«Μικρό ανθολόγιο ποιημάτων για την ποίηση» (ΙI)

ανθολόγηση: Λίνα Φυτιλή

Ποιήματα για την ποίηση – με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Ποίησης 2021

Δημήτρης Αγγελής

ΤΙ ΕΙΠΕ Ο ΡΕΝΕ ΜΑΓΚΡΙΤ ΟΤΑΝ ΤΟΥ ΕΣΤΕΙΛΑ
ΤΑ ΧΕΙΡΟΓΡΑΦΑ ΑΥΤΟΥ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ

Αυτό δεν είναι ποίημα. Το ποίημα είναι τρία χιλιόμετρα μακριά,
πίσω απ’ τους αμμόλοφους κι έρχεται.

Το ποίημα μυρίζει κόκκινο και σκεπάζει τον ορίζοντα.
Πάνω στις πτυχές του συνεχίζει τις νυχτερινές του πτήσεις
ο Αντουάν ντε Σαν Εξυπερύ με τη μικρή αλεπού του.
Τρώνε παγωμένα σταφύλια και

φτύνουν γελώντας τα κουκούτσια
πάνω στους ξιφίες που τους ακολουθούν
και στ’ ανύποπτα κεφάλια μας την ώρα
που οι νυχτερίδες ανάβουν τη νύχτα.

Το ποίημα είναι ένα παγωμένο κουκούτσι:
Σου σπάει τα δόντια.
Σου ξεσχίζει το λαιμό.
Κι αυτό δεν είναι ποίημα.

{loadmodule mod_adsence-inarticle-makri} {loadposition adsence-inarticle-makri}

Ειρήνη Γιαννάκη

ΩΡΟΛΟΓΙΟΝ

Τα τζιτζίκια του Εμπειρίκου στη Μεσογείων
Σε κάθε χτύπο
Σε κάθε χτύπο
Σφυροκοπούν
Τη ζωντανή
λ ε ξ ι μ α γ ε ί α.

Χαράλαμπος Γιαννακόπουλος

ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΤΗ ΒΡΟΧΗ

Για μια στιγμή μόνο αν σταθείς
ακίνητος κάτω από τη βροχή
ν’ αφουγκραστείς τον ήχο της
επάνω στην ομπρέλα σου
και να δεις τα φώτα του δρόμου
πολλαπλασιασμένα στις σταγόνες της,
για μια στιγμή μόνο αν σταθείς εκεί,
δεν χρειάζεται να γράψεις
κανένα ποίημα εκείνη την ημέρα.

Άννα Γρίβα

«ΥΓ»

Το ποίημα έχει μια αιχμή
Γδέρνει τη φλούδα
του μανταρινιού
χωρίς ποτέ να φτάσει
στη σάρκα
μικρά μικρά σαν βάσανα
χτυπήματα στο δέρμα
για να χαθεί η μυρωδιά
στο γύρω τόπο
και να ανατείλει το άστρο μας
μέσα στον πυρετό του.
Απλώνουμε τα χέρια
σε καρπούς που αστράφτουν
όπως σε φιλιά που ακονίζονται
για να μη ξεχαστούν.

Θάνος Γώγος

ΜΕΤΑΙΧΜΙΑΚΗ ΧΑΡΑ (IV)

Τα ερωτικά μου ποιήματα
κολλημένα
σχιζότυπα
πάνω μου
Αντικαθιστούν την αφή
Μένουν πάντα εκτός συλλογής
Και δεν στρέφουν το βλέμμα στο μέλλον.

Στέλλα Δούμου

ΑΠΟ ΤΑ ΔΑΣΗ ΚΑΙ ΕΝΤΕΥΘΕΝ

Στο κρεβάτι μου ένα πριόνι
Κάθε βράδυ
Αθόρυβα
Κόβει κι ένα κλαδί
Απ’ την ανάσα
Που έχω φυλάξει για την αθανασία.

Θωμάς Ιωάννου

ΣΤΟ ΒΥΘΟ ΤΟΥ ΠΡΟΣΩΠΟΥ

Ούτε σήμερα ξύρισα τα γένια μου
Μηδέ και τα ερωτηματικά μου
Προβάρω τον επικήδειό μου
Στην κινούμενη άμμο του καθρέφτη
Βγάζοντας απ’ το στόμα
Αφρούς και θρύψαλα
Ασφυκτιώντας
Στο βυθό του προσώπου μου
Να αναδυθώ δεν τολμώ
Δε διασώζει η επιφάνεια
Εκεί να δεις πνιγμονή
Εκεί να δεις καταβύθιση
Ας μείνω εδώ να αισθανθώ το σώμα μου
Καθαρό από την άνωση
Αυτό το ένστικτο που σε τραβάει
Με το ζόρι να επιπλεύσεις
Ορισμένως, κάποτε, όταν μπορέσω,
θα γράψω τις εντυπώσεις ενός πνιγμένου

