Η Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας του 1982 ως Ευρωπαϊκό δίκαιο από το 1998

Γράφει οΓεώργιος Ανθρακεύς*

Η Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας από την 23 Ιουνίου 1998 αποτελεί επισήμως υπερισχύον δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ως εκ τούτου δεσμευτικό κοινοτικό κεκτημένο για τις χώρες μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης  δηλαδή για την Ελλάδα. Η Τουρκία την 12 Σεπτεμβρίου 1963 υπέγραψε με την πρώην ΕΟΚ

Συμφωνία Σύνδεσης για εμπορικούς και οικονομικούς σκοπούς. Το ίδιο έγινε την 26 Φεβρουαρίου 2009 μεταξύ της Αλβανίας και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Ως μόνη λύση της ατέρμονης θαλάσσιας διαφοράς της Ελλάδος ως χώρα μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης με την Τουρκία ως υποψήφιας χώρας προς ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση  προτείνεται να επιλύσουν την μοναδική θαλάσσια διαφορά τους που είναι ο καθορισμός ΑΟΖ- διότι θα συμπεριλαμβάνεται με τον τρόπο αυτό και η υφαλοκρηπίδα- αποκλειστικά και μόνο ενώπιον του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο Λουξεμβούργο υπό το νομικό πλαίσιο που καθορίζεται στα άρθρα 344 της Συνθήκης Λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ) όπου ορίζει ρητώς ότι χώρες μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης υποχρεούνται να ρυθμίζουν διαφορές τους μόνο και αποκλειστικά στο δικαιοδοτικό όργανο της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο Λουξεμβούργο. Επιπρόσθετα το άρθρο 282 της Σύμβασης για το δίκαιο της θάλασσας του 1982 εφαρμόζεται κατά προτεραιότητα αλλά και λειτουργεί ως κανόνας εξαίρεσης στο άρθρο 287 της ίδιας Σύμβασης για το δίκαιο της θάλασσας.  Το άρθρο 287 της Σύμβασης αυτής προβλέπει όντως το διεθνές δικαστήριο της Χάγης, το δικαστήριο του Αμβούργου αλλά και το ειδικό διαιτητικό δικαστήριο της Σύμβασης ότι είναι αρμόδια για διαφορές που προκύπτουν από την Σύμβαση για το δίκαιο της θάλασσας. Αυτή η κατά προτεραιότητα και κατ’ εξαίρεση εφαρμογή του άρθρου 282 της Σύμβασης για το δίκαιο της θάλασσας ισχύει, διότι η Ελλάδα ανήκει στην Ευρωπαϊκή Ένωση και υπερισχύει από την Σύμβαση για το δίκαιο της θάλασσας του 1982. Η ίδια η Σύμβαση για το δίκαιο της θάλασσας του 1982 στο άρθρο 282 ορίζει ρητώς αυτή την υπεροχή του ευρωπαϊκού δικαίου έναντι της Σύμβασης για το δίκαιο της θάλασσας.

Αυτές οι δύο νομικές διατάξεις δεσμεύουν την Ελλάδα ως χώρα μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης να παραπέμπει στο δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο Λουξεμβούργο κάθε νομική διαφορά που θα προκύπτει.  Ως αιτιολογία για παραπομπή της διαφοράς στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο Λουξεμβούργο θα είναι ο καθορισμός αλιευτικής ζώνης της Ελλάδος και της Τουρκίας στο Αιγαίο αλλά και στην Ανατολική Μεσόγειο. Επιπρόσθετα το άρθρο 25 παράγραφος 2 της Συμφωνίας Σύνδεσης ΕΟΚ- Τουρκίας του 1963 που είναι πάντα σε ισχύ προβλέπει ρητώς τον δικαστικό τρόπο επίλυσης τέτοιας διαφοράς με την συμμετοχή του Συμβουλίου Σύνδεσης ως Θεματοφύλακας της Συμφωνίας Σύνδεσης ΕΟΚ-Τουρκίας του 1963 και αρμόδιο δικαστήριο θα είναι το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο Λουξεμβούργο. Το ίδιο θα ισχύει αναλογικά και στην περίπτωση της θαλάσσιας δικαστικής οριοθέτησης ΑΟΖ μεταξύ Ελλάδος-Αλβανίας επί τη βάσει της Συμφωνίας Σύνδεσης της Αλβανίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση την 26 Φεβρουαρίου 2009. Το διεθνές Δικαστήριο της Χάγης είναι ένα πολιτικό δικαστήριο ικανοποιώντας συνήθως και τις δύο πλευρές της διαφοράς και αυτή η πρακτική του δικαστηρίου αυτού μπορεί να αποβεί ζημιογόνος για την Ελλάδα, ενώ επίσης το διεθνές δικαστήριο της Χάγης δεν έχει μηχανισμό επιβολής της δικαστικής απόφασης και εναπόκειται αποκλειστικά στους διαδίκους να αποδεχθούν ή όχι την δικαστική του απόφαση. Η Ελλάδα θα πρέπει να συνυπολογίσει ότι η Τουρκία σε περίπτωση αρνητικού αποτελέσματος γι’ αυτήν στο διεθνές δικαστήριο της Χάγης θα μπορούσε να αρνηθεί την εφαρμογή της δικαστικής απόφασης και η όλη η διαδικασία θα μπορούσε να αποβεί άνευ ουσίας για την Ελλάδα αλλά και επίσης η Ελλάδα να μην δύναται μεταγενέστερα να προσφύγει για το ίδιο θέμα δικαστικής διαφοράς με την Τουρκία στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο Λουξεμβούργο, Βλ. υπόθεση Σλοβενίας κατά Κροατίας το 2017 στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο Λουξεμβούργο. Η πάγια νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο Λουξεμβούργου  ανέδειξε από την 30η  Μαΐου 2006 στην υπόθεση της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά της Ιρλανδίας την αυτόνομη δικαιοταξία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Βάσει του άρθρου 273 της ΣΛΕΕ η Ελλάδα και η Κυπριακή Δημοκρατία μπορούν αλλά και οφείλουν ανά πάσα στιγμή να οριοθετήσουν ζητήματα όπως της ΑΟΖ που είναι σε εκκρεμότητα από το 2003 αλλά και ζητήματα όπως αλιείας, ενεργείας βάσει του άρθρου 4 της ΣΛΕΕ. Αυτή η διαδικασία προβλέπει την υπογραφή συνυποσχετικού διαιτησίας ενώπιον του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο Λουξεμβούργο με την συμμετοχή και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στο συνυποσχετικό αυτό. Στην περίπτωση αυτή μία τέτοια οριοθέτηση θα είναι απολύτως συμβατή με το υπερισχύον και άμεσα εφαρμοστέο ευρωπαϊκού δικαίου για τις χώρες μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

*Δρ. Νομικής Γεώργιος Ανθρακεύς δικηγόρος Αθηνών και μεταδιδακτορικός ερευνητής στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, στο Τμήμα Διεθνών και  Ευρωπαϊκών Οικονομικών Σπουδών,

The post Η Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας του 1982 ως Ευρωπαϊκό δίκαιο από το 1998 appeared first on Militaire.gr.

Keywords
Τυχαία Θέματα
Σύμβαση, Δίκαιο, Θάλασσας, 1982, Ευρωπαϊκό, 1998,symvasi, dikaio, thalassas, 1982, evropaiko, 1998