«Υπόθεση Πατρίδα» του Volker Kutscher

Προδημοσίευση από το μυθιστόρημα του Volker Kutscher Υπόθεση Πατρίδα (μτφρ. Δέσποινα Κανελλοπούλου), που θα κυκλοφορήσει στις 30 Μαρτίου από τις Εκδόσεις Διόπτρα.

Πρώτο μέρος

Βερολίνο
2 έως 6 Ιουλίου 1932
Ο ήλιος που λάμπει πάνω στα πτώματα
δεν ξέρει τι θα φέρει το μέλλον,
δεν βλέπει τη συνολική εικόνα· το μόνο
που ξέρει είναι πού να στείλει τις μύγες.
Ed Brubaker, Sleeper, Σ. 2, Επ. 7

{loadmodule mod_adsence-inarticle-makri} {loadposition adsence-inarticle-makri}

1

Ο

Ράινχολντ Γκρεφ δεν είχε ξαναδεί την Πότσνταμερ Πλατς τόσο σκοτεινή και έρημη. Στις πέντε και τέταρτο τα χαράματα, οι φωτεινές διαφημίσεις είχαν σβήσει προ πολλού, ενώ τα κτίρια γύρω από την πλατεία υψώνονταν σαν μαύροι βράχοι προς τον ουρανό. Η μαύρη Maybach, στην οποία επέβαινε ο ανθυπαστυνόμος, ήταν το μοναδικό αυτοκίνητο στην, πολυσύχναστη συνήθως, διασταύρωση. Τέτοια ώρα δεν υπήρχε καν τροχονόμος στον πυργίσκο της τροχαίας, και γι’ αυτό τα φανάρια ήταν σβηστά. Ο Γκρεφ κόλλησε το μέτωπό του στο πλαϊνό τζάμι του αυτοκινήτου και κοίταξε τις σταγόνες της βροχής, που σχημάτιζαν οριζόντια ποταμάκια από τον άνεμο.
«Αυτό εκεί το κτίριο με τον θόλο δεν είναι ο Οίκος της Πατρίδας;» ακούστηκε η φωνή του Λάνγκε από το πίσω κάθισμα.
Ο Γκρεφ δεν απάντησε, παρά είπε απλώς στον οδηγό να σταματήσει και άνοιξε το παράθυρό του. Ένας αστυφύλακας που στεκόταν μέσα στη βροχή στη Στρέζεμαν Στράσε είχε αναγνωρίσει το αυτοκίνητο του Τμήματος Ανθρωποκτονιών και τους πλησίαζε.
«Στην είσοδο των προμηθευτών, κύριε αστυνόμε!» Ο ένστολος τους χαιρέτισε υπηρεσιακά και μετά έδειξε προς την Κέτενερ Στράσε.
«Ο αστυνόμος θα έρθει σε λίγο», είπε ο Γκρεφ, πριν κλείσει πάλι το παράθυρο και κάνει νόημα στον οδηγό να στρίψει δεξιά.
Δεν ήταν και στην καλύτερη διάθεση. Ο αρχιφύλακας Λάνγκε ήταν ο μόνος συνάδελφος που είχε πάει μαζί του, καθώς είχε κι εκείνος νυχτερινή βάρδια στο Ανθρωποκτονιών. Είχαν ξυπνήσει μέσα στ’ άγρια χαράματα την Κρίστελ Τέμε, τη στενογράφο, και την είχαν πάρει από το σπίτι της στο Σένεμπεργκ. Επίσης, στο αμάξι βρισκόταν ο οδηγός. Πέραν αυτών, ο Γκρεφ δεν είχε καταφέρει να βρει κανέναν άλλο τέτοια ώρα, σ’ αυτή την γκρίζα ζώνη ανάμεσα στα μεσάνυχτα και την αυγή, και, φυσικά, κανέναν ανώτερο. Παρότι ο Γκέρεον Ρατ όφειλε να βρίσκεται σε υπηρεσιακή ετοιμότητα, δεν είχε απαντήσει στο τηλέφωνο. Έπειτα από τέσσερις άκαρπες προσπάθειες, ο Γκρεφ τα παράτησε και μπήκε στο υπηρεσιακό αυτοκίνητο μαζί με τον Λάνγκε, για να περάσουν να πάρουν τη στενογράφο και να πάνε επιτέλους στον τόπο του εγκλήματος. Είχαν μείνει αμίλητοι σε όλη τη διαδρομή, προτού σπάσει ο Λάνγκε τη σιωπή με το περιττό σχόλιό του.
