Η ατέρμονη μάχη των ΗΠΑ με τον προϋπολογισμό

Επί τρία χρόνια, οι ΗΠΑ προσπαθούν να βρουν μια λύση για το δημοσιονομικό χρέος, ρισκάροντας την ισορροπία της παγκόσμιας οικονομίας αλλά και την πολιτική τους κληρονομιά, σχολιάζει ο καθηγητής Οικονομικών στο Χάρβαρντ, Kenneth Rogoff.

Ίσως οι επενδυτές να έχουν αρχίσει να εξοικειώνονται με το ετήσιο φιάσκο σχετικά με το όριο δημοσίου χρέους των Ηνωμένων Πολιτειών, που προκύπτει

τώρα για τρίτη συνεχόμενη χρονιά. Αλλά καθώς οι βραχυπρόθεσμες βλακείες γίνονται ρουτίνα, οι κίνδυνοι από τη μακροπρόθεσμη δυσλειτουργία καθίστανται πιο εμφανείς – κάτι που υπογραμμίζεται από την παράλυση της ομοσπονδιακής κυβέρνησης. Ο πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα έχει δίκιο να διαμαρτύρεται για εκβιασμό. Το αμερικανικό Κογκρέσο δεν μπορεί να χρησιμοποιεί την απειλή της στάσης πληρωμών – δηλαδή ένα μέσο μαζικής οικονομικής καταστροφής – σαν ένα συνηθισμένο μέσο για να πετυχαίνει παραχωρήσεις.

Δυστυχώς, επειδή ο Ομπάμα από μόνος του έθεσε το προηγούμενο των παραχωρήσεων μπροστά στους εκβιασμούς του Κογκρέσου, η συζήτηση για το όριο χρέους έχει μεταμορφωθεί σε κάτι περισσότερο από μία απλή βραχυπρόθεσμη πολιτική μάχη. Ολοένα και περισσότερο αντανακλά έναν βαθύτερο συνταγματικό ανταγωνισμό ισχύος μεταξύ του προέδρου και του Κογκρέσου. Αν αυτή η διαμάχη δεν επιλυθεί, θα μπορούσε να εξασθενήσει σημαντικά την ικανότητα της κυβέρνησης να λαμβάνει σημαντικές οικονομικές αποφάσεις στο μέλλον. Φυσικά, πολλές χώρες έχουν βιώσει κάποιον βαθμό πολιτικής δυσλειτουργίας. Θα χρειαστεί προσπάθεια προκειμένου να ξεπεραστεί το πρόβλημα της κυβερνητικής παράλυσης, για παράδειγμα, της Ιταλίας. Αλλά αν το Κογκρέσο συνεχίσει να κρατά σε κατάσταση ομηρείας την αμερικανική οικονομική πολιτική, οι – κατά τα άλλα λαμπρές – μακροπρόθεσμες προοπτικές της οικονομίας των ΗΠΑ προμηνύονται αρνητικές. Τουλάχιστον προς το παρόν, ο υπόλοιπος κόσμος δείχνει μεγάλη εμπιστοσύνη στην ικανότητα της Αμερικής να βάλει τους βουλευτές της σε τάξη. Κανείς δεν μπορεί να φανταστεί ότι μία χώρα με τόσο μοναδικά οικονομικά πλεονεκτήματα θα ρισκάρει ένα τέτοιο πλήγμα στον εαυτό της, όπως αυτό που θα δημιουργούσε μια ενδεχόμενη χρεοκοπία. Αλλά αυτή τη φορά τα πράγματα ίσως είναι διαφορετικά. Ο Ομπάμα πρέπει να πείσει τους Ρεπουμπλικάνους αντιπάλους του και κανείς δεν εγγυάται ότι θα πεισθούν. Στο παρελθόν, ήταν αυτός που αντιδρούσε, γνωρίζοντας ότι ακόμα και αν μια καταστροφική χρεοκοπία προκαλούταν από τους Ρεπουμπλικάνους του Κογκρέσου, ήταν αυτός που θα επωμιζόταν κάποια ευθύνη στις επόμενες εκλογές. Τώρα, έχοντας αφήσει την επανεκλογή πίσω του, ο Ομπάμα ενδέχεται να πάρει περισσότερα ρίσκα, επιθυμώντας να διασφαλίσει την οικονομική του κληρονομιά. Ποια θα είναι αυτή η κληρονομιά; Παρά τις καταστροφικές παρορμήσεις της ομοσπονδιακής κυβέρνησης, η αμερικανική οικονομία επιδεικνύει μεγάλη αντοχή και δείχνει να καθίσταται πιο δυνατή. Φυσικά ο Ομπάμα, όπως και όλοι οι υπόλοιποι, θα ήθελε να συνεχιστεί αυτή η τάση. Δυστυχώς, μία αμερικανική στάση πληρωμών, ακόμη και τεχνικής φύσης, θα είχε ανυπολόγιστες συνέπειες που θα μπορούσαν να απειλήσουν την ανάκαμψη.

