Εκλογές στη Γερμανία: Ο Φρίντριχ Μερτς, οι δημοσκοπήσεις και ο γρίφος της νέας κυβέρνησης

Οι Χριστιανοδημοκράτες είναι σίγουροι για τη νίκη, αλλά ο σχηματισμός κυβέρνησης είναι μια δύσκολη εξίσωση. 

Στη σκιά των εξελίξεων με το ουκρανικό και τη σύγκρουση του Ντόναλντ Τραμπ με την ΕΕ, την Κυριακή 23 Φεβρουαρίου, διεξάγεται η κρισιμότερη εκλογική αναμέτρηση στην Ευρώπη. Οι Γερμανοί θα προσέλθουν στις κάλπες για να εκλέξουν τη νέα ηγεσία της χώρας, η οποία θα βρεθεί αντιμέτωπη με ζωτικής σημασίας προκλήσεις, πολιτικές και οικονομικές.

Το απόλυτο φαβορί είναι ο Φρίντριχ Μερτς, ο ηγέτης των

Χριστιανοδημοκρατών. Ωστόσο ο δρόμος για την καγκελαρία είναι γεμάτος «αγκάθια». Η νίκη του θεωρείται δεδομένη, αλλά ο σχηματισμός κυβέρνησης, λόγω της ιδιομορφίας εκλογικού συστήματος της Γερμανίας, έχει εξελιχθεί σε έναν δυσεπίλυτο γρίφο.

Για την πλειοψηφία στην Μπούντεσταγκ θα απαιτηθούν συνεργασίες, ενδεχομένως και περισσότερων των δύο κομμάτων. Ο ίδιος ο Μερτς υπήρξε ειλικρινής σχετικά με το ιδανικό σενάριο: Οι Χριστιανοδημοκράτες θα πρέπει να πετύχουν ένα τόσο καλό αποτέλεσμα ώστε να χρειάζονται μόνο έναν κυβερνητικό εταίρο και όχι δύο ή περισσότερους. Ιδανικά, είπε, «θα ήθελα να έχουμε τουλάχιστον δύο επιλογές και να χρειαζόμαστε μόνο μία».

Το πρόβλημα για τον ηγέτη των Χριστιανοδημοκρατών, που περίμενε εδώ και 25 χρόνια να γίνει καγκελάριος, είναι πως αυτό το «ιδανικό σενάριο» που περιέγραψε φαίνεται πως δεν εξαρτάται απόλυτα από τον ίδιο και το κόμμα του. Εξάλλου ο Μερτς, άλλοτε «μαύρο» πρόβατο για τη Μέρκελ την οποία και διαδέχθηκε στην ηγεσία της κεντροδεξιάς, δεν είναι τόσο δημοφιλής στη γερμανική πολιτική σκηνή και η «στροφή» προς τα δεξιά που έχει πραγματοποιήσει έχει ενοχλήσει αρκετούς στους κόλπους του κόμματος.

Ο βαθμός ικανότητας σχηματισμού ενός βιώσιμου κυβερνητικού συνασπισμού εξαρτάται εν πολλοίς από την εκλογική καταστροφή των μικρότερων κομμάτων. Όσο λιγότερα κόμματα καταφέρουν να μπουν στο γερμανικό κοινοβούλιο, ξεπερνώντας το όριο του 5%, τόσο περισσότερο ενισχύεται το πρώτο κόμμα.

Τι δείχνουν οι δημοσκοπήσεις

Σύμφωνα με το μέσο όρο των τελευταίων μετρήσεων, η κεντροδεξιά Χριστιανοδημοκρατική συμμαχία (CDU/CSU) προηγείται με ποσοστό περίπου στο 30%. Στη δεύτερη θέση βρίσκεται η ακροδεξιά «Εναλλακτική για τη Γερμανία» (AfD), η οποία κινείται στο 21%. Οι Σοσιαλδημοκράτες του Όλαφ Σολτς (SPD) καταλαμβάνουν την τρίτη θέση με ποσοστό 16% και οι Πράσινοι την τέταρτη με 13%.

Στο όριο εισόδου στο γερμανικό κοινοβούλιο (5%), κινούνται τρία κόμματα, τα αποτελέσματα των οποίων αναμένεται να είναι κομβικά για τις εξελίξεις. Η Αριστερά (Die Linke) σύμφωνα με τις τελευταίες μετρήσεις καταγράφει σημαντική άνοδο, έχοντας αυξήσει το ποσοστό της από το 3% στις αρχές του 2025 στο 7%.

Το νέο κόμμα BSW, η συμμαχία της Σάρα Βάγκενκνεχτ που αποχώρησε από το Die Linke για να δημιουργήσει τον δικό της σχηματισμό, παρότι κατέγραψε εντυπωσιακά αποτελέσματα στις εκλογές των ανατολικών κρατιδίων πριν από μερικούς μήνες, σε ομοσπονδιακό επίπεδο κινείται στο όριο του 5%.

Τέλος, το FDP, οι Φιλελεύθεροι της Γερμανίας, συγκεντρώνουν 4%. Το πολιτικό μέλλον του κόμματος, το οποίο αποχώρησε από τον κυβερνητικό συνασπισμό αντιδρώντας στις πολιτικές του Σολτς με αποτέλεσμα η χώρα να οδηγηθεί σε πρόωρες εκλογές, συγκεντρώνει τα βλέμματα για δύο λόγους: Πρώτον, από τη μη είσοδο του στη βουλή θα εξαρτηθούν και οι συσχετισμοί δυνάμεων στην Μπούντεσταγκ και δεύτερον, εάν τελικά καταφέρει να μπει στη βουλή φαίνεται πως θα αποτελέσει σύμμαχο των Χριστιανοδημοκρατών σε μια πιθανή κυβέρνηση συνεργασίας.

