Η G7 πέρα από την Ελλάδα

21:56 7/6/2015 - Πηγή: Antinews

Είναι καιρός να αρχίσουμε να σκεφτόμαστε πέρα από την Ελλάδα - όπως θα κάνει και η Ομάδα των Επτά στη σύνοδο κορυφής της Βαυαρίας αυτό το Σαββατοκύριακο. Αυτές οι οικονομικές σύνοδοι κορυφής ξεκίνησαν πριν από 40 χρόνια σχεδόν, όταν οι ηγέτες των τότε έξι μεγαλύτερων οικονομιών στον κόσμο -ΗΠΑ, Ιαπωνία, Γερμανία, Γαλλία,

Ηνωμένο Βασίλειο και Ιταλία- κλήθηκαν από τον γάλλο πρόεδρο Βαλερί Ζισκάρ Ντ’ Εστέν, στο Σατό ντε Ραμπουγιέ, λίγο έξω από το Παρίσι, τον Νοέμβριο του 1975. Ο σκοπός ήταν να συζητήσουν για το πώς θα μπορούσαν να ενώσουν τις προσπάθειές τους για να βοηθήσουν την παγκόσμια οικονομία να ανακάμψει από την πετρελαϊκή κρίση του 1973-4. Ο Καναδάς, και στη συνέχεια η Ρωσία, προσχώρησαν αργότερα και δημιούργησαν την G8. Τώρα, χάρη στην κακή συμπεριφορά του Προέδρου Πούτιν, επιστρέψαμε στην G7. Η Ρωσία, που δεν ήταν ποτέ φυσικά ένα μέλος, έχει αποκλειστεί.

Παρά το γεγονός ότι η ομάδα G7 δεν αντικατοπτρίζει πλέον την οικονομική ισχύ –η Κίνα είναι πλέον το Νο 2 της οικονομίας- οι ηγέτες χρειάζεται να αντιμετωπίσουν μια παρόμοια απειλή με εκείνη του 1975. Τότε ήταν η ραγδαία αύξηση τιμής του πετρελαίου και η απειλή του ανεξέλεγκτου πληθωρισμού. Τώρα είναι ένας ανεπτυγμένος κόσμος που βαρύνεται με χρέη που απειλούν να υπονομεύσουν την ανάκαμψη.

Τα μειονεκτήματα της υπερ-χαλαρής νομισματικής πολιτικής που έχουν τροφοδοτήσει την ανάκαμψη γίνονται όλο και πιο εμφανή, και ιδιαίτερα οι επιπτώσεις τους στην ανισότητα του πλούτου εντός του ανεπτυγμένου κόσμου. Τα περιουσιακά στοιχεία έχουν εκτοξευθεί σε αξία: η γερμανική χρηματιστηριακή αγορά έχει ανέβει 20 τοις εκατό από όταν η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ξεκίνησε το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης στα τέλη του περασμένου έτους. Αλλά εκείνοι με λίγα περιουσιακά στοιχεία έχουν μείνει πίσω. Οι διαδηλωτές στο Μόναχο κατά τη διάρκεια των τελευταίων ημερών έχουν ένα δίκιο, αν και αμφιβάλλω ότι πολλοί από αυτούς έχουν σκεφτεί τη σχέση μεταξύ ποσοτικής χαλάρωσης και ανισότητας. Ωστόσο, η «σφικτή» πολιτική και η απότομη αύξηση των επιτοκίων μπορεί να σκοτώσουν την ανάκαμψη. Σίγουρα θα κάνουν τις δυσκολίες της Ελλάδα να φαίνονται ασήμαντες- αν και στο ευρύτερο πλαίσιο, φυσικά, είναι.

Γιατί τότε οι δυσκολίες της Ελλάδας, η οποία αντιπροσωπεύει περίπου το 0,3 τοις εκατό της παγκόσμιας οικονομίας, φαίνονται τόσο μεγάλες; Η προφανής απάντηση, πέρα από το γεγονός ότι πολλοί από εμάς γνωρίζουν και συμπαθούν την χώρα, είναι ότι αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα των πιέσεων που δημιούργησε το ενιαίο ευρωπαϊκό νόμισμα, με πολιτικές σκοπιμότητες που υπερβαίνουν την οικονομική κοινή λογική. Λιγότερο προφανής, και πιο ανησυχητικός, είναι ο βαθμός στον οποίο το χρέος υπερφορτώνει το σύνολο της παγκόσμιας οικονομίας. Η Ελλάδα είναι ένα ακραίο παράδειγμα ενός παγκόσμιου φαινομένου. Όλοι γνωρίζουμε τι συνέβη εδώ, με το δημόσιο χρέος να εξακολουθεί να αυξάνεται, τόσο σε απόλυτες τιμές όσο και σε σχέση με το ΑΕΠ. Αλλά ενώ οι λεπτομέρειες διαφέρουν, το ίδιο ευρύ σχέδιο εφαρμόζεται σχεδόν σε κάθε μεγάλη ανεπτυγμένη οικονομία, όπως και στην Κίνα. Από τις μεγάλες οικονομίες, μόνο η Γερμανία έχει ένα πλεόνασμα του προϋπολογισμού και ακόμη και η Γερμανία αντιμετωπίζει ένα πρόβλημα εξυπηρέτησης των χρεών της με μια μείωση του εργατικού δυναμικού και μία αύξηση στις τάξεις των συνταξιούχων.

