Υπόθεση Σκριπάλ: Η δημιουργία μιας νέας πραγματικότητας

Τα μέτρα που ανακοίνωσε η Βρετανίδα πρωθυπουργός εναντίον της Ρωσίας με αφορμή τη δηλητηρίαση στις 4 Μαρτίου στο Σόλσμπερι του (εγκατεστημένου από το 2010 στη Βρετανία κατόπιν ανταλλαγής) Ρώσου πρώην πράκτορα Σεργκέι Σκριπάλ και της κόρης του Γιούλια βρίσκονται σε αναντιστοιχία προς τους υψηλούς, σχεδόν πολεμικούς τόνους που έχει υιοθετήσει η Τερέζα Μέι, αφότου τοποθετήθηκε για το ζήτημα τη Δευτέρα. Αλλά και η τοποθέτησή της εκείνη βρίσκεται σε αναντιστοιχία προς τα πενιχρά αποδεικτικά στοιχεία τα οποία ήταν σε θέση να επικαλεστεί. Όπως και στην υπόθεση του Russiagate, και μόνη η επίμονη επανάληψη

ενός ισχυρισμού δημιουργεί νέα πραγματικότητα.

Στη συγκεκριμένη περίπτωση, αρκεί και μόνο να αναφερθεί ότι μέχρι στιγμής δεν έχει εκδοθεί ιατρικό δελτίο, στο οποίο να περιγράφεται με σαφήνεια η αιτία της κατάρρευσης των Σκριπάλ, ενώ οι νευροτοξικοί παράγοντες Novichok στους οποίους αποδίδει την δηλητηρίαση η βρετανική εκδοχή ενδέχεται και... να μην υπάρχουν.

Οι παράγοντες Novichok (νεοφερμένοι) υποτίθεται ότι αναπτύχθηκαν στη Σοβιετική Ένωση κατά τη δεκαετία του '70 ως νευροπαραλυτικά τέταρτης γενιάς. Η ύπαρξή τους έγινε γνωστή αποκλειστικά από τη μαρτυρία του αποσκιρτήσαντος χημικού του ρωσικού στρατού Βιλ Μιρζαγιάνοφ, ο οποίος μάλιστα δημοσίευσε σε βιβλίο του τους χημικούς τύπους αυτών των ουσιών. Ωστόσο, το Επιστημονικό Γνωμοδοτικό Συμβούλιο του Οργανισμού για την Κατάργηση των Χημικών Όπλων (OPCW) δεν έχει πεισθεί ότι τέτοιες ουσίες έχουν όντως αναπτυχθεί και δεν έχει περιλάβει στη λίστα των Ελεγχόμενων Χημικών.

Σε κάθε περίπτωση, το σοβιετικό εργαστήριο στο οποίο εργαζόταν ο Μιρζαγιάνοφ βρισκόταν στο Ουζμπεκιστάν και διαλύθηκε μεταψυχροπολεμικά με τη συνδρομή και Αμερικανών ειδικών. Η άμεση και αποκλειστική διασύνδεση της δηλητηρίασης των Σκπριπάλ, εάν θεωρήσουμε ότι οφείλεται σε Nοvichok, με τη Ρωσία και μάλιστα με το ρωσικό κράτος, μένει να αποδειχθεί. Και πάντως είναι η Βρετανία η οποία πρέπει να παράσχει τα στοιχεία που θεμελιώνουν τις κατηγορίες της (προσκαλώντας στον τόπο του συμβάντος και τον OPCW, όπως η ίδια επέμενε λ.χ. για καταγγελλόμενες επιθέσεις με χημικά στη Συρία), αντί να ζητά από τη Ρωσία να αποδείξει τη μη ενοχή της.

Το ότι η θέση της βρετανικής πλευράς είναι κατά βάθος αδύναμη αποδεικνύεται από την προσεκτική τοποθέτηση των συμμάχων της, είτε πρόκειται για τον Λευκό Οίκο, είτε για τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, που μέχρι τώρα εκφράζουν βέβαια την αποδοκιμασία τους προς τη Ρωσία, "αν αποδειχθεί" η ευθύνη της, αλλά δεν εκφράζουν ετοιμότητα για κάτι περισσότερο από το να συνδράμουν τη Βρετανία στον τομέα των ερευνών. Μάλιστα, η Άνγκελα Μέρκελ φρόντισε να τονίσει ότι, όπως και αν έχουν τα πράγματα, ο διάλογος με τη Ρωσία δεν είναι φρόνιμο να διακοπεί.

Άλλωστε, η ίδια η κυβέρνηση Μέι αποδείχθηκε ότι δεν ήταν έτοιμη για κάποιου άλλου είδους απάντηση από την απέλαση 23 Ρώσων διπλωματών (προφανώς πρακτόρων των μυστικών υπηρεσιών), τη διακοπή των πολιτικών επαφών υψηλού επιπέδου, το μποϊκοτάζ του Μουντιάλ της Ρωσίας από μέλη της βρετανικής κυβέρνησης και της βασιλικής οικογένειας, καθώς και τη διατύπωση της απειλής ότι ενδεχομένως θα κατασχεθούν περιουσιακά στοιχεία της Ρωσίας στο βρετανικό έδαφος, τα οποία θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για να βλάψουν την ασφάλεια της Βρετανίας.

Κάθε άλλη ιδέα που είχε κυκλοφορήσει δημοσίως (από την απουσία της Εθνικής Αγγλίας από το Μουντιάλ, μέχρι την κατάσχεση περιουσιών Ρώσων πολιτών ή την απαγόρευση λειτουργίας του RT στη Βρετανία) θα είχε επιπτώσεις που θα συνιστούσαν αυτοτραυματισμό.

Είναι σε αυτό το τοπίο που το Λονδίνο προκαλεί ηχηρά διπλωματικά γεγονότα, όπως η σύγκληση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ και του ΝΑΤΟ. Η γαλλική κυβέρνηση έχει προαναγγείλει ότι θα συντονίσει τη στάση της με τη βρετανική και συνεπώς οδεύουμε προς μεγαλύτερη συσπείρωση του δυτικού στρατοπέδου. Μένει να φανεί σε ποια βάση θα συμβεί αυτό και πού θα χαραχτεί η διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στην επικοινωνία και τις επιπτώσεις στον υλικό κόσμο. Ήδη η Βρετανία κάνει λόγο για απεξάρτησή της, με τη βοήθεια των συμμάχων της, από το ρωσικό φυσικό αέριο.

Προς το παρόν, η κυβέρνηση Μέι μπορεί να επενδύει στην αξιοποίηση του νεοψυχροπολεμικού κλίματος στο εσωτερικό πολιτικό παιχνίδι. Η άρνηση του Τζέρεμι Κόρμπιν να συνταχθεί, φέρνει τον ηγέτη των Εργατικών σε δύσκολη θέση, ενώ τυχόν ανεξέλεγκτη κλιμάκωση της κατάστασης θα μπορούσε και να φέρει την ανατροπή στο ζήτημα του Brexit, εφόσον θα έχει φανεί ότι "στα δύσκολα χρειάζεται κανείς εταίρους".

capital.gr

Διαβάστε περισσότερα

Keywords
Τυχαία Θέματα
Υπόθεση Σκριπάλ,ypothesi skripal