Wild Bastards | Review

Πέντε χρόνια έπειτα από την κυκλοφορία του συμπαθητικού Void Bastards, η Blue Manchu επιμένει στο είδος φέρνοντας τη φυσικά συνέχεια (αλλά όχι sequel) με το Wild Bastards. Πρόκειται για ένα roguelike FPS, που εμπλουτίζει τη συνταγή του Void Bastards, αλλάζοντας το σκηνικό από το -κάπως- generic sci-fi σε ένα sci-fi western, συμπεριλαμβάνοντας

πλέον χαρακτήρες με προσωπικότητα.

Παρά τη συγγένεια των δύο τίτλων υπάρχουν διάφορες καίριες διαφορές και ιδιομορφίες στη συνήθη συνταγή των roguelikes που του επιτρέπουν να ξεχωρίσει τόσο σε σχέση με το Void Bastards όσο και με άλλες προτάσεις του είδους. Η αλήθεια είναι ότι στις πρώτες ώρες δεν δείχνει τις δυνάμεις του, δημιουργώντας μία κάπως χλιαρή εικόνα.

Η αρχή μας φέρνει σε γνωριμία με δύο από τους βασικούς χαρακτήρες, την Spider Rosa, που έχει την εικόνα μίας ανθρωπόμορφης αράχνης και τον Casino, ένα ρομπότ που αντί για μάτια έχει την οθόνη από έναν “κουλοχέρη” και έρχεται οπλισμένος με μία καραμπίνα. Αυτοί οι ιδιόμορφοι χαρακτήρες είναι φυγάδες και προσπαθούν με το διαστημόπλοιό τους να βρουν τη γη της Επαγγελίας, το λεγόμενο Homestead, έναν μυθικό τόπο όπου οι σερίφηδες απουσιάζουν και το περιβάλλον είναι ειδυλλιακό.

Στο κατόπι τους έχουν μία ομάδα καταδίωξης (posse) από διαστημικούς καουμπόηδες. Έπειτα από μία ενέδρα, το διαστημόπλοιο των ηρώων μας θα καταστραφεί αλλά για καλή τους τύχη ένα θρυλικό διαστημόπλοιο με νοημοσύνη θα έρθει να τους σώσει. Το λεγόμενο Drifter θα τους δείξει μία εναλλακτική διαδρομή προς το Homestead, περνώντας πρώτα από ηλιακά συστήματα όπου θα μπορέσουν να φέρουν πίσω στη ζωή τα υπόλοιπα εννιά μέλη της συμμορίας τους. Και κάπου εδώ ξεκινάει η βασική δομή του παιχνιδιού.

Κάθε έξοδος σε ένα ηλιακό σύστημα έχει ένα βασικό στόχο: έπειτα από αλλεπάλληλες στάσεις, σε ποικίλα σημεία ενδιαφέροντος, καλούμαστε να φτάσουμε στον τελικό προορισμό όπου θα ελευθερώσουμε/αναστήσουμε ένα από τα μέλη της συμμορίας. Εάν καταφέρουμε να σώσουμε αυτό το νέο μέλος τότε προστίθεται μόνιμα στην ομάδα μας. Εάν χάσουμε, τότε ξαναρχίζουμε από την αρχή, ως είθισται για roguelike.

Εδώ έρχεται ένα αγκάθι στην εμπειρία καθώς στα αρχικά στάδια, όταν δηλαδή μετράμε λίγα μέλη στην ομάδα μας, η αίσθηση της ποικιλομορφίας στη δράση είναι μικρή και το κομμάτι της επανάληψης δηλώνει το παρόν με αρνητικό τρόπο. Θα χρειαστεί ένα σεβαστό διάστημα ενασχόλησης και επιτυχημένες διασώσεις νέων μελών προτού το Wild Bastards εμπλουτιστεί σημαντικά και δείξει πραγματικά την αξία του.