Φυσικά και αυτός ήταν ο Οίκος της Πατρίδας. Η Κέτενερ Στράσε τους οδήγησε στη σκοτεινή πίσω πλευρά του κτιρίου, όπου βρέθηκαν να περνούν μπροστάαπό μια ατελείωτη στοά με ψηλές αψίδες, πενιχρά φωτισμένη από τους φανοστάτες του δρόμου. Κάποτε στεγάζονταν εκεί τα γραφεία μιας μεγάλης κινηματογραφικής εταιρείας, αλλά μετά ο οίκος Κεμπίνσκι είχε επενδύσει μια περιουσία στο κτίριο και το είχε μετατρέψει στον μεγαλύτερο ναό της ψυχαγωγίας στο Βερολίνο. Έτσι, ο Οίκος της Πατρίδας συνδύαζε πλέον κάτω από μία στέγη όλες τις απολαύσεις που περίμενε ο μέσος επαρχιώτης τουρίστας από μια επιτυχημένη βραδιά στην κοσμοπολίτικη πρωτεύου­­σα: φαγητό, χορό, ποτό και την ευκαιρία να πάρει λίγο μάτι τις ελαφρά ενδεδυμένες χορεύτριες της επιθεώρησης.
Οι σταγόνες της βροχής έλαμπαν στο έντονο ηλεκτρικό φως που έβγαινε από μια ανοιχτή πύλη στο βάθος του κτιρίου. Η είσοδος των προμηθευτών βρισκόταν όσο πιο μακριά γινόταν από την πολυσύχναστη Στρέζεμαν Στράσε. Στην άκρη του δρόμου ήταν σταθμευμένα δύο αυτοκίνητα: ένα ημιφορτηγό με την πίσω πόρτα ανοιχτή κι ένα μπορντό Horch. Ο οδηγός του Ανθρωποκτονιών πάρκαρε ακριβώς πίσω τους, βγήκε από το αμάξι και άνοιξε την πόρτα του Γκρεφ.
«Μην παιδεύεστε, Σρέντερ, δεν είμαι δα και ο αρχηγός της αστυνομίας».
«Όπως θέλετε, ανθυπαστυνόμε».
Μπράντι Mathée, αξεπέραστη γεύση. Αυτό ισχυριζόταν η επιγραφή στο πλάι του φορτηγού που ήταν σταθμευμένο ακριβώς μπροστά στην είσοδο, κι από κάτω, με μικρότερα γράμματα, έγραφε: Χέρμπερτ Λάμκαου. Οινοπνευματώδη. Η βροχή δυνάμωνε ολοένα, και ο Γκρεφ στερέωσε καλύτερα το καπέλο του.
«Μην ξεχάσεις τη φωτογραφική μηχανή», είπε απότομα στον Λάνγκε, που έτρεχε να προστατευτεί από τη βροχή. Είχε ακουστεί πιο άγριος απ’ όσο σκόπευε· το μόνο που ήθελε ήταν να του δώσει να καταλάβει ποιος ήταν επικεφαλής της έρευνας, όσο ο αστυνόμος υπηρεσίας έλαμπε διά της απουσίας του. Δεν ήθελε να του μπουν ιδέες: Ο τίτλος του «δόκιμου αστυνόμου» δεν ήταν κανονικός βαθμός στην ιεραρχία, επομένως ο Λάνγκε εξακολουθούσε να είναι ένας απλός αρχιφύλακας· για να γίνει αστυνόμος, έπρεπε πρώτα να περάσει τις σχετικές εξετάσεις. Μέχρι τότε, ο Ράινχολντ Γκρεφ παρέμενε ιεραρχικά ανώτερός του.
Ο Λάνγκε υπάκουσε χωρίς γκρίνιες. Πήγε στο πορτμπαγκάζ του υπηρεσιακού οχήματος και προσπάθησε να το ανοίξει· μία φορά, και μετά άλλη μία, πιο δυνατά, αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Ο Γκρεφ ήξερε πως, όταν έβρεχε, η πόρτα φράκαρε. Υπήρχε ένα κόλπο για να την ανοίγεις, και ο αρχιφύλακας καλά θα είχε κάνει να το μάθει τόσους μήνες που υπηρετούσε στην Άλεξ.
