Η αργκό των ελληνικών γηπέδων. Τι είναι ο «γυρολόγος», το «ελβετικό τυρί» και η «θεριζοαλωνιστική». Πώς βγήκε το «παλτό» και το «κλάδεμα»

Του Στέλιου Βραδέλη, από το «Λεξικό του Ποδοσφαίρου»   

«Έχει συγγενείς στην Κάλυμνο το φορ μας; Επιθετικό ζητήσαμε, όχι βουτηχτή». Η ελληνική ποδοσφαιρική αργκό είναι μια πλούσια, ευφάνταστη και ζωντανή διάλεκτος. Το «Λεξικό του Ποδοσφαίρου» επιχειρεί να την καταγράψει και να εισάγει τους αμύητους της «καφενειακής μπάλας» στα ελληνικά γήπεδα.

Μερικοί βασικοί ορισμοί:

Βουτηχτής: Ο παίκτης που αρέσκεται να βουτάει για να κερδίσει πέναλτι ή φάουλ. Παράδειγμα: «Έχει συγγενείς στην Κάλυμνο το φορ

μας; Επιθετικό ζητήσαμε, όχι βουτηχτή».

Γιοματάρι: Το παιχνίδι όπου κυριαρχούν οι πολλές, κακές και άσκοπες σέντρες.

Γυρολόγος: Ο παίκτης που έχει αλλάξει πολλές ομάδες στη διάρκεια της καριέρας του.

Ελβετικό τυρί: Η κακή άμυνα που δέχεται εύκολα γκολ. Παράδειγμα: «Η άμυνα της Ουντινέζε για μια ακόμη φορά έμπαζε από παντού και έμοιαζε με ελβετικό τυρί».

Ζεϊμπεκιά: Άστοχη ενέργεια ποδοσφαιριστή, ο οποίος δεν καταφέρνει να κόψει τη μπάλα ή τον αντίπαλό του. Συνήθως ο χαρακτηρισμός αποδίδεται σε αμυντικούς παίκτες που πέφτουν «θύματα» ντρίμπλας από αντιπάλους τους.

Θεριζοαλωνιστική: Ωδή στον σκληροτράχηλο αμυντικό, ειδικά εάν παίζει σε ομάδα του θεσσαλικού κάμπου.

Καήλας: Ο ποδοσφαιριστής που ματαίως περιμένει την ευκαιρία από τον προπονητή του να αγωνιστεί. Συνήθως σηκώνεται από τον πάγκο για ζέσταμα, αλλά ακόμη συνηθέστερα δεν αγωνίζεται καθόλου.

Καλοσφυρίχτρας: Ο καλός διαιτητής.

Κλαδεύω: Σκληρό μαρκάρισμα με στοχευμένη κλοτσιά, συνήθως από το γόνατο και κάτω, εναντίον του αντιπάλου. Είδωλο του παίκτη που κλαδεύει οι ξυλοκόποι, εξ ου και η βουκολική χροιά του ρήματος.

Μπεκάτσα: Αυτό που σημαδεύει ο επιθετικός όταν σουτάρει στον γάμο του Καραγκιόζη.

Νεροκουβαλητής: Ο κλασικός αναπληρωματικός παίκτης. Για τον προπονητή υπάρχει μόνο για να γεμίζει το οικογενειακό διπλό και να κουβαλάει τα νερά των υπολοίπων.

Παλτό: Αν και έχετε εναποθέσει τις ελπίδες σας σε μια μεταγραφή-παικταρά, κάτι μεταξύ Μέσι και Κριστιάνο Ρονάλντο, εν τέλειτο αποτέλεσμα είναι απογοητευτικό. Ο κ. Άμπαλος ήρθε για να μείνει (συνήθως να ξεχειμωνιάσει), έτσι το μόνο που μπορεί να κάνει η ομάδα είναι να τον «φορέσει» ως παλτό. Ενίοτε συναντιέται κι ο όρος «παλτουδιά».

Ποδιά: Είδος ντρίμπλας. Ο παίκτης περνάει την μπάλα κάτω από τα πόδια του αντιπάλου του.

Τζαρτζάρισμα: Η επαφή σώμα με σώμα προκειμένου να εκτοπιστεί ο αντίπαλος παίκτης.

Τσου Λου: Ελληνιστί η συντόμευση του Champions League. Η μεγαλύτερη διοργάνωση της UEFA. Παράδειγμα: «Σήμερα θα μείνω σπίτι. Παίζει η Ρεάλ στο Τσου Λου».

Φόρεστ Γκαμπ: Ο ποδοσφαιριστής που έχει ξεχάσει, ή πολύ πιθανό ποτέ δεν έμαθε, πως το ποδόσφαιρο δεν είναι ένα άθλημα απλώς για να τρέχουμε, αλλά χρειάζεται να κάνεις κάτι και με τη μπάλα. Αθλητική ωδή στον κινηματογραφικό ήρωα Φόρεστ Γκαμπ, που ενσάρκωσε με επιτυχία ο Τομ Χανκς.

Χωράφι: Το γήπεδο που ο αγωνιστικός χώρος του βρίσκεται σε άθλια κατάσταση.

Από το βιβλίο «Το Λεξικό του Ποδοσφαίρου», Στέλιος Βραδέλης, εκδόσεις Λιβάνη

Διαβάστε στη «ΜτΧ»: Ο Νίκος Κούρκουλος ήταν λαμπρό αστέρι του Παναθηναϊκού. Πώς πήρε το ρίσκο και εγκατέλειψε τον πρωταθλητισμό για την υποκριτική

The post Η αργκό των ελληνικών γηπέδων. Τι είναι ο «γυρολόγος», το «ελβετικό τυρί» και η «θεριζοαλωνιστική». Πώς βγήκε το «παλτό» και το «κλάδεμα» appeared first on ΜΗΧΑΝΗ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ.

Keywords
Τυχαία Θέματα
Πώς,pos