«Οι τσέπες μου είναι γεμάτες πέτρες» της Ειρήνης Ρηνιώτη

ΡΟΥΛΕΤΑ

Ο ποιητής γέμισε το ποτήρι του. «Να σου βάλω ένα;» «Θα ήθελα πολύ να πιω μαζί σου, γιατί σκέφτομαι πως ταξίδι είναι οι άνθρωποι, μα πιο πολύ ταξίδι είναι να μοιραστείς τον δρόμο. Μια εποχή στην κόλαση, πριν τα είκοσι. Πώς αντέχεις μετά;» «Η ζωή είναι μια φάρσα που πρέπει να την υπομείνουν όλοι.» «Φάρσα;» «Πες το όπως θες. Ένα παιχνίδι τολμηρό και απρόβλεπτο. Ξέρεις, τι μπορεί να σου κοστίσει ένα ποτήρι μαζί μου;» Χαμογέλασα, νομίζοντας ότι αστειεύεται, αλλά

έβγαλε από την τσέπη του ένα περίστροφο κι ακουμπώντας το στο τραπέζι το έστριψε με δύναμη. «Τι λες, έχεις τα κότσια;» «Οι τσέπες μου είναι γεμάτες πέτρες από καιρό», απάντησα στροβιλίζοντας το όπλο, αλλά η κάννη έδειξε τον ποιητή. Εκείνος έβαλε μια σφαίρα στη θαλάμη και, κλείνοντάς μου το μάτι, γύρισε τον κύλινδρο, ακούμπησε το περίστροφο στον κρόταφο, άγγιξε με το δάχτυλο τη σκανδάλη και είπε: «Ας παίξουμε, λοιπόν. Όποιος τολμά ας πέσει πρώτος στο ποτάμι.»

[*Με πλάγια γράμματα στίχοι του Ρεμπό]

{loadmodule mod_adsence-inarticle-makri} {loadposition adsence-inarticle-makri}

ΛΥΓΜΟΣ

(στη μνήμη του Κώστα Γ. Παπαγεωργίου)

Έστησε τα ξυράφια του ο θάνατος κι έφτιαξε πίστα από γυαλί για να σε πάρει. Όμως δεν τα λογάριασε καλά. Αποδημώντας έγινες πουλί και οι στίχοι σου, μ’ ένα ρυθμό ασύλληπτο, σκαρφάλωσαν στ’ απόκρημνα των λέξεων για ν’ ακουστεί πιο δυνατά η φωνή σου. Tα μάτια όταν δεν θέλουν πια να δουν στρέφονται μέσα τους και πλάθουν όραση τυφλού, μονάχα για των σπλάχνων τα τοπία. Στις θημωνιές της ύπαρξης στρώνει μετάξι ο πόνος. Έσπασαν οι χορδές του νου. Ο μετρονόμος σώπασε. Η ερημιά γλιστράει αθόρυβα πάνω στων πλήκτρων σου το χιόνι, μετεωρίζοντας τη σφαίρα της ποίησης στο εκκρεμές της αμφιβολίας.

[*Με πλάγια γράμματα στίχοι του Κώστα Γ. Παπαγεωργίου]

ΧΡΟΝΙΚΟ

Τα χέρια της φτεροκοπούν ετοιμάζοντας το πρωινό στην κουζίνα, λίγο προτού ξυπνήσει τα παιδιά αγγίζοντας –με τα ματοτσίνορα– τα βλέφαρά τους. Ύστερα, χωρίς δισταγμό, μονώνει τις χαραμάδες στις πόρτες φορώντας τις λέξεις κατάσαρκα, νιώθοντας τα λεπίδια των γιώτα σφηνωμένα στο στήθος και τις καμπύλες των όμικρον να σφίγγουν τον λαιμό, με μια γλώσσα που χαράσσει τα λάθη μας στις αναπάντεχες ρωγμές της.
Το δωμάτιο γεμίζει ασφόδελους που μαρτυρούν εγκατάλειψη· ένας για κάθε απειλή την ώρα που η λέαινα ανοίγει το γκάζι και βάζει το κεφάλι της στον φούρνο, ανασηκώνοντας το πέλμα για να διανύσει μέσα σε μια στιγμή την απόσταση μυριάδων χιλιομέτρων.

Η Ειρήνη Ρηνιώτη γεννήθηκε το 1964 στην Αθήνα. Σπούδασε στη Σχολή Ανθρωπιστικών Σπουδών του Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου, στο Πρόγραμμα Σπουδών «Ελληνικός Πολιτισμός», και ολοκλήρωσε με επιτυχία τις μεταπτυχιακές σπουδές της στο Μ.Π.Σ. «Δημιουργική Γραφή» του ίδιου Πανεπιστημίου. Είναι μέλος της Εταιρείας Συγγραφέων, του Κύκλου Ποιητών, καθώς και του Ελληνικού Κέντρου του Διεθνούς Ινστιτούτου Θεάτρου ως ηθοποιός. Έχει εκδώσει εννέα ποιητικές συλλογές. Οι τρεις τελευταίες, με τίτλο Η ανθοφορία της σιωπής (2008), Ίλιγγος (2011) και Μια βόλτα μόνο (2016), η οποία τιμήθηκε με το Βραβείο «Αικατερίνης Σταθοπούλου» της Ακαδημίας Αθηνών το 2017, κυκλοφορούν από τις Εκδόσεις Άγρα. Ποιήματά της έχουν περιληφθεί σε ανθολογίες και μεταφραστεί σε διάφορες γλώσσες, ενώ ορισμένα μελοποιήθηκαν από τον Θάνο Μικρούτσικο, τον Μάνο Αβαράκη και τον Παναγιώτη Κωνσταντακόπουλο.

Keywords
Τυχαία Θέματα