Αποφεύγοντας να πατήσει μέσα στις λακκούβες με το νερό, ο ανθυπαστυνόμος προχώρησε προς τη φωτισμένη είσοδο των προμηθευτών, όπου στεκόταν φρουρός ένας αστυφύλακας. Μόλις ο Γκρεφ έσκυψε για να βγάλει την υπηρεσιακή του ταυτότητα από την τσέπη του γιλέκου του, το βρόχινο νερό που είχε μαζευτεί στην κόγχη του καπέλου του έτρεξε στο τσιμεντένιο δάπεδο. Ο ένστολος έκανε λίγο στην άκρη, για να μη βραχούν οι αρβύλες του.
«Ευπειθώς αναφέρω: Υπαρχιφύλακας Ρόιτερ, από το 16ο Τμήμα, στη Φος Στράσε. Περί τις τέσσερις και τριάντα δύο ενημερωθήκαμε τηλεφωνικώς για την εύρεση σορού. Προέβημεν σε έναν πρώτο έλεγχο και κατόπιν ειδοποιήσαμε αμέσως το Τμήμα Ανθρωποκτονιών».
«Βρήκατε καθόλου προκαταρκτικά στοιχεία;»
«Τίποτα, αστυνόμε, εκτός από…»
«Ανθυπαστυνόμος», τον διέκοψε ο Γκρεφ. «Ο αστυνόμος βρίσκεται καθ’ οδόν».
«Ευπειθώς αναφέρω: Δεν υπάρχουν καθόλου στοιχεία, ανθυπαστυνόμε. Πέραν του ότι ο άντρας είναι νεκρός».
Ο Γκρεφ έγνεψε. «Πού βρίσκεται, λοιπόν, το πτώμα μας;»
Ο ένστολος έδειξε προς την τσιμεντένια οροφή. «Πάνω».
«Στη στέγη;»
«Στον ανελκυστήρα για τα εμπορεύματα. Στον τέταρτο όροφο. Ή στον τρίτο. Έχει μείνει κάπου στη μέση».
Ο Γκρεφ κοίταξε γύρω του. Στα αριστερά του υπήρχαν δύο λιτές, μεταλλικές πόρτες ανελκυστήρα. Στα δεξιά του μια τσιμεντένια σκάλα, που οδηγούσε στους επάνω ορόφους.
«Δεν επιτρέψαμε σε κανέναν να χρησιμοποιήσει τους ανελκυστήρες», είπε ο αστυνομικός. «Για να μην αλλοιωθούν τα τεκμήρια».
«Έξοχα», τον παίνεψε ο Γκρεφ. Αυτού του είδους η σύνεση δεν ήταν καθόλου αυτονόητη στους ενστόλους, παρότι ο Γκένατ δεν κουραζόταν να επαναλαμβάνει ακόμα και στα απλά όργανα τις γενικές αρχές της σύγχρονης αστυνομικής μεθοδολογίας. «Αντιμετωπίσατε κανένα πρόβλημα εξαιτίας αυτής της απαγόρευσης;»
«Μόνο με τον ιατροδικαστή. Βλαστημούσε καθώς ανέβαινε από τις σκάλες».
«Δεν υπάρχουν ανελκυστήρες προσώπων;»
«Πολλοί. Αλλά όχι εδώ πίσω. Αυτοί είναι πιο μπροστά, στην κεντρική σάλα του κτιρίου».
Ο Γκρεφ αναστέναξε και έγνεψε στη στενογράφο, που τον είχε πλησιάσει και εκείνη τη στιγμή τίναζε την ομπρέλα της.
