Από την Εικόνα στην εικόνα και την εικονικότητα

Του Δρ. Νικόλαου Ἰακ. Μαρκοζάνη*

Ὅτι κάτι δέν πάει καθόλου καλά στήν κοινωνία μας ἐν γένει, ἀλλά καί στή νεολαία μας εἰδικότερα, εἶναι πανθομολογούμενο. Ὅσοι παρατηροῦμε, ἀναλύουμε καί ἀναστοχάζομαστε πάνω στά καθημερινῶς τεκταινόμενα δέν μποροῦμε νά ἀδιαφορήσουμε μπροστά στίς θλιβερές εἰδήσεις βίας, κακοποιήσεων καί κάθε εἴδους παιδικῆς καί ἐφηβικῆς παραβατικότητας.

Πῶς ὅμως συνδέονται τά παραπάνω μέ τόν τίτλο τοῦ ἄρθρου καί μέ ποιά σημασία χρησιμοποιοῦνται οἱ λέξεις Εἰκόνα, εἰκόνα καί εἰκονικότητα στήν παροῦσα συνάφεια;

Ἐν προκειμένῳ, διευκρινίζω ὅτι χρησιμοποιῶ τήν λ. Εἰκόνα

μέ τή στενή ἔννοια τῆς ζωγραφικῆς ἀπεικονίσεως ἱερῶν προσώπων καί θρησκευτικῶν σκηνῶν, ἐνῶ ἡ λ. εἰκόνα θά δηλώνει κάθε αἰσθητοποίηση ἤ παραστατική ἀποτύπωση γεγονότων καί πραγμάτων. Τέλος, μεταχειρίζομαι τή λ. εἰκονικότητα γιά νά ἐκφράσω ὅποια φανταστική καί μή πραγματική κατάσταση, πού ἐντυπώνεται στόν νοῦ μέσω παραδοσιακῶν τρόπων (λογοτεχνία, ζωγραφική, εἰκονογραφία, φωτογραφία κ.λπ.), καί ὄχι μέ τόν σύγχρονο τεχνολογικό τρόπο τῶν ἠλεκτρονικῶν ὑπολογιστῶν, πού μᾶς εἰσάγει σέ μία εἰκονική πραγματικότητα.

Ἡ εἰκόνα συνδέεται ἄμεσα μέ τήν ὅραση, τήν ὁποία οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας, καθόλου τυχαῖα, θεωροῦσαν ἡγέτιδα τῶν πέντε αἰσθήσεων, διότι γνώριζαν πολύ καλά πώς μέσῳ τῶν σωματικῶν αἰσθήσεων ἀνοίγονται καί οἱ ψυχικές. Ἔτσι, ὁ Μέγας Βασίλειος ἀναφέρει «Τῶν παρ’ ἡμῖν αἰσθητηρίων τὸ ἐνεργεστάτην τὴν κατάληψιν ἔχον τῶν αἰσθητῶν, ὅρασις ἐστιν» (PG 30, 1321), ἐνῶ ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός ἐπισημαίνει: «Πρώτη αἴσθησις ὅρασις» (PG 94, 934). Μάλιστα, ἡ εἰκόνα, ἐπειδή ἀποτελεῖ καί μία ὀπτική γλῶσσα, πού μεταδίδει μηνύματα καί δημιουργεῖ συναισθήματα, ἐπιδρᾶ στή διαμόρφωση τῆς ψυχοσυνθέσεως τῶν παιδιῶν καί κατ’ ἐπέκταση ἐπηρεάζει τόν χαρακτῆρα καί τήν προσωπικότητα τους.

Ὅσον ἀφορᾶ λοιπόν τίς Εἰκόνες, ἡ παρουσία τους παλαιότερα ἦταν πολύ συνηθισμένη στήν καθημερινή ζωή. Στά σπίτια, στίς σχολικές τάξεις, στά νοσοκομεῖα, στά δημόσια κτίρια, στά λεωφορεῖα καί ἀλλοῦ ὑπῆρχαν ἀναρτημένες κάθε εἴδους καί μεγέθους Εἰκόνες. Ἡ πράξη αὐτή ἦταν ἔνδειξη εὐλάβειας καί τιμῆς πρός τά εἰκονιζόμενα πρόσωπα, πρώτιστα τοῦ Χριστοῦ καί τῆς Παναγίας, καθώς καί τῶν ἁγίων καί ὁσιομαρτύρων τῆς πίστεώς μας. Ἡ θέαση τῆς Εἰκόνας συνδυαζόμενη μέ τή λατρευτική ἐμπειρία ἀποτελοῦσε ἀδιαίρετο καί ἀναπόσπαστα μέρος τῆς μίας καί μοναδικῆς λειτουργικῆς ἐμπειρίας τῆς Ἐκκλησίας, ἀποσκοπώντας στήν ψυχοπνευματική ἀνύψωση τῶν ἀνθρώπων.

