Τα μεγαλοπρεπή Χριστούγεννα στο Βυζάντιο

Ο λαός ανέμενε με ανυπομονησία για να χαιρετήσει τους αυτοκράτορές του, ψάλλοντας τους καθιερωμένους ύμνους

Του Ελευθέριου Σκιαδά

Υπήρξε μια εποχή για το γένος, όπου τα Χριστούγεννα εορτάζονταν με εξαιρετική μεγαλοπρέπεια. Αυτή η εποχή ήταν η Βυζαντινή χιλιετηρίδα. Ο λαός ανέμενε με ανυπομονησία την ημέρα αυτή για να χαιρετήσει τους αυτοκράτορές του από κάθε γωνιά των δρόμων και από κάθε στοά, ψάλλοντας τους καθιερωμένους ύμνους. Η μεγάλη εκκλησία της Αγίας Σοφίας και

το Ιερόν Παλάτιον που βρισκόταν στον Βόσπορο αποτελούσαν το επίκεντρο των εορτασμών αυτών, τους οποίους φρόντισε να διασώσει στο έργο του «De Ceremoniis Aulae Byzantinae» o αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Πορφυρογέννητος.

Στολισμοί στους δρόμους

Οι αυλικοί ετοίμαζαν πολλές ημέρες πρωτύτερα τη χρυσή στολή του αυτοκράτορα, ενώ οι ευγενείς δέσποινες της Αυλής και της πόλης απασχολούσαν τις ράπτριες πυρετωδώς στην παρασκευή των πολυτελέστατων υφασμάτων. Από την παραμονή των Χριστουγέννων ο μέγας Πραιπόσιτος, δηλαδή ο θαλαμηπόλος του Παλατιού, ανήγγελλε στον αυτοκράτορα τυπικώς την ετοιμασία για την τελετή της επομένης.

Κατόπιν, εξερχόμενος κατά διαταγή του Δεσπότη, ειδοποιούσε όλο το προσωπικό του Κουβουκλίου, ενώ ο Ύπαρχος της πόλεως διέτασσε γενική καθαριότητα στους δρόμους από όπου θα περνούσε ο βασιλιάς για να μεταβεί στην Αγία Σοφία. Οι στοές, δε, οι μεγάλες πύλες και τα κτίρια των δρόμων στολίζονταν με δάφνες, κισσούς, μυρτιές και δεντρολίβανα.

Ετοιμασίες στο Παλάτι

Το πρωί της μεγάλης ημέρας οι Πραιπόσιτοι και όλες οι τάξεις του Κουβουκλίου έμπαιναν στο Πάνθεον και περίμεναν. Οι Βεστήτορες μάλιστα είχαν φροντίσει να μεταφέρουν από το ευκτήριο του Αγίου Θεοδώρου, που βρισκόταν στη λαμπρή αίθουσα των τελετών και των πομπών, ονομαζόμενη Χρυσοτρίκλινον, τη ράβδο του Μωυσή.

Οι δε υπάλληλοι επί της ένδυσης, οι περίφημοι δηλαδή Αλλάξιμοι του Κουβουκλίου, λάμβαναν από το «ταβλίον» τις βασιλικές εσθήτες και τα στέμματα από τα «κορνίκλια», τα οποία μετέφεραν στο Οκτάγωνον Κουβούκλιον. Η αίθουσα βρισκόταν μέσα σε ένα από τα επισημότερα διαμερίσματα, ονομαζόμενο Παλάτιον της Δάφνης, απέναντι από τον ναΐσκο του πρωτομάρτυρα Στεφάνου.

Παράλληλα, οι βασιλικοί Σπαθάριοι αναλάμβαναν τα βασιλικά όπλα, τα σκουτάρια και τα δόρατα, και περίμεναν στο Ονοπόδιον.

