Γερμανικά μαθήματα δημοκρατίας στη Γαλλία

Μετά το τελευταίο γερμανικό κύμα συμπάθειας προς τη χώρας μας, η Γαλλία φαίνεται να είναι ο …επόμενος στόχος.  Κάποιοι την κατηγορούν ότι στρουθοκαμηλίζει και ότι έχει γίνει «το πιο κακό παιδί» της Ευρώπης, μετά και την υποβάθμιση της Moody’s. Η πολιτική ελίτ στο Παρίσι όμως δεν φαίνεται να ενοχλείται ιδιαίτερα, γράφει ο Marko Martin στην συντηρητική Welt.

«Είναι μάλλον περίεργο: οικονομολόγοι και επιστήμονες που ερευνούν την ανθρώπινη νοοτροπία στύβουν τα κεφάλια τους πάνω από τις χώρες της Νότιας Ευρώπης

που πλήττονται από την κρίση χρόνια τώρα, μόνο και μόνο για να μοιραστούν μαζί μας τα άσχημα νέα τους. Και όλο αυτό το διάστημα, η συζήτηση γύρω από τον «πυρήνα της Ευρώπης» συνέχισε να λειτουργεί με τον «γαλλογερμανικό κινητήρα», ο οποίος δεν έχει το δικαίωμα να «θυμώσει». Στο μεταξύ, εν όψει της σταθερά φθίνουσας ανταγωνιστικότητας της Γαλλίας και του τρομακτικού εθνικού χρέους της (προς το παρόν αντιστοιχεί στο 90% του ΑΕΠ της), ένα ερώτημα τίθεται: έχουμε να κάνουμε με μια αφελή, γενικότερη τύφλωση ή με την τελική ίσως πύρρεια νίκη στη γαλλική τέχνη της παραπλάνησης;

Γιατί κανείς δεν εξετάζει το θέμα καλύτερα; Μια εξήγηση, που δίνεται σιωπηρά και ακούσια, ήταν η δήλωση πριν από δύο εβδομάδες του πρώην διευθύνοντα συμβούλου  της EADS Λουί Γκαλουά, ο οποίος έδωσε μια κάθετη ετυμηγορία για τη γαλλική οικονομία και ζήτησε ριζικές μεταρρυθμίσεις. Ένα «σοκ εμπιστοσύνης» είναι απαραίτητο, δήλωσε ο άνθρωπος ο οποίος έκανε καριέρα από τα επικερδή κρατικά συμβόλαια. Το τρέμουλο στη φωνή του, επηρεασμένο από την κρίση, ήταν για άλλη μια φορά μισο- μπολσεβίκικο και μισό- επιχρυσωμένο, ταιριάζοντας απόλυτα με το αυτό του δηλωμένου εχθρού της παγκοσμιοποίησης Αρνό Μοντεμπούργκ (υπουργού Βιομηχανίας), ο οποίος προχωρά υπό το σύνθημα «Υπουργός για την αποκατάσταση της παραγωγής».

Το στυλ είναι ο άνθρωπος» είπε κάποτε η Μαντάμ ντε Σταλ. Η γαλλική κοινωνία φαίνεται να εξακολουθεί να είναι παγιδευμένη στη φανφαρολογία. Οι ερωτήσεις σχετικά με το γάμο του Νικολά Σαρκοζί ενδιέφεραν, στα πέντε χρόνια της θητείας του, πιο πολύ από την περιφρόνησή του για τη δημοκρατική διάκριση των εξουσιών και την σκανδαλώδη εκμετάλλευση των μυστικών υπηρεσιών που παρακολουθούσαν κάποιους δημοσιογράφους. (Τα έντυπα και ηλεκτρονικά μέσα ενημέρωσης στη Γαλλία δέχονται εκατομμύρια δολάρια σε επιδοτήσεις –πράγμα που οδηγεί και σε ορισμένα ταμπού για το τι πρέπει να δημοσιεύσουν). Και καταλήγει: «Η βαθύτερη αιτία της κρίσης είναι η συνέχεια της ίδιας, παλιάς και ανίκανης ελίτ».

«Αληθινές εναλλακτικές δεν υπάρχουν. Σε αντίθεση με τη Γερμανία, δεν υπάρχουν Χριστιανοδημοκράτες ή Σοσιαλδημοκράτες για να αφοσιωθούν στην οικονομία της αγοράς, αφήνοντας τους αριστερούς και δεξιούς πολιτικούς να συμφωνήσουν ελεύθερα, κρατώντας τις ιδιωτικές πρωτοβουλίες της μεσαίας τάξης σε μικρή κλίμακα και σε έναν προστατευτισμό που, διασχίζοντας τα πολιτικά σύνορα, χρησιμοποιεί ξεδιάντροπα την αντι-καπιταλιστική ρητορική της «παντοτινής ισότητας». Εν τω μεταξύ, οι εξαγωγές της

Keywords
Τυχαία Θέματα