά περίπου 15% το 2019, με τον δείκτη να περιορίζεται στο 46% στα τέλη του έτους, έναντι 50% ένα χρόνο νωρίτερα, σύμφωνα με τους υπολογισμούς της Fitch. Η κάλυψη για τα προβληματικά δάνεια είναι χαμηλή, στο 42%, και κατά τον οίκο, αυτό καθιστά την τράπεζα περισσότερο ευάλωτη σε σοκ που σχετίζονται με την αποτίμηση εξασφαλίσεων.

Η τράπεζα σχεδιάζει το 2020 τιτλοποίηση 12 δισ. ευρώ με χρήση του «Ηρακλή», κάτι που θα μειώσει τον δείκτη NPEs στο 20%, ωστόσο, ο οίκος θεωρεί ότι η συναλλαγή μπορεί να καθυστερήσει λόγω συγκυρίας.

Η υφιστάμενη αξιολόγηση λαμβάνει υπόψη την ισχυρότερη κεφαλαιοποίηση έναντι του ανταγωνισμού, με τον δείκτη CET1 και τους συνολικούς κεφαλαιακούς δείκτες στο 17,9% στα τέλη της προηγούμενης χρονιάς. Τον Φεβρουάριο προχώρησε στην έκδοση τίτλων αξίας 500 εκατ. ευρώ και ενίσχυσε τον κεφαλαιακό δείκτη στο 19%. Από την άλλη πλευρά, η ικανότητα για εσωτερική δημιουργία κεφαλαίου παραμένει αδύναμη και πιθανότατα θα πιεστεί.

Μια αναβάθμιση φαίνεται απίθανη στο υφιστάμενο περιβάλλον και απαιτεί να δείξει ότι μπορεί να αντέξει την πίεση στην ποιότητα ενεργητικού και την κερδοφορία κατά τη διάρκεια της κρίσης. Πιθανότερος παράγοντας αναβάθμισης θα ήταν μείωση των κεφαλαιακών βαρών από τα προβληματικά δάνεια και ενίσχυση του κεφαλαιακού μαξιλαριού. Θετικό στοιχείο θα ήταν και το να βελτιωθεί η εσωτερική δημιουργία κεφαλαίου μέσω λειτουργικών κερδών.

Από την άλλη πλευρά, χειροτέρευση του οικονομικού περιβάλλοντος που θα οδηγήσει σε μόνιμη βλάβη της ποιότητας ενεργητικού και κεφαλαίων θα μπορούσε να φέρει υποβάθμιση. Σε αυτό περιλαμβάνεται και μια πιθανή διάρρηξη των κεφαλαιακών δεικτών, χωρίς ξεκάθαρο μονοπάτι για αποκατάσταση σε εύλογο χρονικό διάστημα.

Πειραιώς

Η αξιολόγηση (CCC) αντανακλά την ιδιαίτερα αδύναμη ποιότητα ενεργητικού και το πολύ υψηλό κεφαλαιακό βάρος από τα προβληματικά δάνεια. Η Πειραιώς κατάφερε να μειώσει τα NPEs κατά περίπου 10% το 2019, με τον δείκτη όμως να βρίσκεται στο 50% στα τέλη της χρονιάς. Η κάλυψη είναι χαμηλή, στο 44%, και αυτό κάνει την τράπεζα ευάλωτη σε πιθανή αποδυνάμωση της αξίας των εγγυήσεων.

Η Πειραιώς ετοιμάζει δύο τιτλοποιήσεις συνολικού ύψους 7 δισ. ευρώ το 2020, με χρήση του «Ηρακλή», και αυτό μπορεί να οδηγήσει σε μείωση του δείκτη NPEs στο 35% περίπου. Ωστόσο μπορεί να καθυστερήσουν λόγω της πανδημίας.

Ο δείκτης CET1 και ο συνολικός κεφαλαιακός δείκτης της Πειραιώς βελτιώθηκαν σε 14,1% και 14,9% την περασμένη χρονιά, μέσα από κινήσεις της διοίκησης. Περιελάμβαναν την έκδοση ομολόγου Tier II 400 εκατ. ευρώ τον περασμένο Ιούνιο και τη συμφωνία με Intrum για τη διαχείριση των κόκκινων δανείων. Η τράπεζα προχώρησε σε νέα έκδοση τίτλου 500 εκατ. ευρώ, ανεβάζοντας (pro forma) τον δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας στο 16%.

Η κατάσταση σε ό,τι αφορά τη χρηματοδότηση και τη ρευστότητα βελτιώθηκε το 2019 μέσω της απομόχλευσης και της εισροής καταθέσεων και εμφανίζεται καλύτερη από τον ανταγωνισμό, σύμφωνα με τη Fitch.

Και στην περίπτωση της Πειραιώς, μια αναβάθμιση δείχνει απίθανη στο υφιστάμενο περιβάλλον και απαιτεί να δείξει ότι μπορεί να αντέξει την πίεση στην ποιότητα ενεργητικού και την κερδοφορία κατά τη διάρκεια της κρίσης. Πιθανότερος παράγοντας αναβάθμισης θα ήταν μείωση των κεφαλαιακών βαρών από τα προβληματικά δάνεια και ενίσχυση του κεφαλαιακού μαξιλαριού. Θετικό στοιχείο θα ήταν και το να βελτιωθεί η εσωτερική δημιουργία κεφαλαίου μέσω λειτουργικών κερδών.

Από την άλλη πλευρά, υποβάθμιση θα μπορούσε να φέρει χειροτέρευση του οικονομικού περιβάλλοντος, η οποία θα προκαλέσει μόνιμη βλάβη στην ποιότητα ενεργητικού και κεφαλαίων. Σε αυτό η Fitch περιλαμβάνει και πιθανή διάρρηξη των κεφαλαιακών δεικτών χωρίς ξεκάθαρο μονοπάτι αποκατάστασης σε εύλογο χρονικό διάστημα.

FitchEurobank Εθνική ΤράπεζαΤράπεζα Πειραιώς Alpha Bank
Keywords
Τυχαία Θέματα