Μεγαλοπρεπής πομπή

Ακριβώς την προσδιορισμένη ώρα ο βασιλιάς έβγαινε από τον Ιερό Κοιτώνα και προσευχόταν πρώτα μπροστά στη μεγάλη εικόνα του Θεού επί θρόνου που βρισκόταν στην κόγχη του Χρυσοτρικλίνου. Στη συνέχεια έρχονταν οι Πραιπόσιτοι και, αφού του φορούσαν τη χρυσή στολή, τον συνόδευαν σε μικρότερη αίθουσα με την ονομασία Σίγμα, όπου τον υποδέχονταν η Εταιρεία, ο Λογοθέτης και Πρωτονοτάριος. Από εκεί η πομπώδης συνοδεία προχωρούσε στον Ναό του Αγίου Στεφάνου, όπου υπήρχε ο πολύτιμος σταυρός του Μεγάλου Κωνσταντίνου. Μετά την προσκύνηση αυτού, εμφανιζόταν στο Οκτάγωνον Κουβούκλιον ο Ρεφερενδάριος, δηλαδή ο διαγγελέας, εκ μέρους του Πατριάρχου, ο οποίος ειδοποιούσε μέσω των Πραιποσίτων ότι ο Αρχηγός της Εκκλησίας ήταν έτοιμος.

Ο Πραιπόσιτος καλούσε μετά τους Βεστήτορες, οι οποίοι έσπευδαν να ρίξουν στους ώμους του βασιλιά τις χρυσές χλαμύδες, ενώ το στέμμα το τοποθετούσαν οι Πραιπόσιτοι. Από εκεί η συνοδεία περνούσε σε επισημότερες αίθουσες, σε καθεμία από τις οποίες περίμενε και από μία τάξη πολυώνυμων μεγιστάνων, που προσκολλιόταν στη γενική πομπή. Στο τέλος έφθαναν στο Τριβουνάλιον, στη λεγόμενη Καμάρα των Λύχνων, που ήταν ο πρώτος σταθμός μετά την έξοδο από το Παλάτι. Από εκεί ξεκινούσε η περίφημη υποδοχή των δύο μερίδων του Δήμου, των Βενέτων και των Πρασίνων, που εναλλάσσονταν σε διάφορους σταθμούς μέχρι τον ναό της Αγίας Σοφίας.

Υποδοχή βασιλικής συνοδείας

Πρώτη ήταν η υποδοχή του Δημάρχου των Βενέτων, που είχε και τον τίτλο του Δομεστίκου των Σχολών, κατά την οποία οι «Κράκτες», δηλαδή οι κήρυκες, έψαλλαν αναμένοντας τον βασιλιά: «Αστήρ τον ήλιον προμηνύει εν Βηθλεέμ Χριστόν ανατείλαντα εκ Παρθένου». Όταν δε έφτανε ο βασιλεύς, επαναλάμβαναν: «Πολλοί υμίν χρόνοι η ένθεος βασιλεία. Πολυχρόνιον ποιήσει ο Θεός την αγίαν βασιλείαν σας, εις πολλά έτη».

Μετά τον μακαρισμό αυτόν, που ονομαζόταν «ακτολογία», η συνοδεία προχωρούσε μέχρι των πυλών των Αγίων Αποστόλων, όπου περίμενε ο Δήμος των Πρασίνων με τον Δήμαρχο, που έφερε τον τίτλο του Εκσκουβίτου.

Λειτουργία στην Αγία Σοφία

Με τη λαμπρή ακολουθία του ο βασιλιάς έμπαινε στην Αγία Σοφία. Μπροστά από τον νάρθηκα ο τελετάρχης λάμβανε το στέμμα από την κεφαλή του βασιλιά, ενώ στον νάρθηκα τον υποδεχόταν ο Πατριάρχης. Μαζί έφθαναν στις βασιλικές πύλες, όπου ο βασιλιάς όρθιος άναβε κεριά, με τον Πατριάρχη να εκτελεί την ευχή της εισόδου της Θείας Λειτουργίας.

Αφού λοιπόν ο βασιλιάς ασπαζόταν το άχραντο Ευαγγέλιο, εισερχόταν στο μέσο του ναού, ενώπιον των αγίων θυρών, προσευχόταν και έμπαινε στο θυσιαστήριο. Προ της Αγίας Τράπεζας ασπαζόταν τα ιερά ποτήρια και τους δίσκους και κατόπιν εξερχόταν και μετέβαινε σε ορισμένη γι’ αυτόν θέση, από όπου παρακολουθούσε τους άρχοντες της Εκκλησίας.