Ἐπιπλέον, εἰκόνες κάθε λογῆς στόλιζαν τοίχους, ἐπένδυαν βιβλία, πλαισίωναν λευκώματα ἤ ἀνθολόγια καί διακοσμοῦσαν περιοδικά. Σέ αὐτές ἀπεικονίζονταν ἥρωες καί ἐθνομαρτύρες τοῦ ἔθνους μας, ὅπως ἐπίσης ἐπιστήμονες, λογοτέχνες καί πολλοί ἄλλοι ξεχωριστοί ἄνθρωποι. Συνηθισμένες ὅμως ἦταν καί οἱ εἰκόνες μέ ἀπλούς βιοπαλαιστές καί ξωμάχους, καθώς καί ἐκεῖνες πού ἀναπαριστοῦσαν ἕνα φυσιολογικό οἰκογενειακό περιβάλλον, ἀναδεικνύοντάς το ὡς τό ὑγιές κύτταρο τῆς κοινωνίας. Οἱ ἄνθρωποι, δηλαδή, τοῦ μόχθου μαζί μέ ἐκείνους τοῦ στοχασμοῦ καί τῆς ἐπιστήμης προβάλλονταν ὡς πυλῶνες ἑνός κοινωνικοῦ συνόλου, μέ σαφή προσανατολισμό καί σταθερή πορεία.

Τέτοιου εἴδους ἀναπαραστάσεις ἄφηναν θετικό ἀποτύπωμα στόν νοῦ τῶν παιδιῶν (καί αὐριανῶν πολιτῶν) καί δημιουργοῦσαν λεπτά συναισθήματα στήν ψυχή τους. Ἐπιπλέον, στόχευαν νά καλλιεργήσουν τή θρησκευτική εὐσέβεια, τή φιλοπατρία, τήν ἐργατικότητα καί τήν κοινωνική συνείδηση, μέ σκοπό νά διαμορφώσουν προσωπικότητες μέ ἔνθεο καί πατριωτικό προσανατολισμό.

Σήμερα, ὅλα αὐτά ἔχουν ἀποκαθηλωθεῖ ἀπό τήν καθημερινότητα των νέων (καί ὄχι μόνο) καί ἔχουν ἀναπληρωθεῖ ἀπό νοσηρά ὑποκατάστατα. Γιά παράδειγμα, μέσα ἀπό τή μικρή καί μεγάλη ὀθόνη προβάλλονται πολλές φορές, ὡς πρότυπα μιμήσεως, ἄνθρωποι ψυχικά διαταραγμένοι, ἠθικά ἀμφισβητήσιμοι ἤ ὑπερήρωες, πού, σάν ἄλλοι μεσσίες, ἐμφανίζονται ὡς ὑπέρμαχοι τοῦ καλοῦ. Ὡστόσο, οἱ πράξεις τῶν περισσοτέρων ἐξ αὐτῶν εἶναι ἀμφιβόλων προθέσεων καί δροῦν ὑπό τό κράτος ἑνός ἰδιότυπου δικαιωματισμοῦ, ὅπου μέ ὄχημα τήν ἀτομική τους ἰδεολογία καί πρόσχημα τήν ἀπόδοση τῆς δικαιοσύνης (ἀτομικῆς, κοινωνικῆς, πολιτικῆς κ.λπ.) μετατρέπονται σέ ἐπικίνδυνους ὑπερασπιστές τῶν ἐπινοημένων δικαιωμάτων.

Ἐπίσης, εἰκόνες φρικτῶν καί ἐξώκοσμων ὄντων, μέσω τῶν βιντεοπαιχνιδιῶν καί ἄλλων ψηφιακῶν τεχνολογιῶν, ἔχουν μετατρέψει τήν πραγματικότητα τῆς ζωῆς σέ εἰκονική πραγματικότητα, πού καταργεῖ καί καταπίνει καθετί γνήσιο καί ἀληθινό. Μέσα ἀπό αὐτά, ὁ ἀλληγορικός καί διδακτικός ρόλος τῶν παραμυθιῶν (ὅπου κι ἐκεῖ συναντούσαμε φανταστικά ὄντα, τέρατα καί ἀερικά) ἔχει ἀντικατασταθεῖ πλέον ἀπό μία δαιμονοκρατούμενη, ὡς ἐπί τό πλεῖστον, περιρρέουσα ἀτμόσφαιρα, στήν ὁποία τό κακό, ἡ ἀσχήμια, ἡ βία καί τό θανατικό ζοῦν καί βασιλεύουν, ἐνσταλάζοντας στό ὑποσυνείδητο (ἀτομικό καί συλλογικό) ἐμπαθῆ συναισθήματα.

