Γερμανικές Εκλογές: Αναζητούνται νέα δημοσιονομικά εργαλεία-Το μέλλον του «φρένου» χρέους

Ολοκληρώνεται την Κυριακή (23/2) η εκλογική διαδικασία στη Γερμανία. Μετά από μία ταραχώδη προεκλογική περίοδο, η οποία χαρακτηρίστηκε από τοξικότητα, πόλωση, απλοϊκές προσεγγίσεις στα προεκλογικά προγράμματα και διάφορες εξωτερικές παρεμβάσεις (Μασκ και Βανς), η νέα γερμανική κυβέρνηση, θα κληθεί να αναμετρηθεί, με τα σημαντικά προβλήματα της χώρας και της Ευρώπης. Η μεγαλύτερη πρόκληση που θα κληθεί να αντιμετωπίσει είναι η εξασφάλιση ενός μακροπρόθεσμου μοντέλου ασφάλειας για την Ουκρανία και την Ευρώπη, μετά τη διαφαινόμενη

απόσυρση του αμερικανικού παράγοντα. Για να μπορέσει η Γερμανία να ανταποκριθεί στις νέες αυτές προκλήσεις θα χρειαστεί να μεταρρυθμίσει πιθανότατα το «φρένο» χρέους της.

Τι είναι το «φρένο» χρέους;

Το γερμανικό «φρένο χρέους» (στα γερμανικά Schuldenbremse) είναι ουσιαστικά ένας κόφτης που περιορίζει τη δυνατότητα δανεισμού τόσο της ομοσπονδιακής κυβέρνησης όσο και εκείνων των κρατιδίων. Εισήχθη στο γερμανικό Grundgesetz (δηλαδή το γερμανικό Σύνταγμα) κατά τη διάρκεια της πρώτης κυβέρνησης της Άνγκελα Μέρκελ (2005-2009) με Υπουργό Οικονομικών τον Σοσιαλδημοκράτη Πεερ Στάινμπρουκ, για να εφαρμοστεί πλήρως επί υπουργίας Βόλφγκανγκ Σόιμπλε το 2011.

Αναλυτικότερα, το ισχύων πλαίσιο για το χρέος περιορίζει τη δυνατότητα δανεισμού της ομοσπονδιακής κυβέρνησης κατά βάση στο 0,35% του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος. Τα ομόσπονδα κρατίδια είχαν παραιτηθεί από ένα τέτοιο διαρθρωτικό περιθώριο χρέους κατά τη διάρκεια της μεταρρύθμισης του 2008. Ωστόσο, το πλαίσιο του «φρένου» αλλάζει ανάλογα με την οικονομική κατάσταση που βιώνει η χώρα. Η επιτρεπόμενη αύξηση σε περίοδο ύφεσης είναι ήδη αισθητή. Σύμφωνα με ρεπορτάζ της εφημερίδας FAZ του Δεκεμβρίου, με τα σημερινά δεδομένα, το όριο χρέους θα μπορούσε να ανέλθει έως 55 δισ. ευρώ για το 2025.

Το «φρένο» έριξε τον Σολτς

Υπενθυμίζεται ότι ο ρόλος του «φρένου» ήταν εν τέλει ο καθοριστικός παράγοντας που «τελείωσε» την κυβέρνηση Σολτς στις 6 Νοεμβρίου του 2024. Ο Σολτς επέμενε στην ανάγκη αναστολής-χαλάρωσής του, με το επιχείρημα ότι η Ουκρανία χρειαζόταν αυξημένη βοήθεια από τη Γερμανία, την οποία δεν μπορούσε να της διασφαλίσει στα υπάρχοντα δημοσιονομικά πλαίσια. Αυτό δεν το δεχόταν ο Υπουργός Οικονομικών Κρίστιαν Λίντνερ των Ελεύθερων Δημοκρατών (FDP), που επέμενε σε περικοπές κοινωνικών δαπανών. Μετά την αποπομπή του από τη γερμανική κυβέρνηση τον Νοέμβριο, ο Λίντνερ κατήγγειλε ότι ο Σολτς ήθελε να τον υποχρεώσει να παραβιάσει τα συνταγματικά του καθήκοντα. Το «φρένο» έχει αναστείλει μέχρι στιγμής μία φορά, επί πανδημικής κρίσης.

Τα σχέδια του Φρίντριχ Μερτς

Δεν αποτελεί μεγάλη έκπληξη ότι τόσο οι Σοσιαλδημοκράτες του Σολτς (SPD) όσο και το κόμμα των Πρασίνων, τάσσονται μετά τις τελευταίες γεωπολιτικές εξελίξεις υπέρ της χαλάρωσης-μεταρρύθμισης του «φρένου» χρέους. Από την άλλη, ο εκτός απροόπτου επόμενος καγκελάριος Φρίντριχ Μερτς από το συντηρητικό CDU, έχει μέχρι στιγμής δώσει σχετικά αόριστες απαντήσεις για το ζήτημα αυτό.

