Το κατά Λούκα(ν)

«Μα είναι τόσο καλή ομάδα. Γιατί αδικούν τους εαυτούς τους;». Ένας συνάδελφος από το εξωτερικό σχεδόν μονολογούσε όταν κατεβαίναμε παρέα προς τη μεικτή ζώνη, περίπου τρία αγωνιστικά λεπτά πριν το φινάλε και αφού ήταν φανερό πως όλα είχαν κριθεί στη μάχη Καναδά και Σλοβενίας για μια θέση στα ημιτελικά.

Τον καταλάβαινα. Προερχόταν από μια άλλη κουλτούρα, πολύ μακριά από την Ευρώπη. Σαν Έλληνας, το σόου του Λούκα Ντόντσιτς, εντυπωσιακό, μίζερο, υπέρλαμπρο, μικροπρεπές, ήταν κάτι που αισθανόμουν πως είχα ξαναδεί σε ελληνικά και ευρωπαϊκά γήπεδα. Καμία έκπληξη, πως άπαντες ασχοληθήκαμε

μόνο με αυτό(ν). Φρενίτιδα στα social media, τον αδίκησαν ή όχι, κατάλληλοι ή ακατάλληλοι ή διαιτητές, συνομωσιολογία και τα λοιπά, «η FIBA θέλει τον Καναδά στα ημιτελικά». Δύο ώρες νωρίτερα βέβαια οι Λετονοί έμειναν ένα σουτ μακριά από το να πετάξουν έξω τους Γερμανούς και να μετατρέψουν τον άλλο ημιτελικό σε άνοστη σούπα, αλλά οκ, αυτά είναι λεπτομέρειες.

Στο προκείμενο. Ο Καναδάς, κατά την άποψή μου, πήρε 2-3 σφυρίγματα στο δεύτερο ημίχρονο. Φάουλ επαφής, από αυτά που ήλπιζε ο Ντόντσιτς πως θα του σφυρίζονταν σε όλο το ματς. Το στυλ της διαιτησίας δεν εξυπηρέτησε τη Σλοβενία, αφού επέτρεψε τις επαφές: είναι αυτονόητο πως κάτι τέτοιο εξυπηρετούσε περισσότερο τον Καναδά από ότι την αντίπαλό του. Σφαγή, κλοπή και δεν ξέρω εγώ τι άλλο, δεν είχε το μενού.

Το πρόβλημα με το να διαμαρτύρεται κανείς από το πρώτο δευτερόλεπτο είναι πως ο αγώνας διαρκεί δύο ώρες. Όσο επαγγελματίες και αν είναι οι διαιτητές, όσο όλων οι παλμοί πέφτουν στη διακοπή του ημιχρόνου, δεν νομίζω ότι υπάρχει τρόπος να μην εξουθενωθεί κανείς από ένα γαϊτανάκι γκρίνιας και χειρονομιών. Ο Λούκα, έχοντας το κοινό αναφανδόν με το μέρος του, προσπάθησε να κυριαρχήσει πνευματικά και επί των διαιτητών: το κάνει στο ΝΒΑ, το έκανε ως τώρα στο τουρνουά κερδίζοντας βολές με κοιτάγματα και κραυγές, δεν ήταν περίεργο που το έκανε στον προημιτελικό, ήταν προβλεπόμενο. Είναι επίσης αδύνατον να κρατήσει κανείς τη συγκέντρωσή του άθικτη διαμαρτυρόμενος επί μονίμου βάσεως. Το πράγμα γίνεται μεταδοτικό, έστω κι αν προς τιμήν τους οι υπόλοιποι Σλοβένοι πήραν πολύ λιγότερο μέρος στην παράσταση του εκλεκτού συμπαίκτη τους. Εν πάσει περιπτώσει, οι διαιτητές κάποια στιγμή κουράστηκαν, εξαντλήθηκαν, μπάφιασαν, όπως θέλετε πείτε το, και έκαναν αυτό που προσπαθούσαν να αποφύγουν. Πέταξαν εκτός ματς τον Λούκα Ντόντσιτς.

Δεν ξέρω πως σκοπεύει η FIBA να αντιμετωπίσει έναν εμβληματικό για αυτήν σούπερσταρ ο οποίος κρίνει σκόπιμο να κάνει χειρονομίες χρηματισμού από τη δεύτερη περίοδο (!) προς την εξέδρα των επισήμων. Φέρνει δημοσιότητα όπως κάθε τι που ο Λούκα κάνει, αλλά δεν είμαι σίγουρος πως αυτό είναι το περιεχόμενο που το καθαρό προφίλ της FIBA επιθυμεί – κάθε άλλο. «Και ποιος δίνει δεκάρα», σας ακούω να λέτε, «δεν έχεις καταλάβει ότι είμαστε στην εποχή της παντοδυναμίας των παικτών;». Ορίζουν τους προπονητές και το αφήγημα της καριέρας τους, έχουν λόγο στο στήσιμο των ομάδων, κουβαλούν συνεργεία για τα μελλοντικά ντοκιμαντέρ τους, απαιτούν μεταγραφές σε συγκεκριμένες ομάδες με την απειλή ότι θα κρατήσουν την αναπνοή τους σαν τον Πέπε στο Αστερίξ, οπότε που είναι η έκπληξη;

Πουθενά, στην πραγματικότητα.

Keywords
Τυχαία Θέματα