Βάγια Κάλφα

ΨΥΧΡΟ

Ο ποιητής
είναι αδίστακτος
περνά πάνω
απ’ τα ανυποψίαστα ποιήματα
Περιεργάζεται προσεκτικά
Ένα προς ένα
Τα μέλη-
Νεογέννητες λέξεις
Μες στο χέρι του πιάνει τα καχεκτικά
Και τα πνίγει

Ανδρέας Κεντζός

ΚΕΛΑΗΔΙΣΜΟΣ

Τι τι
τι το ον
ον το τι
ον ον
τι τι

Δήμητρα Κουβάτα

Η ΑΠΕΙΛΗ ΤΗΣ ΠΡΟΓΡΑΦΗΣ

Με τούτο θα σε σφάξω, κακομοίρα μου.
Και έτρεμες για το κουζινομάχαιρο,
για το σφαχτάρι στο τσιγκέλι ανάποδα,
μ’ όλο το αίμα να του ’ρχεται στη μύτη
και το κοκόρι που ’τρεχε στην αυλή,
με τον λαιμό σφαγμένο.
Μ’ αυτά είναι που γίνονται οι ποιητές,
εντέλει, αυτοί που είναι.

Μαρία Κουλούρη

ΟΙΚΙΑ

Ιδού
Λέξεων κυτίο
Άφωνου κάθετη κατάληξη
Γέννες
Οδύνες
Τοκετοί
Κάποια σύλληψις
Κλίμακα γραμμική
Άκρη η ίαση
Απέναντι κανείς
Σκεύος μικρό
Χώρο δεν πιάνει το αδύνατον
Κάποτε ποιήθηκε
Τώρα
Σιγήν ιχθύος
Πράττει

Δήμητρα Κωτούλα

ΠΟΙΗΜΑ ΤΟΥ ΝΑΙ ΚΑΙ ΤΟΥ ΟΧΙ (III)

Δεν εξημερώνεται και φοβάμαι.

Η στιγμή σφίγγει – ένας στροβιλισμός από στιγμές.
Η βία είναι προβλέψιμη.
Νιώθω βαθιές τύψεις
για περίεργες ταυτολογίες
που έτσι ξαφνικά προκύψαν:
Νοήματα που αναπάντεχα μετατρέπονται σε παραμύθια
παραμύθια που αναπάντεχα
–αλλά τόσο θεατρικά–
μετατρέπονται σε νοήματα.

Σαν τσοπανόσκυλο στο γρασίδι της γλώσσας μου
κλαίω.

Δημήτρης Λεοντζάκος

Η ΥΠΤΙΑ ΘΛΙΨΗ ΤΩΝ ΠΟΥΛΙΩΝ

η άφωνη αφόπλιση του φωτός
απ’ την γλώσσα.

Αλέξιος Μάινας

ΔΙΑΒΑΖΕΙΣ

(Η λευκή φωνή.)

Σ’ ένα ποίημα με τον τίτλο Γράφω
σκύβω πάνω από το χαρτί
και γράφω ένα ποίημα
για το ότι σκύβεις πάνω από το χαρτί
και διαβάζεις αυτό το ποίημα
του οποίου ο τίτλος ήδη φανέρωσε
πόσο διαφέρουμε

σκύβουμε μεν κι οι δυο
πάνω από το χαρτί
μα δεν υπάρχει τρόπος
για μας να συναντηθούμε.

Μάνια Μεζίτη

ΣΥΝΤΟΜΟ

Γράφει
για να γίνει άλλος
δεν τον αφορούν
οι λεπτομέρειες
ούτε του αρέσει να εξηγεί
Τραβάει ευθείες
στη σανίδα του αρχιτέκτονα
με την ευχή
να σπάσει το παράλληλο

Γλυκερία Μπασδέκη

ΠΡΟΣΔΟΚΩ ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΝΕΚΡΩΝ

συγκεκριμένα της μητέρας μου,
της φίλης μου Ελευθερίας Σαπουντζή,
της Αγαθής,
του Παναγιώτη,
των ποιητών
Βασίλη Στεριάδη,
Έκτορα Κακναβάτου,
Νίκου Καρούζου
(καθώς και μερικών
ακόμα)

Γιολάντα Σακελλαρίου

ΥΣΤΑΤΗ ΜΕΡΑ

Του εφήμερου λευκό πανάκι
Στην αύρα των ποιητών θα κυματίζεις
Μέχρι το φέγγος

Λένα Σαμαρά

ΦΑΣΕΙΣ ΣΕΛΗΝΗΣ

Επέστρεψα στη λευκότητα.
Στους πατημένους δρόμους του χαρτιού.

