Ολυμπιακός και Παρτίζαν, δύο διαφορετικοί τρόποι

Ολυμπιακός και Παρτίζαν έχουν εδώ και καιρό θρονιαστεί στην κορυφή της λίστας με τις καλύτερες επιθέσεις της Ευρωλίγκας. Το γεγονός ότι οι ερυθρόλευκοι έχουν φανερά ρίξει ταχύτητα εδώ και ένα μήνα φαίνεται και από την επιθετική τους παραγωγή (78 πόντοι μ.ο στα τελευταία 5 παιχνίδια), γεγονός που τους έχει ρίξει πλέον στην δεύτερη θέση στο Offensive Rating με 120.2 έναντι 120.3 της αφιονισμένης Μπασκόνια που μετρά 101.3 πόντους μέσο όρο στα τρία τελευταία παιχνίδια. Την ίδια στιγμή η Παρτίζαν μετρά 91.8 πόντους στα 5 τελευταία, στα οποία έχει παίξει με

Εφές, Ολυμπιακό, Μπαρτσελόνα, Ρεάλ και Μονακό, ένα πραγματικά σπουδαίο επίτευγμα.

Ο Ολυμπιακός είναι εύκολα η πιο ισορροπημένη ομάδα με Net Rating (διαφορά Offensive Rating – Defensive Rating) που φτάνει τους 11.8 πόντους /100 κατοχές, , με τη Ρεάλ να είναι στο 9.1. Η Παρτίζαν έχει τη δεύτερη χειρότερη άμυνα στη διοργάνωση, αφού και η ίδια βελτιώθηκε κατά τι στον δεύτερο γύρο, αλλά και η Βαλένθια έγινε… σουρωτήρι.

Το ζήτημα μας όμως είναι η επίθεση. Η πολυδιαφημισμένη επίθεση του Ολυμπιακού με την αδιάκοπη κυκλοφορία της μπάλας και τα συνεχή κοψίματα είναι ένα αριστούργημα συνεργασιών: όχι μόνο η ομάδα του Μπαρτζώκα είναι Νο.1 στην Ευρωλίγκα σε απόλυτο νούμερο με 21.8, αλλά έχει και 72.5% ποσοστό ασίστ. Δηλαδή σχεδόν τα ¾ των πόντων της προκύπτουν από συνεργασίες! Μπάρσα και Ρεάλ είναι 5 και 7 μονάδες μακριά από τους ερυθρόλευκους, που δικαιολογημένα υπερηφανεύονται για έναν τρόπο παιχνιδιού τόσο συνεργατικό που αναδεικνύει τόσο το ταλέντο των σταρ (Βεζένκοφ, Σλούκας, Γουόκαπ), όσο και την χρησιμότητα των ρολιστών της ομάδας (Παπανικολάου, Μακίσικ, Λαρεντζάκης). Έτσι, μία ομάδα που φαινομενικά έχει ελάχιστες επιλογές σε επίθεση ένας εναντίον ενός από την περίμετρο βρίσκει τον τρόπο χάρη στην επικοινωνία, την ταχύτητα και την δημιουργικότητα.

Η Παρτίζαν αντιπροσωπεύει την διαφορετική πρόταση. Πρώτη σε offensive rating με 122.9 πόντους / 100 κατοχές, η ομάδα του Ομπράντοβιτς βασίζεται επιθετικά σε μια τετράδα ταλαντούχων σκόρερ που μπορούν να δημιουργήσουν το δικό τους σουτ: Πάντερ, Έξουμ, Νάναλι, ΛεΝτέι. Η κυκλοφορία της μπάλας είναι και εδώ παρούσα, η διαφορά είναι όμως πως η Παρτίζαν δεν χρειάζεται απαραίτητα να δημιουργήσει το ελεύθερο σουτ, αλλά της αρκεί να τροφοδοτήσει το mismatch με τις μεγαλύτερες πιθανότητες επιτυχίας. Από εκεί και πέρα είτε θα εμπιστευτεί τον εκάστοτε παίκτη να τελειώσει τη φάση, είτε θα εξασκήσει τους μηχανισμούς της να μεταφέρει τη μπάλα όταν η άμυνα κλείσει προς τα μέσα ή κάνει νταμπλ τιμ.

Είναι χαρακτηριστικό πως η Παρτίζαν είναι η 3η χειρότερη ομάδα στην Ευρωλίγκα στις ασίστ με 14.4, μπροστά μόνο από τις Ζάλγκιρις (14.1), Μπάγερν (13.7), οι οποίες όμως είναι πολύ πιο περιορισμένες επιθετικά. Μία εξήγηση σε αυτό έχει να κάνει με την παρουσία ενός μόνο πόιντ γκαρντ στο πρώτο μισό της σεζόν, του «άγουρου» Γιαμ Μαντάρ (αφού ο Αβράμοβιτς ήταν τραυματίας), περισσότερο όμως έχει να κάνει με τις συνήθειες παικτών που τις περισσότερες φορές θα κοιτάξουν το καλάθι και όχι τον συμπαίκτη. Επιπλέον, το γεγονός πως όλοι οι παίκτες του ρόστερ πλην ενός (του Λεσόρ) μπορούν να απειλήσουν από μακριά εξασφαλίζει τις απαραίτητες αποστάσεις που δίνουν στους Σέρβους τα σουτ υψηλού ποσοστού (62.3% True Shooting, 1η στην Ευρωλίγκα).

Οι δύο επιθέσεις μοιάζουν κυρίως στον τρόπο που εξαντλούν τις αντίπαλες άμυνες μέχρι αυτές να καταρρεύσουν. Είναι πολλές οι περιπτώσεις που οι αντίπαλοι Ολυμπιακού και Παρτίζαν μπερδεύουν τις καλύψεις και χάνουν την συνοχή τους στο τελευταίο τρίτο της αντίπαλης επίθεσης (μεταξύ 16΄΄-24΄΄), μια τελείως διαφορετική εικόνα σε σχέση π.χ με την Μπασκόνια, η οποία λατρεύει να εκτελεί στα πρώτα 8΄΄ των επιθέσεων της.

Keywords
Τυχαία Θέματα