Η συμφωνία των Βρυξελλών δεν εξασφαλίζει την βιωσιμότητα του χρεους

Τα μαθήματα από την ΑργεντινήΟι αγορές αντέδρασαν θετικά στο νέο πακέτο χρηματοδότησης που συμφωνήθηκε στη Σύνοδο Κορυφής της περασμένης Πέμπτης, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι το πρόβλημα λύθηκε οριστικά. Μέχρι σήμερα, η Ε. Ε. αντιμετώπιζε την κρίση σαν κρίση ρευστότητας και όχι βιωσιμότητας του χρέους, επιτρέποντας έτσι να επεκταθεί στην Ιταλία. Αναγνωρίζοντας ότι η «επιμήκυνση» του χρέους δεν αρκεί για να καθησυχάσει τις αγορές, οι ηγέτες της Ε. Ε. κατέληξαν σε μία συμφωνία που προσπαθεί να βελτιώσει τη βιωσιμότητα
του ελληνικού χρέους χωρίς να πλήξει καίρια τις τράπεζες που έχουν στην κατοχή τους ομόλογα του ελληνικού Δημοσίου. Η συμφωνία συνεπάγεται μείωση κατά 21% στην παρούσα αξία του χρέους προς τους ομολογιούχους, που αποτελεί περίπου το 70% του συνολικού δημοσίου χρέους. Αυτό μεταφράζεται σε μείωση του χρέους από 156% σε 132% του ΑΕΠ. Δεδομένου όμως ότι οι περισσότεροι αναλυτές εκτιμούν πως η απαιτούμενη μείωση του χρέους είναι γύρω στο 50%, η συμφωνία δεν θα εξασφαλίσει τη βιωσιμότητα ακόμη και αν η Ελλάδα τηρήσει πλήρως το μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό πρόγραμμα που μόλις ψηφίστηκε.Η κατάσταση στην Ελλάδα σήμερα είναι παρόμοια με εκείνη της Αργεντινής το καλοκαίρι του 2001. Η οικονομία ήταν σε ύφεση και τα spreads είχαν ανέβει, καθώς οι αγορές συνειδητοποιούσαν ότι η λιτότητα γινόταν λιγότερο ανεκτή οικονομικά και πολιτικά. Με αίτημα της κυβέρνησης της Αργεντινής, το ΔΝΤ προχώρησε με μια σημαντική αύξηση της οικονομικής βοήθειας που είχε ήδη εξασφαλιστεί μέσα από την υπάρχουσα τριετή συμφωνία. Ετσι, η Αργεντινή έχασε την ευκαιρία να αναδιαρθρώσει το χρέος της, ενώ είχε ακόμα άφθονα συναλλαγματικά αποθέματα και οι τραπεζικές καταθέσεις παρέμεναν σε υψηλά επίπεδα. Οι πόροι της διεθνούς κοινότητας που χρησιμοποιήθηκαν για να διασώσουν τους ιδιώτες δανειστές θα έπρεπε να έχουν χρησιμοποιηθεί για να αντιμετωπιστούν οι συνέπειες μιας ελεγχόμενης αναδιάρθρωσης του χρέους, συμπεριλαμβανομένης της παροχής άφθονης ρευστότητας και κεφαλαίων στο τραπεζικό σύστημα.Η Ελλάδα σήμερα αντιμετωπίζει τις ίδιες επιλογές. Λόγω αδυναμίας επιστροφής στις κεφαλαιαγορές, το υπάρχον πρόγραμμα δανειοδότησης από το ΔΝΤ και την Ε. Ε. θα ενισχυθεί με νέους πόρους ώστε να υποκατασταθεί το έλλειμμα ιδιωτικών κεφαλαίων. Αλλά η νέα βοήθεια ίσως ξοδευτεί σε έναν ήδη χαμένο αγώνα: Η υποχώρηση του spread οφείλεται στο κλείσιμο «short» θέσεων μετά τη συμφωνία που επετεύχθη, όχι στην ανάκτηση της εμπιστοσύνης των αγορών. Με τα σημερινά δεδομένα, είναι βέβαιο ότι θα χρειαστεί και νέο «κούρεμα». Θα προτείναμε επομένως η συμμετοχή του ΔΝΤ στη χρηματοδότηση του νέου προγράμματος για την Ελλάδα να γίνει με την προϋπόθεση ενός πολύ μεγαλύτερου «κουρέματος» του χρέους από αυτό που συμφωνήθηκε.Για να λυθεί μόνιμα το πρόβλημα του χρέους της Ευρωζώνης, θα πρέπει ο προσωρινός μηχανισμός στήριξης (EFSF) να εκδώσει ομόλογα ΑΑΑ για να επαναγοράσει το σύνολο των ομολόγων των χωρών που χρειάζονται αναδιάρθρωση, παίρνοντας ως εγγύηση τα περιουσιακά τους στοιχεία που πρόκειται να ιδιωτικοποιηθούν.
Keywords
Τυχαία Θέματα