Σταύρος Κουγιουμτζής: Η ζωή του όλη σε τρία λεπτά!

Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη στις 22 Ιουλίου 1932 και από μικρός ξεκίνησε την ενασχόλησή του με το πιάνο στο Κρατικό Ωδείο της πόλης.

Παράλληλα εργάστηκε σαν μουσικός σε νυχτερινά κέντρα για να ολοκληρώσει τις σπουδές του. Φιλοδοξούσε να κάνει καριέρα στην λόγια μουσική όμως δεν θα καταφέρει τελικά να αποφύγει το πεπρωμένο του…

Μετά από ένα πέρασμα στη μικρή εταιρεία Fidelity

θα καταλήξει στη Lyra του Πατσιφά. Το πρώτο σημαντικό σκαλοπάτι έρχεται με τον Γιάννη Πουλόπουλο και το “Μη μου θυμώνεις μάτια μου”.

Στη συνέχεια πραγματοποιεί το όνειρο κάθε συνθέτη της γενιάς του, αφού ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης τραγουδά δημιουργίες του στην Columbia. Η μεγάλη στιγμή του είναι με τον Γιώργο Νταλάρα. Μαζί αλληλοκαθιερώνονται στη Minos, μαζί γράφουν ιστορία και χρόνια δοξασμένα…

Στα μισά της δεκαετίας του ’70 η σπορά τους θα κορυφωθεί με τα άλμπουμ “Μικρές Πολιτείες” και “Στα ψηλά τα παραθύρια” που αποτελούν σημεία αναφοράς για το “έντεχνο” λαϊκό τραγούδι.

Τον τραγούδησαν ακόμη ο Γιάννης Καλατζής, η Χάρις Αλεξίου, η Άννα Βίσση, η Βίκυ Μοσχολιού, ο Δημήτρης Μητροπάνος, ο Αντώνης Καλογιάννης και όχι μόνο

Ο Κουγιουμτζής, με κλασικές μουσικές σπουδές, πάτησε γερά πάνω στο λαϊκό  τραγούδι. Δημιούργησε ένα μοναδικό σε αξία και ομορφιά έργο, παραμένοντας μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας και τους μηχανισμούς διαφήμισης.

Η ευαίσθητη και χαρισματική μελωδική πένα του, με τις χαρακτηριστικές λαϊκές ενορχηστρώσεις έχει την αμεσότητα να περνά στις ανθρώπινες καρδιές και να παραμένει σ’ αυτές.

Συνεργάστηκε με πηγαίους στιχουργούς, τον Ελευθερίου, τον Παπαδόπουλο, τον Μπουρμπούλη, τον Δασκαλόπουλο αλλά και ποιητές, τον Θέμελη, τον Κινδύνη, τον Χριστιανόπουλο, τον Κόρφη καθώς κα τον Παπαδιαμάντη, το Βάρναλη το Λαπαθιώτη.  Έγραφε και ο ίδιος εξαιρετικούς στίχους. Επίσης άγγιξε και τα εκκλησιαστικά κείμενα και έτσι οι Ύμνοι αγγέλων απόκτησαν Ρυθμούς ανθρώπων.

Ο Κουγιουμτζή πάντα επέστρεφε στη γενέτειρά του αφού στην Αθήνα μάλλον ένιωθε “ξενιτεμένος”. Είναι ένας από τους πρωτοπόρους αυτού που ονομάζουμε “σχολή Θεσσαλονίκης” στο ελληνικό τραγούδι.  Δημιούργησε στέρεα οικογένεια, μάλιστα η σύντροφος του Αιμιλία αλλά και η κόρη του Μαρία, ερμήνευσαν έργα του.

Πέρα απ’ το ξεκίνημά του όπου υπήρχε η ανάγκη του βιοπορισμού, στην πολύχρονη διαδρομή του δεν δούλεψε σε μαγαζιά, δεν έδωσε πολλές συναυλίες -ακόμα και όταν καθιερώθηκε- ούτε παρεχώρησε μ’ απλοχεριά συνεντεύξεις. Δεν έδινε αυτόγραφα, τα θεωρούσε περιττά φανταχτερά πράγματα.

Όμως τα τραγούδια του και η δυναμική τους ξεπέρασαν τα όρια και τον σεμνό χαρακτήρα του δημιουργού τους και έγιναν μεγάλες και διαχρονικές επιτυχίες. Γιατί εξέφραζαν και εκφράζουν με σύγχρονη αντίληψη τα μεράκια, τα παράπονα, τα προβλήματα και τα όνειρα του μέσου Ελληνα, του κάθε Ελληνα…

Κλείνω με τα λόγια του συνοιδοπόρου του από μια ευλογημένη στιγμή τους

Οι ελεύθεροι κι ωραίοι ζουν σε κάποιες φυλακές,

μες στα τείχη που ’χει χτίσει ο καθένας για να ζήσει

τις μεγάλες του στιγμές.

Κώστας Μπαλαχούτης για το sportime.gr.

Keywords
Τυχαία Θέματα