Οριστικό «όχι» του ΣτΕ στον Δημήτρη Κουφοντίνα για τη μεταγωγή του στο Δομοκό

Το τρίτο «όχι» του Συμβουλίου της Επικρατείας στον Δημήτρη Κουφοντίνα ήρθε σήμερα με την απόρριψη και της κύριας προσφυγής του πολυϊσοβίτη της 17Ν για την απόφαση μεταγωγής του στις φυλακές Δομοκού.

Με την υπ’ αριθμ. 582/2021 απόφαση, η Ολομέλεια του ΣτΕ έκρινε ότι δικαιοδοσία για τον τόπο έκτισης των ποινών έχουν τα ποινικά δικαστήρια και όχι το Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο. Έτσι, απέρριψε  ως απαράδεκτη, την αίτηση Κουφοντίνα για την ακύρωση:

α) της απόφασης της Γενικής Γραμματέως Αντεγκληματικής Πολιτικής του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη,

με την οποία αποφασίσθηκε η μεταγωγή του αιτούντος στο Κατάστημα Κράτησης Δομοκού,

β) της «υλικής πράξης» μεταγωγής του, στις 21.12.2020, από το Ειδικό Αγροτικό Κατάστημα Κράτησης Νέων Κασσαβέτειας στο Κατάστημα Κράτησης Δομοκού και

γ) της παράλειψης της Γενικής Γραμματέως Αντεγκληματικής Πολιτικής να αποφασίσει τη μεταγωγή του αιτούντος από το Κατάστημα Κράτησης Δομοκού σε αυτό του Κορυδαλλού.

Στο σκεπτικό της απόφασης τους, αναφέρουν, μεταξύ άλλων, οι ανώτατοι δικαστές:

Γίνεται δεκτό ότι, βάσει του Συντάγματος, ο έλεγχος τόσο των αποφάσεων και των διαδικαστικών πράξεων των οικείων δικαστικών οργάνων, όσο και πράξεων οργάνων της εκτελεστικής εξουσίας, οι οποίες εντάσσονται λειτουργικώς, σύμφωνα με το νόμο, στο πλαίσιο της άσκησης της δικαστικής εξουσίας και συνδέονται αναπόσπαστα με την εύρυθμη λειτουργία του οικείου δικαιοδοτικού κλάδου, ιδίως δε με την εκτέλεση των αποφάσεών του και την υλοποίηση των κριθέντων στο διαγνωστικό στάδιο της δίκης, υπάγεται στα δικαστήρια του ίδιου δικαιοδοτικού κλάδου.

Για το λόγο αυτό, στη δικαιοδοσία των οποίων ανήκει η τιμωρία των εγκλημάτων και η λήψη όλων των μέτρων που προβλέπουν οι ποινικοί νόμοι είναι αρμόδια για την εκδίκαση των ποινικών υποθέσεων τόσο κατά το στάδιο της προδικασίας και της κύριας ενώπιόν τους διαδικασίας, όσο και κατά το στάδιο της εκτέλεσης των ποινικών αποφάσεων και της έκτισης των ποινών που επιβάλλονται με αυτές, κατά το οποίο ολοκληρώνεται η απονομή της ποινικής δικαιοσύνης από την άποψη της πραγματοποίησης της ποινικής αξίωσης της πολιτείας, καθώς και από την άποψη της ειδικής πρόληψης των εγκλημάτων στο πρόσωπο του καταδίκου.

Από την κατά τα ανωτέρω δικαιοδοσία των ποινικών δικαστηρίων δεν εξαιρούνται οι πράξεις ή ενέργειες που επιχειρούνται, σύμφωνα με το νόμο, από όργανα της εκτελεστικής εξουσίας, ανεξαρτήτως του Υπουργείου, στο οποίο ανήκουν, και οι οποίες εντάσσονται από λειτουργική άποψη σε οποιοδήποτε από τα ανωτέρω στάδια απονομής της ποινικής δικαιοσύνης.

Οι πράξεις αυτές, ενόψει της προκυπτούσης από τις πιο πάνω διατάξεις του Συντάγματος αρχής του ενιαίου της δικαιοδοσίας, δεν δύνανται να ελεγχθούν, κατά παρέκκλιση της εν λόγω αρχής, από δικαστήρια άλλης δικαιοδοσίας πλην των ποινικών, τα οποία έχουν αποκλειστική δικαιοδοσία να κρίνουν την νομιμότητά τους.