Σκεφτείτε τι συνέβη όταν η Federal Reserve έκανε το λάθος να μιλήσει για πρόωρη συζήτηση της μείωσης αγοράς των μακροπρόθεσμων περιουσιακών στοιχείων. Μετά από μήνες αστάθειας της αγοράς, σε συνδυασμό με την επαναξιολόγηση των πολιτικών και των οικονομικών μεγεθών, η Fed υποχώρησε. Αλλά η σοβαρή ζημιά έγινε, ιδίως στις αναδυόμενες οικονομίες. Εάν η απλή υπόδειξη της νομισματικής σύσφιξης προκαλεί περιδίνηση στις διεθνείς αγορές σε τέτοιο βαθμό, τι θα προκαλούσε μια χρεοκοπία των ΗΠΑ στην παγκόσμια οικονομία;

Ο Τύπος επικεντρώθηκε κατά ένα μεγάλο μέρος σε διάφορες βραχυπρόθεσμες εξαρθρώσεις από αντιπαραγωγικά μέτρα απομόνωσης, αλλά ο πραγματικός κίνδυνος είναι πιο μεγάλος. Ναι, το δολάριο θα παραμείνει το κύριο αποθεματικό νόμισμα στον κόσμο, ακόμη και μετά από μια χαριστική περίοδο χρεοκοπίας. Απλά δεν υπάρχει καλή εναλλακτική λύση ακόμα – και σίγουρα δεν είναι το σημερινό ευρώ. Αλλά ακόμα και αν οι ΗΠΑ διατηρεί διατηρήσει το franchise του αποθεματικού νομίσματος, η αξία του θα μπορούσε να κινδυνέψει σημαντικά.

Υπήρξε μία περίοδος, τον 19ο αιώνα, που η Βρετανία απολάμβανε αυτό το «εξωφρενικό προνόμιο» (όπως το αποκάλεσε κάποτε ο Βαλερί Ζισκάρ ντ’ Εστέν όταν διατελούσε υπουργός Οικονομικών του γάλλου προέδρου Σαρλ ντε Γκολ). Αλλά καθώς αναπτύσσονταν οι ξένες κεφαλαιαγορές, το πλεονέκτημα της Βρετανίας ξεθώριαζε μέχρι που σχεδόν εξαφανίστηκε στην αρχή του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Το ίδιο, φυσικά, θα συμβεί στο δολάριο, ειδικά καθώς οι ασιατικές κεφαλαιαγορές αναπτύσσονται και βαθαίνουν. Ακόμη και αν το δολάριο παραμείνει ο βασιλιάς, δεν θα είναι και ο πανίσχυρος μονάρχης. Όμως, μια αβίαστη χρεοκοπία σήμερα θα μπορούσε να επιταχύνει δραματικά τη διαδικασία, κοστίζοντας στους Αμερικανούς εκατοντάδες δισεκατομμύρια δολάρια σε υψηλότερες πληρωμές τόκων του δημοσίου και του ιδιωτικού χρέους για τις επόμενες δεκαετίες.

Κατά έναν ειρωνικό τρόπο, η μάχη για το όριο δανεισμού δεν αφορά στο χρέος. Οι Ρεπουμπλικάνοι δεν ενδιαφέρονται για το χρέος όταν ελέγχουν τα πράγματα. Ο τελευταίος Ρεπουμπλικάνος προεδρικός υποψήφιος Μιτ Ρόμνεΐ και ο υποψήφιος αντιπρόεδρος Πολ Ράιαν πρότειναν το 2012 ένα πρόγραμμα που θα προσέθετε τρισεκατομμύρια δολάρια στο αμερικανικό χρέος τα επόμενα δέκα χρόνια, εξαιτίας των φοροαπαλλαγών και των αυξημένων αμυντικών δαπανών. Η μάχη για το όριο του χρέους αφορά στο μέγεθος και στις αρμοδιότητες της κυβέρνησης. Ναι, οι ΗΠΑ πρέπει να ανησυχούν για το δημόσιο χρέος τους. Παρά τους αβάσιμους, πολιτικά καθοδηγούμενους ισχυρισμούς για το αντίθετο, η ακαδημαϊκή έρευνα υποστηρίζει ότι το πολύ υψηλό χρέος συνιστά μακροπρόθεσμο βάρος για την ανάπτυξη. Φυσικά, οι Αμερικανοί πρέπει να ανησυχούν για την ποιότητα της παιδείας και των υποδομών τους – για να μην αναφέρουμε το φυσικό περιβάλλον – που θα αφήσουν στις επόμενες γενιές. Αλλά, πάνω από όλα, χρειάζεται να αφήσουν μία κληρονομιά πολιτισμένης διαδικασίας λήψης αποφάσεων. Αυτή η βασική λειτουργία μιας αποτελεσματικής διακυβέρνησης βρίσκεται τώρα σε κίνδυνο.

project-syndicate

Keywords
Τυχαία Θέματα