Το γνωστό φεγγάρι πεισματικά εκεί.

Δανάη Σιώζιου

ΣΤΟ ΠΑΡΚΟ

Σκοτάδι στο τέλος - τέλος
γερμανικό παραμύθι είσαι
γλώσσα που δε μου ανήκει
το σώμα μου δικό σου
πένθος κανένα
ούτε αστέρι

Πέτρος Στεφανέας

ΚΩΔΙΚΟΣ ΠΟΙΗΣΗ

Ιδιωτεύων κωδικός

Εντός των μυών
Διερευνώνται χιλιάδες ζωές

Εικόνες μεταφέρονται
Από τους μύκητες στο αναπνευστικό σύστημα
Από τις διακλαδώσεις νεύρων στα παυσίπονα

Ακτινογραφίες
Και υπόλοιπα από τις σοκολάτες γάλακτος

Αναζητώ τις ασθενείς λέξεις
Να μεταφερθούν
Με το ασθενοφόρο

Συμβαίνει έτσι μια φορά τη διετία
Όταν έχουμε πιει τσίπουρο

Γιάννης Στίγκας

ΜΕΓΑΛΟ ΜΠΟΤΙΛΙΑΡΙΣΜΑ
ΚΙ ΑΠΟ ΤΙΣ ΔΥΟ ΜΕΡΙΕΣ ΤΟΥ ΤΡΟΜΟΥ

Έτσι όπως μπαίνουν όλοι τους
αξύριστοι στην ποίηση
να βόσκουν τα σκοτάδια τους
και καρδαμώνει η συμφορά
το λίγο λίγο τρώει τα θεμέλια
εγώ κορνάρω βέβαια
Τον Όμηρο τον κάνανε
χιλιάδες ξοφλημένα σύννεφα
έχω μεγάλη δυσκολία να χρυσώσω την πνοή
ευτυχώς που υπάρχεις κι εσύ
δηλαδή το κασκόλ σου
μαγκωμένα γερά
στα γρανάζια της πόλης
για να σ’ έχουμε εδώ
με ξενύχτια
κι ό,τι άλλο αιχμηρό
να ανοίγουμε τρύπες στο γέλιο σου
και να παίρνουμε
ολόχρυσες τζούρες

Κυριάκος Συφιλτζόγλου

(Άτιτλο)

Προσοχή
ισχυροί πλάγιοι άνεμοι
«δρυός πεσούσης πας ανήρ ξυλεύεται»
βέβαια εκεί έκανες τον Κινέζο
άλλαζε ημιτόνιο η φωνή σου
άρχιζαν τα ιδεογράμματα της αμηχανίας
τόνοι βάμβακος το ψέμα
μ’ αυτά και μ’ αυτά
στήναμε κανένα ποίημα
όταν κλείναν τους δρόμους οι αγρότες
και ξεκινούσαν
οι παρακαμπτήριοι
της γραφής

Nίκος Φιλντίσης

ΕΥΜΕΝΗΣ

Άνδρος, Ουψάλα, Μόσχα, Εδιμβούργο
πάνω στα έπιπλα αφήσαν σουβενίρ
–κυκλαδικά ειδώλια
ξύλινοι Βίκινγκς
ματρέσκες κόκκινες
τυμπανιστές Σκωτσέζοι–
θαμμένα από την άθλια σκόνη
τα άρτια ποιήματά σου
μαζί θα ξεχνιούνται
πλάι πλάι
κι ίσως μιλάμε
για έναν ακόμα σπουδαίο ποιητή
ή για μια φούσκα που έσκασε
στο πρώτο σκαλί

Χάρης Ψαρράς

ΣΥΜΒΑΣΗ

Ο ποιητής πλάθει μια σύμβαση με το τυχαίο
το συναντά σε μέρη δροσερά
ίσως και παγωμένα
επιχειρεί εκεί ανάπηρη συναλλαγή
έπειτα υποδύεται τον ακροατή των αηδονιών
ή με τις ευλογίες ορισμένων δίστιχων
θέτει χρονοδιάγραμμα στις φαντασίες
να αντέξουν.

Το 1ο μέρος του ανθολογίου: https://diastixo.gr/logotexnikakeimena/poihsh/15982-anthologio-poiimaton

Keywords
Τυχαία Θέματα