Ο εμπλουτισμός σταδιακά δηλώνει το παρόν όχι μόνο στην αντισυμβατική ομάδα των ηρώων αλλά και την ποικιλία των επιπέδων καθώς και των ίδιων των εχθρών. Επιστρέφοντας στο κομμάτι της δομής του Wild Bastards, κάθε ηλιακό σύστημα χωρίζεται σε διάφορες διαδρομές που μπορούμε να επιλέξουμε προς τον τελικό στόχο, δηλαδή την απελευθέρωση ενός ακόμα μέλους της συμμορίας. Σε αυτές τις διαδρομές υπάρχουν διάφοροι πλανήτες, όπου μπορούμε να στείλουμε τα μέλη της ομάδας μας προκειμένου να τα εξερευνήσουμε αλλά και να συγκρουστούμε με τοπικές ομάδες σερίφηδων και διαφόρων όντων.

Στους πλανήτες το σκηνικό αλλάζει, οδηγώντας σε μία εικόνα που θυμίζει αυτήν ενός επιτραπέζιου. Σε αυτό το κομμάτι μπορούμε να κινήσουμε συγκεκριμένα βήματα τους χαρακτήρες/πιόνια μας στον γύρο μας και έπειτα παίρνουν τη σειρά τους οι εχθροί. Υπάρχουν διάφορα σημεία που μπορούμε να επισκεφτούμε, όπως μαγαζιά και εικονίδια που μας δίνουν εξοπλισμό ή μόνιμα upgrades μεταξύ άλλων. Οποιαδήποτε στιγμή έρθουμε σε επαφή με κάποιον εχθρό μεταφερόμαστε σε ένα επίπεδο μικρού μεγέθους όπου η δράση έρχεται με τη μορφή FPS.

Εδώ εκτυλίσσεται και ο πυρήνας του παιχνιδιού, που αφορά στις μάχες, τύπου western. Αυτά τα επίπεδα δεν διαρκούν περισσότερο από 1-2 λεπτά, μία ιδανική διάρκεια αν αναλογιστεί κανείς τις δεκάδες ή και εκατοντάδες μάχες που θα κληθεί να πραγματοποιήσει. Σε κάθε μάχη έχουμε αποκλειστικά και μόνο δύο χαρακτήρες. Πολεμάμε πάντα με έναν από αυτούς και με το πάτημα ενός κουμπιού μπορούμε να αλλάξουμε αυτοστιγμεί στον άλλο χαρακτήρα. Αυτή η διττή ομάδα επιβάλλει το σωστό πάντρεμα χαρακτήρων για την αντιμετώπιση της μεγάλη γκάμας εχθρικών μονάδων.

Και εδώ έρχεται ένα σημαντικό θετικό στοιχείο του παιχνιδιού. Κάθε ένας από τους 13 -συνολικά- χαρακτήρες της συμμορίας μας έχει εντελώς διαφορετικό οπλισμό και ειδικές ικανότητες. Η πιο συμβατική Spider Rosa φέρει δύο περίστροφα και μπορεί να πετάει ένα ομοίωμά της για να τραβάει τα πυρά. Από εκεί και ύστερα η κατάσταση ξεφεύγει με χαρακτήρες όπως ο φλεγόμενος Smoky, που πετάει φωτιές από τα χέρια του (και κάνει reload μετρώντας τα δάχτυλά του), με την ειδική ικανότητα να βάζει φωτιά ταυτόχρονα σε τρεις random εχθρούς, όπου κι αν βρίσκονται στο επίπεδο.

Από την άλλη ο Roswell είναι ένα εξωγήινος οπλισμένος με laser και η ειδική του ικανότητα του επιτρέπει να εκτιναχθεί ψηλά στον αέρα και να πέσει με φόρα στο έδαφος, πάνω στους άτυχους εχθρούς. Ο Hopalong είναι ένα ανθρωπόμορφο φίδι, που όταν τρέχει σέρνεται στο έδαφος, έχει ένα μαστίγιο για όπλο που ακινητοποιεί πλήρως όποιον εχθρό τυλίξει και η ειδική του ικανότητα ακινητοποιεί όλους τους εχθρούς για 10 δευτερόλεπτα.

Αρκεί να πούμε ότι όλοι οι χαρακτήρες έχουν τις δικές τους ιδιαιτερότητες και είναι αδύνατοι ή ισχυρότεροι απέναντι από συγκεκριμένους τύπους εχθρών. Επιπλέον αυτές οι δυνάμεις και αδυναμίες μπορούν και αλληλοκαλύπτονται ανάλογα με την κατάλληλη επιλογή των ζευγαριών που θα φέρουμε κάτω σε κάθε πλανήτη.