Ἀκόμα καί ἡ ἔννοια τῆς οἰκογένειας ἔχει μπεῖ στό στόχαστρο, μέσω τῶν εἰκόνων. Ἡ καθιερωμένη πυρηνική της μορφή (πατέρας, μητέρα, παιδιά) μεθοδευμένα ἀπαξιώνεται μέ κάθε εὐκαιρία, ἐνῶ ἀντιθέτως προβάλλονται χαλαρότερες ἐκδοχές σχέσεων, ὅπως τῶν μονογονεϊκῶν (ἐκ πεποιθήσεως) καί ὁμοφυλόφιλων (ἐξ ἐπιλογῆς) σχημάτων, οἱ ὁποῖες τείνουν νά ἐμφανίζονται ὡς ὁ κανόνας.

Ὅλα αὐτά, σέ συνδυασμό μέ τήν ἄμβλυνση τῶν ἀρχῶν καί τήν κατάπτωση τῶν ἀξιῶν συνηγοροῦν καί ἐπιτείνουν τά σοβαρά προβλήματα πού ἀντιμετωπίζουν οἱ νέοι σήμερα, ἀπόρροια τῶν ὁποίων εἶναι κάθε εἴδους κοινωνικές παρεκκλίσεις, καθώς καί ἡ τεράστια αὔξηση τῆς ψυχικῆς νοσηρότητας.

Μάλιστα, δέν εἶναι λίγες οἱ φορές πού ἡ νοσηρότητα αὐτή φαίνεται νά ξεπερνᾶ τήν ἀναγκη τῆς ἀπλῆς ψυχοθεραπείας καί νά ἀπαιτεῖ ψυχιατρική καί φαρμακευτική ἀγωγή. Ἐπιβεβαίωση τῆς ἐπιβαρυμένης καταστάσεως ἀποτελεῖ, στίς ἡμέρες μας, ἡ ἀναγκαιότητα παρουσίας ψυχολόγων στά σχολεῖα, ὡς ὑποστηρικτικός πλέον θεσμός τῆς λειτουργίας τους, ὁ ὁποῖος καί πάλι δέν ἐπαρκεῖ γιά τήν κάλυψη τῶν ἀναγκῶν καί τήν ἀντιμετώπιση τῶν ποικίλων περιστατικῶν.

Κυριότερο ὅμως αἴτιο, ἀπό τό ὁποῖο προκύπτουν τά προβλήματα, θεωρῶ ὅτι εἶναι ἡ ἀποϊεροποίηση καί ἡ μεθοδευμένη θρησκευτική ἀλλοίωση τῶν κοινωνιῶν (γιά τίς ὁποῖες θά ἀναφερθῶ σέ μελλοντικό ἄρθρο). Τά δύο αὐτά συναφή γεγονότα ἒχουν ἐπιφέρει βαρύ πλῆγμα ἐν γένει στόν πολιτισμό καί στίς νοοτροπίες εἰδικότερα μικρῶν καί μεγάλων, μέ ἀποτέλεσμα οἱ ἄνθρωποι νά πορεύονται πλέον ἀνεπίγνωστα στή ζωή τους, δρώντας καί πράττοντας ψευδαισθητικῶς, στό ὄνομα μιᾶς δῆθεν προοδευτικότητας καί μιᾶς δῆθεν φυσιολογικῆς ἐξελίξεως τῆς κοινωνίας.

Σέ κάθε περίπτωση, ἡ ὡριμότητα τῶν σκέψεων καί ἡ ἐλευθερία τῶν ἐπιλογῶν εἶναι ἐκεῖνες πού θά καθορίσουν τήν πορεία μας. Ἐάν ἐπιλέξουμε τήν πραγματικότητα καί καλλιεργήσουμε ψυχή καί πνεῦμα, θά μπορέσουμε νά ὁδηγηθοῦμε πρός τήν ὅντως ζωή, ἐνῶ ἐάν ἐπιλέξουμε τήν εἰκονικότητα καί φαλκιδεύσουμε ἀρχές καί ἀξίες, τότε θά κατευθυνθοῦμε μέ ἀκρίβεια πρός ὁδόν ἀπωλείας.

*Ἐκπαιδευτικός

The post Από την Εικόνα στην εικόνα και την εικονικότητα appeared first on antinews.gr.

Keywords
Τυχαία Θέματα