Λέων Α. Ναρ

Με ρωτούν γιατί ασχολήθηκα με το στιχουργικό έργο του Θανάση Παπακωνσταντίνου… Ο Θανάσης κυκλοφόρησε τα πρώτα του τραγούδια στις αρχές της δεκαετίας του ’90, σε μια εποχή που σημάδεψε την ελληνική τραγουδοποιία. Οι μουσικές και κυρίως οι στίχοι του άρχισαν να με ενδιαφέρουν από την πρώτη στιγμή που άκουσα τα τραγούδια του. Κατάλαβα ότι έχουμε να κάνουμε με μια περίπτωση καλλιτέχνη που δεν είναι μόνο ένας απλός τραγουδοποιός, αλλά ένας πραγματικός ποιητής. Ωστόσο, σε καμιά περίπτωση δεν παραγνωρίζω ότι οι μελωδίες του χαρίζουν εξίσου αισθητική απόλαυση.

Δώσε στους περισσότερους νέους

σήμερα να διαβάσουν ένα δημοτικό τραγούδι (πυλώνας της ποιητικής κοσμοθεωρίας του Θανάση). Το πιο πιθανό είναι να σου πετάξουν το βιβλίο στο κεφάλι! Στις συναυλίες του Θανάση, όμως, παραληρούν τραγουδώντας τραγούδια που πατάνε στη δημοτική παράδοση. Αυτό είναι το πρώτο παράδοξο που επισημαίνω. Ίσως έλκονται από το γεγονός ότι οι στίχοι του είναι υβριδικοί και συνδυαστικά πρωτότυποι. Ακούς τα τραγούδια του και διαπιστώνεις πως άλλα «συνομιλούν» είτε με Λατινοαμερικανούς είτε με Έλληνες ποιητές, ενώ την ίδια ώρα συνυπάρχει το ηχόχρωμα του δημοτικού τραγουδιού. Ίσως πάλι τους έλκει το γεγονός ότι οι στίχοι του είναι άχρονοι και άτοποι, στοιχείο που διαμορφώνει τελικά ένα έργο ανισόρροπα ισορροπημένο.

Οι περισσότεροι Έλληνες, πληθυσμιακά, είμαστε, δυστυχώς θα έλεγα, παιδιά της πόλης, δεν έχουμε ιδέα τι σημαίνει καθημερινή επαφή με τη φύση. Με τον Θανάση έχουμε πάλι την εξαίρεση… Ο Παπακωνσταντίνου εμπνέεται από το άγγιγμα και τους βιορυθμούς της φύσης, κάτι που θα φαινόταν, φυσιολογικά, αδιάφορο στους περισσότερους ακροατές του. Δεν ισχύει όμως κάτι τέτοιο σε καμία περίπτωση και αυτό συνιστά το δεύτερο παράδοξο.

{jb_quote}Αστέρια, γαλαξίες, ποιητάδες, αγωνιστές, όλα παράταιρα αλλά και συνάμα ωραία ταιριασμένα. {/jb_quote}

Το τρίτο παράδοξο είναι ότι ο Θανάσης είναι βαθύτατα υπαρξιακός στους στίχους του. Σήμερα μας έχει φάει ο ρεαλισμός, ωστόσο ο Παπακωνσταντίνου μάς συνδέει με το μεταφυσικό του σύμπαν, αποσπώντας μας από την τυποποίηση και τον αυτοματισμό.

Αλλά είναι και οι λέξεις που χρησιμοποιεί. Αυτό είναι το τέταρτο παράδοξο που εντοπίζω. Ακούς ένα τραγούδι του και ψάχνεις να βρεις τι σημαίνουν τα «κούγκια» κι ένα σωρό άλλα… Η κοινωνία δεν πολυψάχνει σήμερα, τα περισσότερα τα καταπίνει αμάσητα, με τον Θανάση θεωρώ ότι και πάλι έχουμε την εξαίρεση, γιατί δεν πιστεύω ότι κάποια/ος ηδονίζεται τραγουδώντας κάτι που δεν καταλαβαίνει. Μια χαρά καταλαβαίνει, αλλά για να καταλάβει, οφείλει να ψάξει…

Αστέρια, γαλαξίες, ποιητάδες, αγωνιστές, όλα παράταιρα αλλά και συνάμα ωραία ταιριασμένα. Αλλά και μουσικά νομίζω ότι έχουμε σπουδαία πρώτη ύλη, άλλοτε ακούσματα που μοιάζουν να κινούνται σε πιο παραδοσιακές φόρμες κι άλλοτε πιο λαϊκές μελωδίες. Το ενδιαφέρον είναι ότι ο Παπακωνσταντίνου δεν διστάζει να προχωρήσει πολλές φορές στην αποδόμησή τους, προκειμένου να τα φέρει στα δικά του μέτρα. Προκύπτει έτσι ένα μουσικό κράμα που ακούγεται ταυτοχρόνως ολοκαίνουργιο, φρέσκο και την ίδια στιγμή αναγνωρίσιμο. Οι παράτολμοι, σε μια πρώτη ανάγνωση, χειρισμοί του ισορροπούν, θαρρείς, την κάθε αντίθεση: τον απόλυτο σεβασμό της παραδοσιακής μουσικής –χωρίς όμως την αίσθηση του δέους απέναντί της, που λειτουργεί ως αμήχανος διεκπεραιωτής–, αλλά και την απόλυτη ανάγκη επαναπροσέγγισής της σε ενεστώτα χρόνο. Κι όλα αυτά, με δάνεια στοιχεία από διάφορες πηγές, με αποτέλεσμα να υπάρχει τελικά μια δημιουργική σύμμειξη.

Στους μουσικούς του δρόμους διασταυρώνονται το απώτερο με το πρόσφατο παρελθόν και το παρόν της ελληνικής μουσικής: το ροκ «χαιρετά» την παράδοση, το λαϊκό, πέρα από τα όργανα που χρησιμοποιεί κάθε φορά και τη φόρμα σύνθεσης που τελικά επιλέγει, είναι και θα είναι θεμέλιος κώδικάς του – με την απαραίτητη επισήμανση όμως ότι ο Θανάσης το ανανεώνει δημιουργικά. Και όλο αυτό ο Παπακωνσταντίνου θεωρώ πως το εκφράζει αυθεντικά, χωρίς φιοριτούρες· σημάδι ίσως της ιδιαιτερότητας που χαρακτηρίζει το έργο του. Όπως γράφω και στο βιβλίο, στον ακροατή πέφτει το επίπονο αλλά ουσιαστικό φορτίο της αναζήτησης. Όπως γράφει ο Κάφκα, «οι στίχοι που έχουμε ανάγκη είναι εκείνοι που πέφτουν σαν το τσεκούρι στην παγωμένη θάλασσα της ψυχής μας». Και ο Θανάσης Παπακωνσταντίνου νομίζω πως χειρίζεται επιδέξια το τσεκούρι.

«Να βρω ξανά του νήματος την άκρη...»
Σχεδίασμα ποιητικής βιογραφίας του Θανάση Παπακωνσταντίνου
Λέων Α. Ναρ
Πρόλογος: Άκης Σακισλόγλου
Εκδόσεις Πατάκη
σ. 160
ISBN: 978-960-16-9791-8
Τιμή: 9,50€

Keywords
Τυχαία Θέματα