Ο γρίφος της νέας κυβέρνησης

Για να σχηματιστεί μια κυβερνητική πλειοψηφία απαιτείται τα κόμματα που την απαρτίζουν να συγκεντρώσουν περίπου το 50%. Το ακριβές ποσοστό εξαρτάται από τα κόμματα που θα εισέλθουν στη Βουλή αλλά και τα αποτελέσματα σε κάθε περιφέρεια. Επί της ουσίας, το γερμανικό εκλογικό σύστημα έχει σχεδιαστεί για να παράγει κυβερνήσεις συνασπισμού, επιδιώκοντας να συνδυάσει τις αρχές της πλειοψηφίας και της αναλογικής εκπροσώπησης. Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν πως ο σχηματισμός κυβέρνησης είναι πολύ πιθανόν να εξελιχθεί σε μια εξαιρετικά πολύπλοκη πολιτική εξίσωση.

Εάν ο Μερτς παραμείνει πιστός σε αυτό που στη Γερμανία αποκαλείται «τείχος προστασίας» (brandmauer), δηλαδή στον αποκλεισμό του AfD από συνεργασίες που θα μπορούσαν να το οδηγήσουν στην εξουσία της χώρας, τότε το πιθανότερο σενάριο είναι η επανάληψη του αποκαλούμενου «μεγάλου συνασπισμού», δηλαδή κεντροδεξιάς – κεντροαριστεράς, ο οποίος στην τρέχουσα περίοδο δεν είναι και τόσο «μεγάλος», καθώς το SPD εμφανίζεται πλέον ως τρίτη πολιτική δύναμη στη χώρα.

Όμως και πάλι αυτή η συμμαχία είναι πιθανόν να μην επαρκεί. Οπότε θα πρέπει να αναζητηθεί και ένας τρίτος μικρότερος εταίρος. Η επόμενη εναλλακτική είναι οι Πράσινοι, ωστόσο το πολιτικό τους πρόγραμμα που βασίζεται στην πράσινη ενέργεια και την απόρριψη της χρήσης πετρελαίου - φυσικού αερίου, δεν συνάδει με τον πολιτικό σχεδιασμό των Χριστιανοδημοκρατών του Μερτς. Πολιτικοί αναλυτές, παρότι αναφέρουν ως πιθανή την εν λόγω συνεργασία, εκφράζουν σοβαρές επιφυλάξεις σχετικά με το εάν θα είναι και πραγματικά βιώσιμη και λειτουργική. Εκτός κάδρου για πολιτικούς λόγους βγαίνει η Αριστερά, ενώ και το κόμμα BSW - κυρίως εξαιτίας της φιλορωσικής του στάσης - δεν θεωρείται πιθανός εταίρος για τους Χριστιανοδημοκρατές.

Αντίθετα ιδανική περίπτωση «συνεργάτη» για τους Χριστιανοδημοκράτες θα μπορούσε να θεωρηθεί το FDP. Ο επικεφαλής των Φιλελεύθερων, Κρίστιαν Λίντνερ, μετά τη σύγκρουση με τον Όλαφ Σολτς και την απομάκρυνσή του από τον τρικομματικό κυβερνητικό συνασπισμό, έχει εκφραστεί με θερμά λόγια για τον Φρίντριχ Μερτς. Ωστόσο το FDP κινδυνεύει να μείνει εκτός Βουλής και μάλιστα ο ηγέτης των Χριστιανοδημοκρατών έχει προσπαθήσει να προσελκύσει ψηφοφόρους του. Εκτιμώντας πως εν τέλει ο αποκλεισμός του από το κοινοβούλιο θα τον ευνοήσει περισσότερο, ο Μερτς έχει χαρακτηρίσει «χαμένη ψήφο» την ψήφο στο FDP.

Οι εκλογικοί αριθμοί και οι πολιτικοί συσχετισμοί

Η συνεργασία με τη Ρωσία προσέφερε στη Γερμανία ένα τεράστιο πλεονέκτημα, χάρη στο φτηνό ρωσικό αέριο που «τάιζε» την βαριά βιομηχανία της, καθιστώντας την κραταιά δύναμη στην Ευρώπη. Η ρήξη με τη Μόσχα, μετά το ξέσπασμα του πολέμου στην Ουκρανία, έφερε σταδιακά στην επιφάνεια ζωτικής σημασίας δομικά προβλήματα, βυθίζοντας τη χώρα σε ένα σπιράλ οικονομικής και πολιτικής κρίσης.

Ο νικητής των εκλογών θα κληθεί να διαχειριστεί τα αδιέξοδα που έχουν διαμορφωθεί στο εσωτερικό, αλλά και στο εξωτερικό, με το ουκρανικό και την ανοιχτή διαμάχη με τον Ντόναλντ Τραμπ, επιχειρώντας να αναλάβει εκ νέου η Γερμανία έναν ηγετικό ρόλο στην ΕΕ, αλλά και στη διεθνή πολιτική σκηνή.

Πριν όμως από όλα αυτά, αναμένεται να βρεθεί αντιμέτωπος με το πρόβλημα του σχηματισμού μιας νέας κυβέρνησης στη χώρα. Οι συνομιλίες μεταξύ των κομμάτων θα ξεκινήσουν αμέσως μετά τις εκλογές, αλλά μπορεί να χρειαστεί αρκετός καιρός για να ολοκληρωθούν. Τα πάντα θα εξαρτηθούν από τους αριθμούς των εκλογών και τους πολιτικούς συσχετισμούς.

Keywords
Τυχαία Θέματα
Εκλογές, Γερμανία, Φρίντριχ Μερτς,ekloges, germania, frintrich merts