Pixels

Η μεταφορά video games στο σινεμά είναι πονεμένη ιστορία. Έχει δώσει από μέτρια αποτελέσματα, όπως τα Resident Evil και Tomb Raider, έως αποτρόπαια, π.χ. το Street Fighter του 1994. Γενικά στο Χόλυγουντ δεν υπολογίζουν τα video

games όσο θα έπρεπε, αντίθετα με τα κόμικς, που στηρίζουν υπερπαραγωγές και αποφέρουν στα στούντιο πάρα πολλά λεφτά.

Το Pixels είναι η τελευταία προσπάθεια στο συγκεκριμένο τομέα. Η κεντρική του ιδέα είναι τουλάχιστον παράξενη: εξωγήινοι μας επιτίθενται χρησιμοποιώντας ενεργειακές, γιγάντιες εκδόσεις χαρακτήρων από κλασικά video games, τα οποία έμαθαν από κασέτα που στείλαμε στο διάστημα το 1982 για να επικοινωνήσουμε μαζί τους και την οποία εξέλαβαν ως πρόκληση για πόλεμο! Οι άνθρωποι έχουν μόνο μια πιθανότητα να σώσουν τη Γη, να αντιμετωπίσουν τους εισβολείς ακολουθώντας τους κανόνες των video games και πολεμώντας σε διάφορες περιοχές του κόσμου. Το παράξενο είναι ότι όλα αυτά στο πρώτο μισό της ταινίας με έκαναν να γελάσω. Δεν ξέρω γιατί ακριβώς αλλά μου φάνηκαν αστείες σκηνές όπως όταν ο συνωμοσιολόγος Λάντλοου εξομολογείται τον έρωτά του για τη λαίδη Σίβα, ηρωίδα ενός παιχνιδιού, το σκαφάκι του Arkanoid διαλύει το Ταζ Μαχάλ ή ο συνεσταλμένος Μπρένερ εξηγεί στο επιτελείο του Προέδρου ότι τα διαστημοπλοιάκια του Galaga κατέστρεψαν μια αμερικανική στρατιωτική βάση. Η ταινία ξεκινάει με ένα ανάλαφρο, ασόβαρο ύφος που την κάνει διασκεδαστική.

Δυστυχώς στη συνέχεια το Pixels γίνεται περισσότερο ανόητο και λιγότερο διασκεδαστικό. Σε αυτό φταίει ότι τα μινιμαλιστικά video games των αρχών της δεκαετίας του 1980 δεν είχαν κάποια ιστορία που να μπορούν να χρησιμοποιήσουν οι σεναριογράφοι. Επίσης, πολλοί χαρακτήρες εμφανίζονται λίγο και δεν αξιοποιούνται, όπως ο δημιουργός του Pacman και οι κομάντο που εκπαίδευσε ο Μπρένερ. Η φάση με το γιγάντιο Pacman δεν είναι και τόσο αστεία ενώ μετά η ταινία κάνει μια μεγάλη κοιλιά στη σεκάνς του χορού. Το φινάλε αντί να απογειώσει την πλάκα κάνει το αντίθετο: η εμφάνιση της λαίδης Σίβα δίνεται άτεχνα, ο παλιός παγκόσμιος πρωταθλητής περιορίζεται να πυροβολεί αριστερά και δεξιά, ο τρόπος που ανεβαίνουν στο εξωγήινο mothership είναι πανεύκολος και η τελική αναμέτρηση, μεταφορά του Donkey Kong, είναι λιγότερο ενδιαφέρουσα από το να έβλεπα κάποιον να παίζει το συγκεκριμένο παιχνίδι. Υπήρχαν και κάποιες άχρηστες κοινοτυπίες, όπως το παιδάκι που κινδυνεύει, ο ήρωας που ξαναβρίσκει την αυτοπεποίθησή του και το στημένο φιλί του με την κοπέλα.

Η παρουσίαση είναι ευχάριστη, ιδίως τα πρωτότυπα εφέ όταν οι εξωγήινοι καταστρέφουν κάτι μετατρέποντάς το σε κυβικά pixels. Νομίζω ότι η πιο πετυχημένη σκηνή είναι στο πάρκο στο Λονδίνο, όταν δίνουν αγώνα στο Centipede, γεμίζει ο νυχτερινός ουρανός με ψηφιακά μανιτάρια και οι δυο φίλοι-geeks διαλύουν τα εξωγήινα όντα με άφταστη μαεστρία ενώ οι στρατιώτες τους παρακολουθούν άφωνοι.

Ο Άνταμ Σάντλερ και η Μισέλ Μόναχαν δεν ήταν οι καλύτερες επιλογές στο καστ μια και ο Σάντλερ έχει μόνιμα κοιμισμένη έκφραση ενώ η Μόναχαν είναι όμορφη αλλά της λείπει η σπιρτάδα. Από την άλλη, ο Josh Gad είναι ό,τι πρέπει για τον τρελάκια Λάντλοου και ο Peter Dinklage (Game of Thrones) λέει κάθε του ατάκα με αστείο τρόπο, ταιριάζοντας στο ύφος του έργου. Ο Brian Cox παίζει έναν ψυχάκια στρατιωτικό που ανυπομονεί να τινάξει τον πλανήτη στον αέρα και ο Sean Bean υποδύεται ένα Βρετανό αξιωματικό και περιέργως δε σκοτώνεται.

Το Pixels το περίμενα να είναι χάλι αλλά κατάφερε να ξεφύγει από αυτή την κατηγορία. Βέβαια, αν δεν έχετε σχέση με την κουλτούρα των eighties και με τα παλιά video games μην πλησιάσετε σε ακτίνα μικρότερη του ενός χιλιομέτρου. Του δίνω 6 γιατί γέλασα αρκετά και μου θύμισε παλιές εποχές.

Captain America

Διαβάστε περισσότερα

Keywords
Τυχαία Θέματα