«Θα χρειαστεί να ανέβουμε από τις σκάλες, δεσποινίς Τέμε», της είπε, ανοίγοντας τη γυάλινη πόρτα του κλιμακοστασίου. Πριν αρχίσει να ανηφορίζει μαζί με τη στενογράφο προς τον τέταρτο όροφο, πρόλαβε να δει ότι ο Λάνγκε είχε καταφέρει να ανοίξει επιτέλους το πορτμπαγκάζ. Όταν έφτασαν πάνω, συνάντησαν μια χούφτα άντρες. Εκτός από τον ένστολο που φρουρούσε τον τόπο του εγκλήματος, υπήρχε επίσης ένας φύλακας της Εταιρείας Υπηρεσιών Ασφαλείας Βερολίνου, δίπλα του στεκόταν ένας άντρας που ήταν ολοφάνερα μάγειρας, μετά ένας με φόρμα εργασίας και, τέλος, ένας καλοντυμένος, ψηλόλιγνος κύριος με καλοκαιρινό κουστούμι στο χρώμα της άμμου, γεμάτο σκούρες κηλίδες από τις σταγόνες της βροχής. Ο Γκρεφ έριξε μια ματιά στον χώρο γύρω του: Πίσω του βρισκόταν το κλιμακοστάσιο, στον τοίχο αριστερά του υπήρχαν δύο παράθυρα και απέναντί του ήταν οι ανελκυστήρες. Από την ανοιχτή δίφυλλη πόρτα του αριστερού ασανσέρ φαινόταν το σκοτεινό φρεάτιο και ένα χοντρό συρματόσκοινο, από όπου κρεμόταν η καμπίνα, που ήταν ορατή μόνο κατά τα δύο τρίτα. Το φως της, που ήταν ακόμη αναμμένο, έπεφτε σε ένα καρότσι φορτωμένο με ξύλινα κιβώτια που περιείχαν ποτά. Πάνω στο ξύλο ήταν τυπωμένη με καλλιγραφικά γράμματα η φίρμα Μπράντι Mathée.
Αξεπέραστη γεύση, σκέφτηκε ο Γκρεφ, βγάζοντας την υπηρεσιακή του ταυτότητα.
«Λοιπόν; Τι συνέβη;» ρώτησε την ομήγυρη.
Προτού προλάβει να μιλήσει κάποιος άλλος, ο κουστουμάτος με τα ατημέλητα μαλλιά, που μαρτυρούσαν ότι τον είχαν ξυπνήσει άρον άρον, είχε ήδη πάρει μπρος.
«Δεν μπορώ να το εξηγήσω, κύριε αστυνόμε, είναι όλα…»
«Ανθυπαστυνόμος», τον διόρθωσε ο Γκρεφ. «Ο αστυνόμος θα έρθει σε λίγο».
«Φλάισερ, λέγομαι. Ρίχαρντ Φλάισερ», είπε ο κουστουμάτος, τείνοντας το χέρι του. «Είμαι ο γενικός διευθυντής του Οίκου της Πατρίδας».
«Αχά».
«Ελπίζω να μπορέσουμε να χειριστούμε διακριτικά αυτό το ατυχές περιστατικό, κύριε ανθυπαστυνόμε. Και γρήγορα. Ξέρετε, σε λίγες ώρες ανοίγουμε, και…»
«Θα δείξει», αποκρίθηκε ο Γκρεφ.
Ο διευθυντής Φλάισερ φάνηκε να σαστίζει. Προφανώς δεν ήταν μαθημένος να τον διακόπτουν. Και σίγουρα όχι δύο φορές απανωτά.
«Όλοι οι ανελκυστήρες μας», συνέχισε, «ακόμα και των εμπορευμάτων, μέχρι και οι μικροί ανελκυστήρες των φαγητών, συντηρούνται τακτικά. Η τελευταία συντήρηση έγινε πριν από ένα τρίμηνο. Στο κάτω κάτω, έχουμε δεκαεπτά ανελκυστήρες στο κτίριο, δεν επιτρέπεται να…»
«Κι όμως, απ’ ό,τι φαίνεται, ο καλοσυντηρημένος ανελκυστήρας σας για τα εμπορεύματα έμεινε».
«Αφού το βλέπετε και με τα μάτια σας», είπε ο Φλάισερ με μάλλον θιγμένο ύφος. «Όμως ο κύριος Λάμκαου δεν πέθανε απ’ αυτό».
«Τα συμπεράσματα αφήστε τα καλύτερα για τους ειδικούς. Γνωρίζετε τον θανόντα;»
«Όχι προσωπικά. Ήταν ένας από τους προμηθευτές μας».
Ο Γκρεφ έγνεψε καταφατικά και περιεργάστηκε την καμπίνα του ασανσέρ, όπου σάλευε μια σκιά. Μια λιπόσαρκη φιγούρα εμφανίστηκε δίπλα στα κιβώτια με τα ποτά, κι ένα ξανθό κεφάλι με αυστηρή χωρίστρα βρέθηκε να τους κοιτάζει μέσα από την καμπίνα. Παρότι ο δόκτωρ Κάρτχαους ήταν σχεδόν ένα και ενενήντα, διακρινόταν μόνο ο μισός, σαν να έπαιζε στο κουκλοθέατρο.
«Βρε, βρε, καλώς τη Δίωξη Κοινού Εγκλήματος!»
