Δίκη για το Μάτι: Η συγκλονιστική φωτογραφία με τις δίδυμες που κάηκαν αγκαλιά με τον παππού και τη γιαγιά

Συνεχίστηκε σήμερα η δίκη για τη φονική πυρκαγιά στο Μάτι, με τις καταθέσεις συγγενών των θυμάτων και μαρτύρων.

Σήμερα, Πέμπτη, κατέθετε στο δικαστήριο η μητέρα των δίδυμων κοριτσιών, της Σοφίας και της Βασιλικής, που έχασαν τη ζωή τους στη διάρκεια της φονικής φωτιάς, μαζί με τους παππούδες τους.

Εξω από το δικαστήριο, είχε τοποθετηθεί μία τεράστια φωτογραφία των δύο αδικοχαμένων παιδιών, η οποία έγραφε: “Το πάρκο της Σοφίας και της Βασιλικής”. Δίπλα από τη φωτογραφία υπήρχαν δύο ανθοδέσμες, ενώ γύρω ήταν τοποθετημένα δεκάδες μαύρα πανιά.

“Η
πεθερά μου ήταν από κάτω, τα παιδιά ανάμεσα και ο πεθερός μου από πάνω”

Συγκλονίζει η κατάθεση της μητέρας της Σοφίας και της Βασιλικής, Γεωργία Ξυραφάκη. “Ήταν όλα ήσυχα, τα παιδιά παίζανε και τα πεθερικά μου ετοιμάζονταν για να γυρίσουν πίσω στη Νέα Μάκρη. Τους χαιρετήσαμε και ήταν η τελευταία φορά που τους είδαμε”, δήλωσε η μητέρα και στη συνέχεια αναφέρθηκε στην αγωνία της μετά το ξέσπασμα της φωτιάς, σύμφωνα με την ΕΡΤ.

“Συνεχώς παίρναμε τα πεθερικά μου και δεν πιάναμε γραμμή. Έπαιρνα τηλέφωνο στην αστυνομία, τους ρωτούσα αν ξέρουν κάτι. Τότε ο σύζυγος μου πήρε ένα μηχανάκι να ψάξει να βρει τα παιδιά μας και τους γονείς του. Είχα ανοίξει την τηλεόραση, δεν ήξερα ακριβώς τι βλέπω και τι γίνεται. Κάποια στιγμή με πήρε ο σύζυγος μου τηλέφωνο.

‘Είμαι στον δρόμο, έχει φωτιές δεξιά και αριστερά δεν μπορώ να δω τίποτα. Είναι παντού σκοτάδι και φωτιά’ μου είπε”, πρόσθεσε η μητέρα.

Η γυναίκα αναφέρθηκε και σε όσα έγιναν τις ώρες που ακόμη αναζητούσαν τα παιδιά τους και είδαν σε βίντεο που κυκλοφόρησε στα μέσα ενημέρωσης δυο παιδιά που τους έμοιαζαν.

“Είδαμε στο ίντερνετ και είδαμε ένα βίντεο με ένα αλιευτικό με κάτι παιδάκια που μοιάζανε πάρα πολύ κορίτσια μας, μας έδωσαν ελπίδες. Ημασταν σχεδόν σίγουροι ότι ήταν αυτές. Φύγαμε και πήγαμε προς Αλφα που είχαμε δει αυτό το βίντεο. Δυστυχώς δεν μπορέσαμε να το δούμε και φύγαμε. Βγάλαμε φωτογραφία που φαίνονται κορίτσια και κατευθυνθήκαμε στο λιμενικό μήπως μάθουμε πληροφορίες. Μας είπαν πως υπήρχαν πολλά παιδάκια όντως στο πρώτο αλιευτικό αλλά δεν είχαν καταγράψει ονόματα.

Εκεί αναπτερώθηκε το ηθικό μας, είπαμε θα τα βρούμε τα παιδιά μας, κάποιος θα τα έχει φροντίσει. Πήγαμε στο αστυνομικό τμήμα και προσπαθούσαμε να μάθουμε κι εκεί πληροφορίες. Μετά κατευθυνθήκαμε σε κάποια γήπεδα. Εγώ πήγα στο δημαρχείο Ραφήνας όπου υπήρχαν δημοσιογράφοι και μου λέει ο σύζυγος μου θα μιλήσω μήπως κάποιος έχει κάποια πληροφορία. Δώσαμε τηλέφωνο συζύγου. Ξεκίνησε άλλο μαρτύριο μας έπαιρναν τηλέφωνο και μας έλεγε τα παιδιά σας είναι εδώ, τρώνε παγωτό, άλλοι μας έλεγαν ήταν εδώ δίπλα μας και καίγονταν. Λέγαμε αποκλείεται, οι παππούδες θα έκαναν πάντα για να είναι σώα και αβλαβή”, είπε η μάρτυρας.

“Στις 27 Ιουλίου ταυτοποιήθηκαν οι σοροί μερικών και ανάμεσά τους υπήρχαν δυο άτομα μικρής ηλικίας. Δυστυχώς το επόμενο πρωί μάθαμε ότι ήταν τα δικά μας παιδάκια. Σκεφτήκαμε ότι τους είχαμε φτιάξει κάτι μασελάκια και μόνο έτσι μπορέσαμε να καταλάβουμε ποια είναι ποια, δεν μας τις δίνανε ούτε για να τις θάψουμε. Η πεθερά μου ήταν από κάτω, τα παιδιά ανάμεσα και ο πεθερός μου από πάνω με ανοιχτές τις αγκαλιές τους. Τις κηδέψαμε στις 3 Αυγούστου του 2018” είπε με δάκρυα στα μάτια.