Οι ίδιες οι μάχες αποδίδονται με μία ευχάριστα retro αισθητική, που θυμίζει FPS εποχής Doom, αλλά με πολύ φροντίδα στο εικαστικό κομμάτι. Διάφοροι εχθροί και αντικείμενα στον χώρο απεικονίζονται μέσω δισδιάστατων sprites, που όμως έχουν αρκετή λεπτομέρεια στον τρόπο που κινούνται και συμπεριφέρονται ώστε να είναι εναρμονισμένα με το τρισδιάστατο περιβάλλον. Σε συνδυασμό μάλιστα με την cel-shaded αισθητική δημιουργείται μία ταιριαστή κόμικ αισθητική.

Επίσης, η αίσθηση των όπλων είναι ικανοποιητική και το εκτενές roster των χαρακτήρων σημαίνει ότι διαρκώς ερχόμασταν σε μάχες με διαφορετικές ικανότητες και εξοπλισμό. Άλλωστε το στατιστικό της κόπωσης που δημιουργείται σε χαρακτήρες που μπαίνουν επανειλημμένως σε μάχες προτρέπει στις διαρκείς μίξεις των χαρακτήρων, μην μπορώντας να επαναπαυόμαστε σε 3-4 αγαπημένες επιλογές.

Προς την παραπάνω ανάγκη για μίξη των χαρακτήρων λειτουργεί και ο μηχανισμός της συμφιλίωσης ή της αντιπαλότητας μέσα στην ίδια τη συμμορία. Σε random στιγμές, διάφοροι χαρακτήρες μπορεί να τσακωθούν μεταξύ τους, κάτι που σημαίνει ότι δεν θα μπορούν να κατέβουν και οι δύο σε κάποιον πλανήτη.

Επιστρέφοντας στο κομμάτι του FPS, θα πρέπει να αναφέρουμε ότι οι μάχες είναι ιδιαίτερα απαιτητικές. Τόσο οι εχθροί όσο και οι χαρακτήρες μας έχουν μικρή αντοχή στις σφαίρες. Αυτό σημαίνει ότι διαρκώς πρέπει να κινούμαστε με προσοχή, καλυπτόμενοι, πλαγιοκοπώντας και αποφεύγοντας να αντιμετωπίσουμε μεγάλους αριθμούς εχθρών ταυτόχρονα.

Η Blue Manchu πρόσθεσε και έναν έξυπνο βοηθητικό μηχανισμό που βασίζεται στην ακοή. Οι εχθροί έχουν την τάση να μιλάνε διαρκώς κατά τη διάρκεια της μάχης, οπότε εμφανίζεται στην οθόνη μας ένα σημάδι που μας δείχνει από ποια κατεύθυνση έρχεται ο ήχος. Με αυτόν τον τρόπο δίνεται ένα καλοδεχούμενο βοήθημα απέναντι από εχθρικές ομάδες που πάντα υπερτερούν αριθμητικά, ενώ επίσης διευκολύνει σε μεγάλο βαθμό στην αποφυγή της ανούσιας επιμήκυνσης της δράσης, όταν για παράδειγμα μείνει ένας μόνο εχθρός και δεν ξέρουμε που βρίσκεται.

Όπως αναφέραμε και παραπάνω υπάρχει μία μεγάλη ποικιλία διαφορετικών εχθρών, εμπλουτίζοντας διαρκώς την εμπειρία (περίπου δεκαπεντάωρης διάρκειας). Άλλοι εχθροί θα κρύβονται, άλλοι θα φέρουν μυδράλια και θα έρχονται σε κατά μέτωπο επίθεση, διάφορα κατάφρακτα ρομπότ θα έχουν τον ρόλο εναλλακτικώνtank, ενώ δεν λείπουν και τέρατα που έρχονται να μας κάνουν τη ζωή δύσκολη.