Όταν ερχόταν η ώρα της θείας κοινωνίας, προσερχόταν πρώτος για να κοινωνήσει «του αχράντου σώματος και αίματος του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού» και στη συνέχεια μετέβαινε στο ιδιαίτερο δωμάτιό του στην Εκκλησία, όπου και προγευμάτιζε με τους πατρικίους και όσους ακόμα προσκαλούσε. Μετά το πρόγευμα, αφού τον ευλογούσε ο Πατριάρχης και τον έστεφε με το στέμμα του, επέστρεφε μαζί με την ακολουθία του στο Παλάτι.

Χριστουγεννιάτικη βασιλική συνεστίαση

Το βράδυ της μεγάλης εορτής ο βασιλιάς παρέθετε επίσημο δείπνο, που πραγματοποιείτο στο Τρίκλινον και λάμβαναν μέρος όχι μόνο οι άρχοντες, αλλά και αντιπροσωπίες από όλες τις κοινωνικές τάξεις, ακόμη και οι φτωχοί της πόλης. Το ίδιο βέβαια επαναλαμβανόταν και ολόκληρο το Δωδεκαήμερο.

Μια θαυμάσια εικόνα αυτού του συμποσίου μας παραδίδει ο Πλάτων Ροδοκανάκης, ο μελετητής που εντρύφησε ίσως όσο κανείς άλλος στη βυζαντινή καθημερινότητα. Έγραφε λοιπόν πως η αίθουσα του Τρικλίνου ήταν γεμάτη με μεγάλα χρυσά και αργυρά πολυκάνδηλα που φώτιζαν όλο τον χώρο. Άλλα από αυτά είχαν το σχήμα του λουλουδιού, άλλα το σχήμα μικρών καραβιών και υπήρχαν και άλλα που θύμιζαν ακτινωτά μετέωρα. Η οροφή δε της αίθουσας ήταν κατάχρυση. Εδώ και εκεί είχε πεντάγωνες κοιλότητες στολισμένες με οπές, γύρω από τις οποίες έπλεκαν τους βλαστούς τους χρυσά κλαδιά αμπέλων. Τα τραπεζομάντιλα ήταν από χοντρό μετάξι, περσικό χρυσοΰφαντο, ενώ τα πιάτα, τα μαχαιροπίρουνα και τα υπόλοιπα σκεύη ήταν κατασκευασμένα από χρυσάφι σφυρήλατο.

«Κατά παλαιό έθος, ως βασιλική ευλογία»

Στο πρώτο τραπέζι πλησίον του βασιλιά λάμβαναν θέσεις 12 μεγιστάνες εκ της βασιλικής Συγκλήτου. Επρόκειτο για μαγίστρους, πραιποσίτους, ανθύπατους πατρικίους, στρατηγούς και άλλους οφικιάλιους, οι οποίοι όταν έμπαιναν στην αίθουσα έβγαζαν τις χλαμύδες τους και έμεναν μόνο με τα πολυτελή καμίσια.

Στα άλλα τραπέζια παρακάθονταν, πάντα ανά δώδεκα άτομα, συμβολίζοντας την αποστολική δωδεκάδα, οι ασηκρίτες, οι χαρτουλάριοι των μεγάλων σεκρέτων, οι σπαθαροκανδιδάτοι, οι κόμητες των σχολών, οι σφλεντιάριοι, οι προτέκτορες, οι ευτυχοφόροι και οι σκηπτροφόροι. Στη συνέχεια ακολουθούσαν σε ξεχωριστά τραπέζια οι Αγαρηνοί, οι Βούλγαροι, όταν εννοείται δεν βρίσκονταν σε εμπόλεμη κατάσταση με την πανίσχυρη Βυζαντινή Αυτοκρατορία, και τελευταίοι οι δώδεκα πένητες.

Στο τέλος της εορταστικής ευωχίας ο βασιλιάς φρόντιζε να στείλει στους φτωχούς παρευρισκομένους ένα μικρό σακίδιο με χρυσά νομίσματα από το ιδιαίτερο ταμείο του, «κατά παλαιό έθος, ως βασιλική ευλογία».

The post Τα μεγαλοπρεπή Χριστούγεννα στο Βυζάντιο appeared first on antinews.gr.

Keywords
Τυχαία Θέματα