“Ήταν και οι τέσσερις αγκαλιά – Από τη Βασιλική είχε μείνει μια καρδούλα, τίποτε άλλο”

Συγκλονιστική ήταν και η κατάθεση της θείας των παιδιών. Σύμφωνα με την ΕΡΤ, η γυναίκα είπε: “Οι σοροί τους βρέθηκαν 122 μέτρα από το αμάξι, που σημαίνει ότι τρέξανε να πάνε προς την πορτούλα προς τη θάλασσα… Ο πατέρας μου μέχρι εκείνη τη στιγμή, πήγε από πάνω τους για να τους προστατέψει… Κάποια στιγμή πήγα ξανά εκεί, σε αυτό το χωράφι δεν ήξερες τι πάταγες, αυτό το χωράφι στα δικά μου μάτια θα μείνει ένα νεκροταφείο. Αυτά που πάταγες κάτω δεν ήξερες αν ήταν σάρκα. Αυτό το χωράφι θα είναι πάντα ένα νεκροταφείο ότι κι αν γίνει, ότι κι αν είναι. Πήγα στο σπίτι και το φαγητό ήταν ακόμη εκεί, σάπιο αλλά εκεί. Ήταν και οι τέσσερις αγκαλιά. Δεν είχε μείνει τίποτα. Από τη Βασιλική είχε μείνει μια καρδούλα, τίποτε άλλο. Φτάσαμε στις 3 Αυγούστου να κάνουμε την κηδεία, 11 ημέρες μετά. Για να φτάσουμε εκεί και να δούμε τέσσερα φέρετρα και από εκεί και μετά έπρεπε να ζούμε κανονικά. Πώς θα κοιτούσα τον αδερφό μου και τη Γεωργία στα μάτια, να τους πω τι; Πως όλα πήγαν καλά; Τίποτα δεν πήγε, κανείς. Θα πρέπει να χαίρομαι για αυτό ή να λυπάμαι που ζω;” διερωτήθηκε η θεία των παιδιών.

“Δεν υπήρχε πυροσβεστική, αστυνομία, δεν έβρισκα κανένα”

“Έκαναν προσπάθειες να με σταματήσουν αλλά μόνο αν με πυροβολούσαν θα με σταματούσαν. Ήταν παντού φωτιά, απελπίστηκα, γύρισα μήπως βρω κάποιον να ρωτήσω. Δεν υπήρχε πυροσβεστική, αστυνομία. Δεν έβρισκα κανένα” είπε στην αρχή της κατάθεσης του ο Ιωάννης Φιλιπόπουλος, πατέρας των κοριτσιών και γιος των παππούδων τους.

“Μας έστειλαν στο Γουδί. Τρέχουμε στο Γουδί, μπαίνουμε μέσα και μας άρχισαν διάφορα. Λέω ψάχνουμε τα δίδυμα παιδιά μας και γονείς μας, πείτε μας τι πρέπει να κάνουμε. Έδωσε πρώτα έμφαση σε εμένα δυστυχώς έχω τζακ ποτ και γονιός και παιδί στα θύματα. Πάμε στο Σχιστό και όπως περιμέναμε δυστυχώς είδαμε ένα βίντεο από ένα αλιευτικό να βγαίνουν δύο κοριτσάκια, μοιάζανε καταπληκτικά, θέλαμε να δώσουμε ελπίδα στον εαυτό μας ότι ζούνε, επειδή ξέρω ότι οι γονείς μου θα πεθαίνανε για να ζήσουν κορίτσια, μας έκαναν εντύπωση που ήταν με αγνώστους, υποθέσαμε πως θα είχανε πάθε σοκ. Πήγαμε στο λιμενικό για να δείξουμε πλάνο. Αν έχει γίνει καταγραφή. Ξεκίνησε λιμενικό διαδικασίες, απελπισμένος είπα θα βγω στα κανάλια να μιλήσω μήπως έχει δει κάποιος τα παιδιά. Έδωσα τηλέφωνο, με παίρνανε τηλέφωνο, έλα έχουμε τα παιδιά σου, τα σκοτώνουμε, μου έκαναν παιδικές φωνές και βάζανε τα γέλια. Στο οικόπεδο με τα 26 πτώματα ήταν το πρώτο αμάξι του πατέρα μου, αφού έκαναν έρευνες βρήκαν αυτή μία άμορφη μάζα, η μανούλα μου από κάτω, τα κορίτσια στη μέση και τον πατέρα μου από πάνω. Υποψιαστήκανε πως πρόκειται για οικογένεια μου αλλά έπρεπε να το αποδείξουνε με DNA” είπε ο κ. Φιλιποπουλος.

“Μου λέει πάρτε τους γονείς σας, τα κορίτσια δεν μπορούμε να τα δώσουμε. Μου λένε δεν μπορούμε να ταυτοποιήσουμε ποια είναι η Σοφία και ποια η Βασιλική. Τους λέω κάντε μία αεροβάπτιση, αν είναι δυνατόν. Ζήτησε η γυναίκα μου τα εκμαγεία, τα παραδώσαμε στο νεκροτομείο, μας δώσαμε τα κορίτσια… Σφραγίσαν τα φέρετρα, ούτε πέντε κιλά δεν ζύγισαν, μάτια δεν υπήρχαν, τα χεράκια τους είχαν σουρώσει… Ζήτησα να κατεβάσω εγώ φέρετρα, σαν τελευταίο αντίο, δεν μπορούσα να κόψω λίγο μαλλάκι, να έχω να θυμάμαι…”.

Πηγή: THETOC

Keywords
Τυχαία Θέματα