Φίλιο Γκουαρίζι: Ο πρώτος Βραζιλιάνος που πήρε Μουντιάλ

Ο Φίλιο Γκουαρίζι υπήρξε σπουδαίος επιθετικός, μέλος της εθνικής ιταλικής ομάδας που κέρδισε το 1934 το Παγκόσμιο Κύπελλο, όντας ο πρώτος Βραζιλιάνος που κατέκτησε το υπέρτατο ποδοσφαιρικό τρόπαιο του πλανήτη! …

Ο Ιταλο-Βραζιλιάνος επιθετικός Φίλιο Γκουαρίζι (Amphilóquio “Filó” Guarisi Marques) γεννήθηκε, στις 26 Δεκεμβρίου του 1905, στο Σάο Πάουλο. Στη Βραζιλία ήταν γνωστός ως «Filó» (Φίλιο). Σε όλη τη σταδιοδρομία του, έπαιξε ποδόσφαιρο τόσο τη Βραζιλία, όσο και την Ιταλία, την πατρίδα της μητέρας του,

εκπροσωπώντας τα δύο έθνη σε διεθνές επίπεδο. Ήταν μέλος της εθνικής ιταλικής ομάδας που κέρδισε το 1934 το Παγκόσμιο Κύπελλο, όντας ο πρώτος Βραζιλιάνος που κατέκτησε το υπέρτατο ποδοσφαιρικό τρόπαιο του πλανήτη! …
Ξεκίνησε την καριέρα του, το 1922 στην Πορτουγκέζα, όπου ο πατέρας του, Μανουέλ Αουγκούστο Μάρκες (Manuel Augusto Marques), ήταν ο πρόεδρος.

Το 1925 μεταγράφηκε στην Παουλιστάνο, όπου έπαιξε μαζί με τον θρυλικό Άρθουρ Φριντενράιχ (Arthur Friedenreich). Την ίδια χρονιά, σε ένα φιλικό αγώνα εναντίον της Γαλλίας στην Ευρώπη, σημείωσε ένα από τα γκολ, στην νίκη (7-2) της Παουλιστάνο.
Κατέκτησε μαζί της τα πολιτειακά Πρωτάθλημα Παουλίστα του 1926, όπου ήταν και ο πρώτος σκόρερ με 16 γκολ, του 1927 και του 1929.

Το 1929, ήταν επίσης πρωταθλητής με την Κορίνθιανς, στο πρωτάθλημα της Αθλητικής Ομοσπονδίας Αθλητισμού, μιας και αυτά τα χρόνια, υπήρχαν δύο πρωταθλήματα ποδοσφαίρου στο Σάο Πάολο. Το 1930, κέρδισε ένα άλλο Campeonato Paulista με την Κορίνθιανς.
Περίμενε να πάει στο παγκόσμιο Κύπελλο του 1930 στην Ουρουγουάη, αλλά μια σοβαρή παρεξήγηση μεταξύ των ποδοσφαιρικών ηγεσιών των πολιτειακών πρωταθλημάτων του Ρίο ντε Τζανέιρο και του Σάο Πάολο, έκανε μόνο παίκτες από το Ρίο να πάνε στο τουρνουά. Ο Φίλιο, ο Φριντενράιχ και άλλοι ποδοσφαιριστές από το Σάο Πάολο δεν πήγαν στην Ουρουγουάη. Ο μόνος παίκτης από το Σάο Πάολο που συμμετείχε σε αυτό το Παγκόσμιο Κύπελλο ήταν ο Αρακέν (Abraham Patusca da Silveira, “Araken Patusca”, ή “Araken”), ο οποίος ήταν σε δικαστικές διαμάχες με τον σύλλογό του, την Σάντος.
Το 1931, μεταγράφηκε στην ιταλική Λάτσιο.

Στην Ιταλία, πατρίδα της μητέρας του, έγινε γνωστός με το επίθετό του, Γκουαρίζι. Στην Λάτσιο, τότε έπαιξε μαζί και με άλλους 3 Ιταλο-Βραζιλιάνους, την οικογένεια Φαντονί (Fantoni). Τον Νινάο (João Fantoni , “Ninão”), τον Νινίνιο (Otávio Fantoni, “Nininho”) και τον Νιγκίνιο (Leonídio Fantoni, “Niginho”) γνωστούς επίσης εκεί με τα επώνυμά τους, σαν μια δυναστεία: Φαντονί Ι, ΙΙ και ΙΙΙ. Η Λάτσιο τότε ήταν γνωστή ως «Μπραζιλάτσιο» (Brasilazio) στηριζόμενη σε παίκτες από τη Βραζιλία, σπάζοντας έτσι τη παράδοση των άλλων ομάδων του «κάλτσιο» που προτιμούσαν παίκτες από Ουρουγουάη και Αργεντινή. Το 1934, ως γιος Ιταλίδας, είχε δικαίωμα και απέκτησε την ιταλική υπηκοότητα. Επιλέχθηκε για την ιταλική ομάδα που αγωνίστηκε στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1934 και έγινε έτσι ο πρώτος γεννημένος-Βραζιλιάνος ποδοσφαιριστής που κέρδισε το Παγκόσμιο Κύπελλο. Σκόραρε μάλιστα στον αγώνα των προκριματικών εναντίον της εθνικής Ελλάδος.
Επέστρεψε στην Κορίνθιανς και κέρδισε το Πρωτάθλημα Παουλίστα του 1937. Τελείωσε την καριέρα του το 1940, στην Παλέστρα Ιτάλια, την πρόγονο της Παλμέϊρας, την ποδοσφαιρική ομάδα της ιταλικής αποικίας του Σάο Πάουλο.
Στις 6 Δεκεμβρίου του 1925, έκανε την πρώτη εμφάνισή του για τη Βραζιλία, κόντρα στην Παραγουάη στο Μπουένος Άιρες.

Αυτός ο αγώνας έληξε 5-2 για τη Βραζιλία και σκόραρε ένα από τα γκολ. Συμμετείχε με την εθνική Βραζιλίας σε 4 αγώνες, σκοράροντας 2 γκολ. Το τελευταίο ματς με τα βραζιλιάνικα χρώματα το έπαιξε μετά από 20 ημέρες στις 25 Δεκεμβρίου, με την Αργεντινή 2-2, στο Μπουένος Άιρες. Όλα τα παιχνίδια στα πλαίσια του Κόπα Σουνταμερικάνο, τον πρόγονο του Κόπα Αμέρικα, που τελικά κατέκτησε η Βραζιλία.
Με την εθνική Ιταλίας ξεκίνησε να παίζει στις 14 Φεβρουαρίου του 1932 με την Ελβετία (2-0) στην Νάπολι. Συμμετείχε σε 6 αγώνες της «σκουάντρα ατζούρα», σκοράροντας ένα γκολ, εναντίον της εθνικής Ελλάδος. Το τελευταίο ματς μαζί της το έπαιξε στις 27 Μαΐου του 1934 με τις ΗΠΑ (7-1) στη Ρώμη.

Ο Φίλιο Γκουαρίζι, πέθανε στις 8 Ιουνίου του 1974, στη γενέτειρά του, το Σάο Πάουλο, σε ηλικία 69 ετών.

Keywords
Τυχαία Θέματα