Ανάλογες πιέσεις εφαρμόζονται σε προσωπικό επίπεδο. Σε ορισμένες χώρες (συμπεριλαμβανομένου του Ηνωμένου Βασιλείου), οι οικογένειες έχουν αρχίσει να μειώνουν τα χρέη τους. Σε άλλες, αυτό έχει συμβεί πολύ λίγο. Εξάλλου, με τα χρήματα να διασκορπίζονται με σχεδόν μηδενικά επιτόκια από τις υποθήκες -δανειστές, γιατί να μην δανείζεσαι περισσότερα, και να πληρώνεις περισσότερα, για ένα μεγαλύτερο σπίτι; Το πάρα πολύ εύκολο χρήμα ενθαρρύνει τους ανθρώπους να λαμβάνουν κακές επενδυτικές αποφάσεις, ακριβώς όπως και το υπερβολικά εύκολο χρήμα ενθάρρυνε την Ελλάδα να λειτουργήσει με αυτόν τον τρόπο, όταν κατάφερε να μπει στην ευρωζώνη.

Τι πρέπει να γίνει λοιπόν; Είναι εύκολο να δημιουργείται μια αίσθηση απελπισίας, ιδιαίτερα δεδομένου ότι η παγκόσμια οικονομία αντιμετωπίζει άλλες αντιξοότητες - ιδιαίτερα από τη δημογραφία και το περιβάλλον. Αλλά η εμπειρία μετά την πρώτη οικονομική σύνοδο κορυφής είναι γενικά ενθαρρυντική. Δεν έφτιαξε από μόνη της τίποτα. Η ταπείνωση της διάσωσης της Βρετανίας από το ΔΝΤ που ακολούθησε το επόμενο έτος και η τελική έκρηξη του παγκόσμιου πληθωρισμού στα τέλη της δεκαετίας του 1970 ακόμα να έρθει. Στη συνέχεια ακολούθησε η μακρόχρονη περιοριστική νομισματική πολιτική, με επικεφαλής τον πρόεδρο του συμβουλίου της αμερικανικής Federal Reserve, Πολ Βόλκερ. Τα υψηλά επιτόκια δούλεψαν για τον υψηλό πληθωρισμό, αλλά πήραν το καλύτερο μέρος μιας δεκαετίας.

Τα καλά νέα είναι ότι δεν χρειαζόμαστε υψηλά επιτόκια τώρα, ή τουλάχιστον όχι τα διψήφια που είχαμε τότε. Χρειαζόμαστε υψηλότερα από αυτά, όπως αναγνώρισαν οι αγορές ομολόγων την περασμένη εβδομάδα, ανεβάζοντας κατακόρυφα τα ποσοστά. Μια αύξηση των μακροπρόθεσμων επιτοκίων ασκεί πίεση στις κεντρικές τράπεζες να αυξήσουν και τα βραχυπρόθεσμα. Το ΔΝΤ θέλει η Fed να κρατήσει την πρώτη αύξηση της στα βραχυπρόθεσμα επιτόκια μέχρι το επόμενο έτος. Οι αγορές ομολόγων πιστεύουν το αντίθετο.

Καθώς τα επιτόκια αυξάνονται, θα πρέπει να υπάρχει ελάφρυνση του χρέους για εκείνους που πραγματικά δεν μπορούν να πληρώσουν. Αυτό, φυσικά, περιλαμβάνει την Ελλάδα. Πολλά σπουδαία πράγματα συμβαίνουν στην παγκόσμια οικονομία, ιδίως η χρήση της τεχνολογίας που κάνει τις βιομηχανίες παροχής υπηρεσιών πιο παραγωγικές, και αυτό θα οδηγήσει στην υποκείμενη ανάπτυξη. Αλλά πρέπει να αντιμετωπίσουμε λογικά το χρέος. Οι οικονομικές σύνοδοι τείνουν να καταλαμβάνονται από την πολιτική, αλλά αν αυτό ωθεί τους πολιτικούς ηγέτες μας να καταλάβουν ότι τα χρέη θα πρέπει να αντιμετωπιστούν ανοιχτά, θα ήταν χρήσιμο.

independent.co.uk/

Διαβάστε περισσότερα

Keywords
Τυχαία Θέματα