Το Παραμύθι του ΣΚ

Μια φορά και έναν καιρό ήταν ένα βασίλειο. Ηλιόλουστο. Φωτεινό... Οι κάτοικοι του ευημερούσαν. Οι αγορές γέμιζαν προϊόντα, οι γεωργοί σφύριζαν στον πηγαιμό για τα χωράφια τους, οι κτηνοτρόφοι μιλούσαν στα ζωντανά τους...

Σχολές ιδρύονταν σε κάθε μικρή πόλη και οι εργοδότες περίμεναν τους πτυχιούχους, τους έπιαναν από το χέρι και τους κάθιζαν στα γραφεία τους. Οι εργάτες κόπιαζαν για το ψωμί τους, για το μισθό τους, και όταν επέστρεφαν στο σπίτι τους, τους καλωσόριζε η γυναίκα τους με τα αλευρωμένα χέρια, τα κεφτεδάκια στο τηγάνι και την ποδιά δεμένη σφιχτά στη μέση...

Οι

μέρες περνούσαν. Και τίποτα δεν προμήνυε αυτό που θα συνέβαινε... Ένα πρωί, ένα καταραμένο πρωί, ο βασιλιάς ανακοίνωσε αιφνίδια πως τους βαρέθηκε και φεύγει. Άφηνε τη χώρα ακέφαλη. Μάζεψε τα λιγοστά υπάρχοντά του σε δώδεκα αεροσκάφη και εξαφανίστηκε στο μακρινό Βορρά, σε μία πόλη που τελείωνε σε -μπουργκ.

Αργότερα, μοσχοπούλησε και όσα ξέχασε πίσω γιατί η μοίρα του επιφύλαξε

Keywords
Τυχαία Θέματα