Τα λόγια του Κάρτχαους αντήχησαν στο φρεάτιο.
«Δόκτορ Κάρτχαους! Όπως πάντα, το δικό σας αμάξι ήταν πιο γρήγορο από του Ανθρωποκτονιών».
«Μην παραπονιέστε. Για την ακρίβεια, να χαίρεστε που είχα εγώ υπηρεσία. Ο δόκτωρ Σβαρτς θα αρνιόταν να χωθεί εδώ μέσα. Και πιθανότατα στην ηλικία του δεν θα τα κατάφερνε, ακόμα κι αν το ήθελε».
«Πράγματι», είπε ο Γκρεφ. «Τα σεβάσμια γηρατειά δεν είναι πάντα συμβατά με τη δουλειά μας».
«Όπως τα λέτε», αποκρίθηκε ο Κάρτχαους. «Τέλος πάντων, θα προτιμούσα να δουλεύω απ’ το να κάθομαι άπραγος εδώ μέσα».
Ο Γκρεφ τον πλησίασε και έριξε μια ματιά μέσα στο ασανσέρ. Ο νεκρός φορούσε γκρίζα ποδιά, σαν αυτές που φοράνε οι μπακάληδες, και ήταν πεσμένος δίπλα στα κιβώτια. Το πρόσωπό του ήταν ωχρό, τα χείλη μπλαβιά. Από πάνω του υπήρχε ένα κόκκινο μαντίλι, δεμένο στο καρότσι, που έμοιαζε μουσκεμένο με νερό. Τα μαλλιά του ήταν επίσης βρεγμένα, όπως και οι ώμοι του, όπου το γκρίζο της ποδιάς είχε σκουρύνει, ενώ γύρω από το κεφάλι του υπήρχαν ακόμη τα ίχνη μιας λιμνούλας από νερό, που είχε σχηματίσει ένα ρυάκι προς την πίσω γωνία του ανελκυστήρα.
«Έβρεχε τόσο πολύ όταν ήρθε;»
Ο ιατροδικαστής ανασήκωσε τους ώμους. «Αυτό θα σας το πουν από τη Σήμανση. Ελπίζω να έρθουν σύντομα, για να μπορέσω επιτέλους να ξεκινήσω».
«Είναι ήδη καθ’ οδόν».
«Και ο αστυνόμος; Πού είναι;»
«Υπομονή. Αγάλι αγάλι γίνεται η αγουρίδα μέλι», απάντησε ο Γκρεφ, δείχνοντας την πόρτα του κλιμακοστασίου, όπου ξεπρόβαλλε ήδη ένα τρίποδο. «Σε πρώτη φάση, θα έρθει ο συνάδελφος κύριος Λάνγκε για να βγάλει φωτογραφίες. Όταν τελειώσει, μπορείτε να εξετάσετε το πτώμα».
Ο Λάνγκε, που είχε ζαλωθεί τη φωτογραφική μηχανή και το τρίποδο στους ώμους, κοίταξε την ομήγυρη με απορία. Ο Γκρεφ έγνεψε κοφτά προς τον ανελκυστήρα, και ο αρχιφύλακας κατάλαβε αμέσως.
«Καλημέρα, δόκτορ», είπε ο Λάνγκε, κατεβάζοντας τον βαρύ εξοπλισμό του μέσα στην καμπίνα. «Μήπως θα μπορούσατε να πιάσετε μια στιγμούλα αυτά εδώ;»
Ο Γκρεφ στράφηκε πάλι στους μάρτυρες, που περίμεναν εκεί δίπλα. «Αλήθεια, ποιος βρήκε το πτώμα;»
Ο μάγειρας σήκωσε το χέρι του, σαν να βρισκόταν στο σχολείο. «Εγώ, κύριε ανθυπαστυνόμε».
«Ο κύριος Ούνγκερ είναι ένας από τους καλύτερους σεφ μας», πετάχτηκε ο διευθυντής Φλάισερ.
Ο Γκρεφ είχε αρχίσει να εκνευρίζεται με τον γενικό διευθυντή, που παρενέβαινε σε κάθε πρόταση.
«Για να ’χουμε καλό ρώτημα, εσείς πού ήσαστε όταν βρέθηκε το πτώμα, κύριε διευθυντά;»
«Εγώ;» Ο Φλάισερ φάνηκε να εκπλήσσεται. «Στο σπίτι μου, φυσικά. Γιατί ρωτάτε;»
«Να σας πω την αλήθεια, μου κάνει εντύπωση που ο διευθυντής βρίσκεται ήδη αυτοπροσώπως στο κτίριο τέτοια ώρα».
