Να τελειώνουμε με τους εγωπαθείς αρνητές της λογικής

Αν είναι πράγματι γεγονός ότι το 40% των Ελλήνων δεν θέλει και δεν πρόκειται να εμβολιαστεί, τότε η ανεκτικότητα που έχει δείξει η κυβέρνηση μέχρι σήμερα δεν δικαιολογείται πλέον. Με αυτό το δεδομένο, η ανοσία της αγέλης δεν επιτυγχάνεται.

Υπάρχουν αρκετοί που υποστηρίζουν ότι οι εμβολιασμένοι δεν έχουν τίποτα να φοβηθούν και οι ανεμβολίαστοι θα νοσήσουν – οπότε κάποια στιγμή θα υπάρξει τοίχος ανοσίας.

Δύο είναι τα αντεπιχειρήματα. Πρώτον, μολονότι έχουν γίνει σημαντικά βήματα – πρωταρχικά με ιδιωτική πρωτοβουλία — με βάση τις απαιτήσεις της πανδημίας το σύστημα υγείας παραμένει

αθωράκιστο. Ένα τέταρτο κύμα θα φέρει το σύστημα στα όρια του αν δεν το οδηγήσει στην κατάρρευση.

Δεύτερον, οι ανεμβολίαστοι αποτελούν το πλούσιο έδαφος για να αναπτυχθούν οι μεταλλάξεις του ιού. Κανείς δεν είπε ότι για την μετάλλαξη απαιτείται κάποιο μεγάλο πληθυσμιακό μέγεθος. Στην ουσία κανείς δεν γνωρίζει. Και, εξάλλου, η μετάλλαξη ξεκινά από ένα περιστατικό – το περιστατικό μηδέν, ακριβώς όπως γίνεται και με την πρώτη εμφάνιση του κορωνοϊού.

Ουδείς γνωρίζει ποια ή ποιες θα είναι οι μεταλλάξεις, αν και πόσο είναι αποτελεσματικά τα υπάρχοντα εμβόλια, αν και πότε θα υπάρξει το χάπι-θαύμα, η το εμβόλιο πασπαρτού που να αντιμετωπίζει όλες τις εκδοχές ενός ιδιαίτερα ύπουλου εχθρού – όπως έχει αποδειχθεί μέχρι τώρα.

Κατανοητός ο δισταγμός της κυβέρνησης να επιβάλει τον εμβολιασμό. Το θέμα είναι διχαστικό, και η ελληνική κοινωνία έχει το ποτήρι του διχασμού γεμάτο. Το θέμα έχει συγκινησιακή φόρτιση—και αυτό οδηγεί τους αρνητές σε ακρότητες. Και η ελληνική κοινωνία έχει το πιάτο της γεμάτο από ακρότητες.

Έρχεται, όμως, μία στιγμή όπου οι επαρκείς ηγεσίες επιλέγουν την φυγή προς τα εμπρός. Ζυγίζουν τα δεδομένα και αποφασίζουν σε όφελος του δημόσιου συμφέροντος. Η δημοκρατία δεν απαιτεί ομοφωνία – απαιτεί ανάλυση, πληροφόρηση, διάλογο, στο τέλος, όμως, δεν κρίνεται από τις ατέρμονες συζητήσεις αλλά από τις αποφάσεις που λαμβάνει.

Το Συμβούλιο της Επικρατείας πρόσφερε στην κυβέρνηση τη νομική κάλυψη που χρειάζεται – αν και εδώ η κυβερνητική ευαισθησία θα μπορούσε να θεωρηθεί υπερβολική. «Επιτακτικοί λόγοι δημόσιου συμφέροντος» ανοίγουν τον δρόμο στην κυβέρνηση να επιβάλλει τον εμβολιασμό, αρχίζοντας με τα σώματα που είναι επιφορτισμένα με την υπεράσπιση του δημόσιου συμφέροντος: την Πυροσβεστική, την Αστυνομία και τα λοιπά σώματα δημόσιας ασφάλειας, τους γιατρούς και τους υγειονομικούς για να αναφερθούν μερικές από τις σημαντικές κατηγορίες.

Στην απόλυτη άρνηση και εφόσον κανείς δεν προτίθεται να δέσει τον αντιφρονούντα για να τον εμβολιάσει η κυβέρνηση οφείλει να εν ανάγκη να περπατήσει σε άγνωστα νερά. Μπορεί να τους θέσει σε διαθεσιμότητα χωρίς αμοιβή ή με το επίδομα ανεργίας. Μπορεί να τους απολύσει. Μπορεί να τους βρει δουλειά στα μετόπισθεν. Ας βρει την κατάλληλη απάντηση – αυτή είναι η δουλειά της.

Όχι η απραξία.

Όσο για τις ελλείψεις που δήθεν θα δημιουργηθούν αν, π.χ., φύγουν μερικές εκατοντάδες υγειονομικοί, είναι σίγουρο πως για τον καθένα που φεύγει μερικές δεκάδες άλλοι είναι έτοιμοι να πάρουν την θέση του.

Οφείλουμε να συνειδητοποιήσουμε ότι είμαστε σε πόλεμο. Ότι αντιμετωπίζουμε έναν πανούργο εχθρό. Ότι η μάχη θα είναι σε βάθος χρόνου. Και ότι θα φέρει σωρεία ανατροπών – αρκετές τις ζούμε ήδη.

Η αντιμετώπιση της πανδημίας με παραδοσιακά μέσα και με την νοοτροπία του deja vu (έχει συμβεί ξανά, θα περάσει) είναι όχι απλά λαθεμένη αλλά επικίνδυνη.

Οι αρνητές του εμβολιασμού είναι επικίνδυνοι για την κοινωνία. Και ως επικίνδυνοι για το δημόσιο συμφέρον οφείλουν να αντιμετωπιστούν.

Keywords
Τυχαία Θέματα