Αυτό που λείπει από το παιχνίδι θα λέγαμε ότι είναι κάποια boss fights που θα μπορούσαν να εμφανίζονται σε κομβικά τμήματα της εμπειρίας. Απουσία αυτών, δεν πετυχαίνεται κάποια κορύφωση στη δράση, με αποτέλεσμα η περιπέτεια να ολοκληρώνεται κάπως άνευρα.

Αν και αναφέραμε παραπάνω το θέμα του εικαστικού θα πρέπει να τονίσουμε και πάλι την καλή δουλειά που έχει γίνει σε αυτό το ιδιόρρυθμο πάντρεμα sci-fi και western, δύο στοιχεία που αποτυπώνονται στο έπακρο, δίχως το ένα να επισκιάζει το άλλο. Στα FPS επίπεδα θα δείτε saloons και ξύλινα σπίτια, γεμάτα με neon φωτισμούς ενώ η φύση τριγύρω αποτελείται συχνά από δέντρα, δημιουργημένα από neon σωλήνες. Οι εχθροί έχουν συχνά την ενδυμασία των καουμπόηδων, φέροντας όμως laser και κάθε είδους hi-tech εξοπλισμό.

Φυσικά, οι ομιλίες γίνονται μέσω της χαρακτηριστικής αργκό της εποχής, με έντονες δόσεις χιούμορ. Το πλούσιο cast από ηθοποιούς, διαρκώς έρχεται άλλοτε σε προστριβές και άλλοτε σε προσπάθειες συμφιλίωσης, μπαίνοντας πλήρως στους ρόλους τους, αποδίδοντας με ωραίο τρόπο τις ιδιομορφίες των διαλόγων και με προφορές που μας μεταφέρουν στην Άγρια Δύση του διαστήματος.

Εντούτοις, παρά την ευχάριστη εμπειρία και τον ταιριαστό roguelike σχεδιασμό δεν λείπουν ορισμένα θέματα. Όπως αναφέραμε και στην αρχή, οι πρώτες ώρες του παιχνιδιού, όταν οι χαρακτήρες μας είναι λίγοι, δημιουργείται έντονα το θέμα της επανάληψης. Δεδομένου μάλιστα ότι έχουμε πολύ λίγους χαρακτήρες σημαίνει ότι είναι αρκετά πιο εύκολο να χάσουμε και να επιστρέψουμε στην αρχή ενός ηλιακού συστήματος, κάτι που στις πρώτες ώρες ενδέχεται να δημιουργήσει κόπωση.

Ο βαθμός δυσκολίας πέφτει όσο προχωράει το παιχνίδι, ενώ μάλλον θα έπρεπε να συμβαίνει το αντίθετο. Επιπλέον, όταν φτάσουμε μερικά βήματα πριν συμπληρώσουμε το roster των 13 χαρακτήρων, κατά τα μέσα της περιπέτειας, το Wild Bastards αποφασίζει να μας αφαιρέσει διάφορους χαρακτήρες, επαναθέτοντας ουσιαστικά ως στόχο τον εντοπισμό τους, κάτι που δίνει την εντύπωση της ζορισμένης επιμήκυνσης της διάρκειας.

Εν κατακλείδι βέβαια το Wild Bastards παραμένει μία ευχάριστη roguelike πρόταση που η δουλεμένη μίξη των sci-fi, western και retro οπτικού τομέα του επιτρέπουν να ξεχωρίσει σε αυτό το εκκεντρικό είδος. Αποτελεί επίσης μία καλή εξέλιξη της συνταγής του Void Bastards, δείχνοντας ότι η Blue Manchu ορθώς επιμένει στο είδος, όντας σε θέση να ακονίσει τις ικανότητές της και να προσφέρει τη δική της πινελιά στη γνώριμη συνταγή των roguelikes.

Το Wild Bastards κυκλοφορεί από τις 12/09/24 για PS5, PS4, PC, Xbox One, Xbox Series και Nintendo Switch. Το review μας βασίστηκε στην έκδοσή του για το PS5, με review code που λάβαμε από την Maximum Entertainment Press.

The post Wild Bastards | Review first appeared on GameOver.

The post Wild Bastards | Review appeared first on GameOver.

Keywords
Τυχαία Θέματα