Ο Μερτς θεωρείται «παιδί του Σόιμπλε». Τάσσεται υπέρ της απορρύθμισης των αγορών και των σφιχτών δημοσιονομικών πλαισίων. Επομένως, παλαιότερα υπερασπιζόταν το «φρένο». Πλέον ωστόσο φαίνεται να προσεγγίζει το θέμα αυτό με μεγαλύτερη ευελιξία.

Ήδη τον περασμένο Νοέμβριο είχε δηλώσει ανοιχτός σε μία ενδεχόμενη μεταρρύθμιση, ωστόσο στη συνέχεια απέφυγε να αναδείξει το ζήτημα κατά τη διάρκεια της εκλογικής μάχης, πιθανότατα για λόγους τακτικής. Αξίζει επίσης να αναφερθεί ότι στη Σύνοδο για την Ασφάλεια στο Μόναχο τάχθηκε μεν υπέρ της αύξησης των αμυντικών δαπανών, αλλά δεν πήρε σαφή θέση στην πρόταση της Φον ντερ Λάιεν για εξαίρεση των δημοσιονομικών δαπανών από το Σύμφωνο Σταθερότητας (ΣΣΑ), ωστόσο δεν το απέρριψε κιόλας.

Αναλυτές στη Γερμανία θεωρούν σε μεγάλο βαθμό δεδομένη τη χαλάρωση-μεταρρύθμιση του «φρένου». Προφανώς αυτή η τάση οφείλεται στην ανάγκη εύρεσης νέων δημοσιονομικών εργαλείων ώστε να μπορέσει η ισχυρότερη οικονομία της Ευρώπης να είναι σε θέση να παράσχει την απαραίτητη στήριξη στους Ουκρανούς μετά την ρωσοαμερικανική συνεννόηση των τελευταίων ημερών, αλλά να αναβαθμίσει η ίδια την αποτρεπτική της ικανότητα.

Ποιοι πιέζουν τον Μερτς

Ωστόσο η αλλαγή στάσης του Μερτς δεν οφείλεται μόνο σε αυτόν τον παράγοντα. Το «φρένο» έχει βρεθεί στο επίκεντρο της κριτικής πολλών οικονομολόγων που υποστηρίζουν ότι η ύπαρξή του έχει εμποδίσει την εύρεση των απαραίτητων κονδυλίων που χρειάζονται για επενδύσεις στους τομείς πράσινης μετάβασης, ψηφιοποίησης και εκσυγχρονισμού των υποδομών.

Παράλληλα πολλοί βιομηχανικοί σύνδεσμοι και εμπορικά επιμελητήρια, που θεωρούνται φιλικά προσκείμενα στο CDU, πιέζουν προς μία χαλάρωση της ρύθμισης. Την ίδια στιγμή, κρατιδιακοί πρωθυπουργοί του κόμματος τάσσονται παρασκηνιακά επίσης υπέρ μίας μεταρρύθμισης του μέτρου, υποστηρίζοντας ότι το «φρένο» είναι πλέον υπερβολικά περιοριστικό. Τέλος, ακόμη ο επικεφαλής της Bundesbank Γιοάχιμ Νάγκελ έχει επανειλημμένα ταχθεί υπέρ μίας κίνησης προς αυτήν την κατεύθυνση κατά τη διάρκεια των τελευταίων μηνών.

Ως εκ τούτου, ανεξαρτήτως του αν εν τέλει ο συντηρητικός Μερτς συγκυβερνήσει είτε με τους Σοσιαλδημοκράτες είτε με τους Πράσινους (ή και με τους δύο), θα κληθεί πιθανότατα να «επικαιροποιήσει» το φρένο χρέους, προσαρμοζόμενος στις ανάγκες της εποχής.

Τέλος, για να υπάρξει μεταρρύθμιση απαιτείται πλειοψηφία 2/3 στην Ομοσπονδιακή Βουλή. Υπέρ της διατήρησης του «φρένου» τάσσονται η ακροδεξιά Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) και οι Ελεύθεροι Δημοκράτες (FDP), ενώ την πλήρη κατάργησή του υποστηρίζει το αριστερό κόμμα Die Linke.

Γιώργος Ραυτόπουλος

#γερμανικές_εκλογές #Μερτς #Σολτς #Μασκ #AfD #ΕΚΛΟΓΕΣ_ΓΕΡΜΑΝΙΑ
Keywords
Αναζητήσεις
germanikes-ekloges-anazitountai-nea-dimosionomika-ergaleia-to-mellon-tou-frenou-chreous.htm
Τυχαία Θέματα