«Σας παρακαλώ πολύ! Μιλάμε για την εύρεση ενός πτώματος! Όπως ήταν φυσικό, η υπηρεσία φύλαξης με ειδοποίησε αμέσως, κι εγώ ήρθα».
«Αξιέπαινη στάση», είπε ο Γκρεφ, κουνώντας επιδοκιμαστικά το κεφάλι. «Υποθέτω όμως πως οι άλλοι κύριοι ήταν εδώ όταν βρέθηκε η σορός».
Ο φύλακας, ο μάγειρας και ο επιστάτης έγνεψαν εν χορώ.
«Καλώς. Τότε θα πάρω κατάθεση πρώτα από εσάς. Πού μπορεί κανείς να συζητήσει με την ησυχία του εδώ γύρω;»
«Εχμ… θα μπορούσα… να σας παραχωρήσω το γραφείο μου», είπε ο διευθυντής Φλάισερ, εμφανώς αιφνιδιασμένος.
«Ωραία ιδέα. Υπάρχει και τηλέφωνο εκεί;»
«Εξυπακούεται».
«Τότε σας παρακαλώ να με οδηγήσετε στο γραφείο σας. Θα έρθει μαζί μας και η δεσποινίς Τέμε. Επίσης, θα χρειαστεί να φωνάξετε όλους τους εργαζόμενους που βρίσκονταν στο κτίριο όταν ανακαλύφθηκε το πτώμα».
Μ’ ένα καταφατικό νεύμα, ο Φλάισερ άρχισε να περπατάει. «Ελάτε μαζί μου, παρακαλώ. Πρέπει να κατέβουμε δύο ορόφους».
Μια λάμψη φώτισε την καμπίνα του ασανσέρ. Ο Λάνγκε είχε αρχίσει να βγάζει φωτογραφίες. Ο Γκρεφ αναστέναξε. Το μόνο που απέμενε ήταν να ανακαλύψει πού στον διάολο τριγυρνούσε ο Γκέρεον Ρατ, και τότε μπορεί να σωζόταν κάπως εκείνη η μέρα.

Εννοεί την Αλεξάντερπλατς, όπου βρισκόταν το αρχηγείο της Αστυνομίας του Βερολίνου. (Σ.τ.Μ.)

Keywords
το φως, ηλεκτρικος, φως, τεκμηρια, ώμους, σεφ, κινηση στους δρομους, σταση εργασιας, Πρώτη ημέρα του Καλοκαιριού, τελος του κοσμου, αμκα μου, αστυνομικο τμημα, δυνατα, αυτοκινητα, αυγη, αυτοκινητο, βερολινο, γωνια, δουλεια, ιχνη, ξυλο, πυλη, ρωτησε, σεφ, τηλεφωνο, φωτογραφιες, φως, ωρα, αλεξ, ασανσερ, απλα, βραδια, βρισκεται, βροχη, φαγητο, γευση, γινει, γινεται, γραφεια, δεσποινις, δεσποινα, δωσει, εγινε, ευκαιρια, ειπε, υπαρχει, ενενηντα, εξετασεις, επρεπε, ζωνη, ιδεα, ιδεες, ηλικια, ηλιος, υπηρεσια, υπηρχαν, υποθεση, ησυχια, υφος, η φωνη, θολο, εκδοσεις, κυριε, κτιριο, κτιρια, λαμψη, λογια, μακρια, μαλλια, ματια, ματι, μυγες, μηνες, μισος, μπορειτε, μυθιστορημα, νερο, νοημα, ξανθο, ξερετε, παντα, οδηγος, ο ηλιος, οικος, ομπρελα, πεθανε, πορτες, ποτα, πορτα, ροιτερ, ρυακι, σιγουρα, σηκωσε το, συντομα, συντηρηση, σιωπη, σπιτι, σρεντερ, σχολειο, ταυτοτητα, τμημα, το φως, τιτλος, φιρμα, φυσικα, φυσικο, φορμα, φωνη, φορα, χερι, χειλη, χρωμα, ωμοι, ωρες, αντρες, αρβυλες, γηρατεια, κηλιδες, μαυροι, μεινει, μια ματια, μια φορα, μπροστα, οργανα, ποδια, ποτο, τριαντα, ώμους
Τυχαία Θέματα