Capital Economics: Καλή η αρχή της κυβέρνησης Μητσοτάκη -Οι προκλήσεις μπροστά

Κατά τους πρώτους πέντε μήνες της θητείας της, η νέα κυβέρνηση της Ελλάδας έχει εφαρμόσει μια σειρά φορολογικών περικοπών που αναμένεται να στηρίξουν την οικονομία και έχει ξεκινήσει ορισμένες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, σημειώνει η Capital Economics σε νέα της έκθεση. Ωστόσο, εμφανίζεται επιφυλακτική σχετικά με το εάν η κυβέρνηση θα προχωρήσει στις τις βαθύτερες μεταρρυθμίσεις

που απαιτούνται για την αύξηση της δυνητικής ανάπτυξης.

Η οικονομία της Ελλάδας γύρισε σελίδα το 2017, σημειώνοντας αύξηση του ΑΕΠ κατά 1,4% μετά την συρρίκνωση ου σημειώθηκε στο μεγαλύτερο μέρος της προηγούμενης δεκαετίας, αναφέρει. Από τότε, συνεχίζει να αυξάνεται σταθερά και οι βραχυπρόθεσμες προοπτικές είναι ελπιδοφόρες, με τις επιχειρηματικές έρευνες από τον Ιούλιο, όταν και ανέλαβε η νέα κυβέρνηση, να υπογραμμίζουν την σημαντική ανάκαμψη του οικονομικού κλίματος.

Η ισχυρότερη ανάπτυξη, σε συνδυασμό με τη βελτίωση των δημοσιονομικών, έχει προσελκύσει την προσοχή των επενδυτών. Οι αποδόσεις των κρατικών ομολόγων έχουν μειωθεί σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα, και αν και αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στο παγκόσμιο ράλι στις αγορές ομολόγων, το spread των ελληνικών ομολόγων σε σχέση με τις άλλες χώρες της περιφέρειας, όπως η Ιταλία, έχει μειωθεί.

Όταν ξεκίνησε τη θητεία του, ο νέος πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, υποσχέθηκε να προωθήσει τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις, συμπεριλαμβανομένων αρκετών ιδιωτικοποιήσεων, και να μειώσει τη φορολογική επιβάρυνση των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών. Πέντε μήνες μετά, φαίνεται ότι είναι καλή στιγμή κατά την Capital Economics, να κάνει έναν απολογισμό της προόδου της κυβέρνησης.

Σε ότι αφορά τις μεταρρυθμίσεις στις οποίες έχει δεσμευθεί, αυτές περιλαμβάνουν: τη βελτίωση της είσπραξης των φόρων, την ελάφρυνση των φορολογικών βαρών, τη μείωση των κινδύνων χρηματοπιστωτικής σταθερότητας με τη μείωση του μεγάλου μεριδίου των μη εξυπηρετούμενων δανείων, τη βελτίωση του δικαστικού συστήματος και την ενίσχυση των επενδύσεων οι οποίες, το β’ τρίμηνο του 2019, παρέμεναν 60% χαμηλότερες από το επίπεδο πριν από την κρίση.

Τα σχέδια της κυβέρνησης για βελτίωση της είσπραξης των φόρων είναι απίθανο να αυξήσουν σημαντικά τα έσοδα, αλλά αποτελούν ενθαρρυντικό σημάδι, επισημαίνει η Capital Economics. Μεταξύ αυτών είναι ο online έλεγχος των συναλλαγών των επιχειρήσεων το 2020 και η αύξηση των κινήτρων για ηλεκτρονικές πληρωμές / πληρωμές μέσω καρτών. Έχει καταβληθεί συντονισμένη προσπάθεια για την ενθάρρυνση των ξένων επενδύσεων, αίροντας πλήρως τους ελέγχους κεφαλαίου και προχωρώντας στην εφαρμογή ενός νέου ενιαίου φορολογικού συντελεστή για πλούσιους επενδυτές που αλλάζουν φορολογική κατοικία και έρχονται στην Ελλάδα. Εν τω μεταξύ, έχει σημειωθεί κάποια πρόοδος όσον αφορά την επανέναρξη των ιδιωτικοποιήσεων που έχουν σταματήσει, οι οποίες αποτελούν μέρος της μεταμνημονιακής συμφωνίας.

Το "σχέδιο Ηρακλής" για τη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, προσθέτει η Capital Economics, έχει τα χαρακτηριστικά μιας επιτυχημένης πολιτικής. Η κυβέρνηση εκτιμά ότι το σχέδιο - το οποίο μιμείται το μοντέλο της Ιταλίας - θα μειώσει τον δείκτη NPLs της Ελλάδας από το 44% σήμερα σε 28% εντός 18 μηνών. Στην Ιταλία ο λόγος μειώθηκε κατά το ήμισυ από την έναρξη ισχύος του σχεδίου. Ο Ηρακλής θα αφορά μόνο το 40% του συνόλου των μη εξυπηρετούμενων δανείων, αλλά η κυβέρνηση αναφέρει ότι έχει σχέδια να εξαλείψει το υπόλοιπο.

Πάντως, τονίζει η C.E., η πρόοδος σε άλλους τομείς ήταν πιο συγκεχυμένη. Για παράδειγμά, η κυβέρνηση έχει μικρή ακόμη πρόοδο με τη δικαστική μεταρρύθμιση που επηρεάζει τον χρηματοπιστωτικό τομέα, η οποία ήταν δύσκολο να εφαρμοστεί ιστορικά. Έτσι, όπως εκτιμά, χρειάζονται να γίνουν κάποιες τροποποιήσεις του νόμου που περιορίζει τις τράπεζες από την ανάκτηση κατοικιών σε περίπτωση default στεγαστικών δανείων, έτσι ώστε οι τράπεζες να μπορούν να δώσουν νέα δάνεια.

Επίσης, σημειώνει, η οικονομία της Ελλάδας χρειάζεται μια σειρά άλλων μεταρρυθμίσεων. Η κυβέρνηση έχει λάβει ορισμένα μέτρα για να αυξήσει την ευελιξία της αγοράς εργασίας, αλλά αυτά δεν αντιμετωπίζουν ακόμη τα βασικά ζητήματα της αναντιστοιχίας των δεξιοτήτων και της χαμηλής παραγωγικότητας. Η πρόοδος σε άλλους τομείς, όπως οι συντάξεις και η διεύρυνση της φορολογικής βάσης της χώρας, ήταν περιορισμένη.

Εν τω μεταξύ, η δημοσιονομική στάση της Ελλάδας, αν και βιώσιμη βραχυπρόθεσμα εξακολουθεί να αποτελεί μεγάλη ανησυχία μακροπρόθεσμα, τονίζει η Capital Economics.

Σε γενικές γραμμές πάντως, καταλήγει, η νέα κυβέρνηση έκανε μια πολλά υποσχόμενη αρχή, αλλά η "διόρθωση" της ελληνικής οικονομίας θα είναι ένας μαραθώνιος, όχι ένα σπριντ.

Έτσι εξακολουθεί να εκτιμά ότι το ελληνικό ΑΕΠ θα αυξηθεί μόνο κατά 1,5% ετησίως τα επόμενα χρόνια. Ακόμη και αν αυξηθεί κατά 2% ετησίως από το 2021 και μετά, θα χρειαστεί μία ολόκληρη δεκαετία πριν η οικονομία επανέλθει στα προ κρίσης επίπεδα.

Πηγή:capital.gr

Διαβάστε περισσότερα

Keywords
Τυχαία Θέματα