Τούτο ισχύει ιδίως για τις πράξεις που αφορούν την έκτιση των στερητικών της ελευθερίας ποινών, συμπεριλαμβανομένων των πάσης φύσεως πράξεων ή παραλείψεων μεταγωγής κρατουμένων σε καταστήματα κράτησης, όπως οι προσβαλλόμενης, ο χαρακτηρισμός στη γνωμοδότηση του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου 2504/1995, που επικαλείται ο αιτών, της παραγγελίας για μεταγωγή κρατουμένου ως «εκτελεστής διοικητικής πράξης» έχει την έννοια, όπως προκύπτει από το ρητό γράμμα της, ότι ο αρμόδιος αξιωματικός της Υπηρεσίας Μεταγωγών «υποχρεούται να εκτελέσει» την παραγγελία «απεριφράστως», χωρίς να δικαιούται να ερευνήσει αν συντρέχουν και οι ουσιαστικές προϋποθέσεις εκδόσεως της παραγγελίας, και όχι ότι, η παραγγελία αυτή είναι διοικητική πράξη προσβλητή παραδεκτώς ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων, όπως φαίνεται ότι υπολαμβάνει ο αιτών.

Ο ισχυρισμός, εξάλλου, του αιτούντος ότι ενόψει των σχετικών διατάξεων του Σωφρονιστικού Κώδικα υφίσταται αδυναμία προσφυγής του ενώπιον του κατά τον Κώδικα αυτόν αρμοδίου Δικαστηρίου Εκτέλεσης Ποινών, συνεπεία της οποίας υφίσταται κίνδυνος αρνησιδικίας και αδυναμίας παροχής σε αυτόν έννομης προστασίας, απερρίφθη ως αβάσιμος.

Και τούτο διότι, πέραν της από το συνδυασμό των διατάξεων του άρθρου 96 παρ. 1 του Συντάγματος και του άρθρου 2 παρ. 2 του Σωφρονιστικού Κώδικα προκύπτουσας γενικής αρμοδιότητας του Δικαστηρίου Εκτέλεσης Ποινών να αποφαίνεται επί κάθε προσφυγής κρατουμένου κατά πράξης ή παράλειψης σχετικής με την έκτιση της ποινής, η οποία θίγει τα νόμιμα δικαιώματά του, το άρθρο 9 παρ. 4 του ίδιου Κώδικα προβλέπει και ρητώς τη δυνατότητά του να προσφεύγει κατά των σχετικών απορριπτικών αποφάσεων της Κεντρικής Επιτροπής Μεταγωγών, στην οποία Επιτροπή διαβιβάζεται, εντός συντόμου χρονικού διαστήματος, προς οριστική κρίση, κατά την διάταξη της παραγράφου 3 του άρθρου 9 του Σωφρονιστικού Κώδικα, και η υπόθεση μεταγωγής ή μη κρατουμένου όταν η σχετική απόφαση λαμβάνεται από τον Γενικό Γραμματέα Αντεγκληματικής Πολιτικής για τους λόγους που αναφέρονται στην εν λόγω διάταξη.

Εφόσον δε η ως άνω Επιτροπή παραλείπει να αποφανθεί επί σχετικού αιτήματος, ώστε να συντρέξει η κατά την ανωτέρω διάταξη τυπική προϋπόθεση για την άσκηση προσφυγής (η απόρριψη δηλαδή για ουσιαστικούς λόγους δύο αιτημάτων μεταγωγής του κρατουμένου), η δυνατότητα του κρατουμένου να προσφύγει ενώπιον του αρμοδίου Δικαστηρίου Εκτέλεσης Ποινών, λαμβανομένων υπόψη και όσων ορίζονται στο άρθρο 20 παρ. 1 του Συντάγματος, πρέπει να θεωρηθεί ότι ευρίσκει αυτοτελώς έρεισμα στη διάταξη του άρθρου 2 παρ. 2 του Σωφρονιστικού Κώδικα, δια της εφαρμογής της οποίας διασφαλίζεται πλήρως η κρίση της υπόθεσης από τον ορισμένο γι’ αυτήν νόμιμο δικαστή.

Και τούτο, ανεξαρτήτως του ότι, εν προκειμένω, έχει ήδη εκδοθεί ρητή απορριπτική των αιτημάτων του αιτούντος απόφαση της Κ.Ε.Μ. (από 11.3.2021 πρακτικό-απόφαση), υποκείμενη σε προσφυγή ενώπιον του αρμοδίου Δικαστικού Συμβουλίου.

Διαβάστε ακόμη:

Γύρισε στις φυλακές Δομοκού ο Κουφοντίνας

ΣτΕ: Απέρριψε το αίτημα του Κουφοντίνα

ΓΝ Λαμίας: Ξεκινήσαμε την σταδιακή σίτιση του Δημήτρη Κουφοντίνα – Έληξε την απεργία πείνας του

Keywords
Τυχαία Θέματα