Δημοσιογραφία και κίνδυνος ελληνοτουρκικού πόλεμου!...


Επισημαίνει ο Δημήτρης Α. Γιαννακόπουλος
Τις προάλλες είχα τη χαρά να ανταλλάξω σκέψεις και απόψεις σε βάθος με έναν «ψαγμένο» Έλληνα δημοσιογράφο. Είπαμε αυτά που δεν λέγονται εύκολα κάθε μέρα. Αυτά που κλονίζουν το βασίλειο του κοινότοπου και του αυτονόητου στον δημόσιο χώρο της πατρίδας μας και σε ό, τι αφορά στην πραγματικότητα των ελληνικών ΜΜΕ. Δεν θα αναφέρω το όνομά του. Δεν θα ήταν σωστό. Αντίθετα είναι μάλλον χρήσιμο να αναφερθώ στον Bret Stephens των New York Times,
ο οποίος την ίδια στιγμή και σε ένα διαφορετικό επίπεδο «κρίσης ειλικρίνειας» τόλμησε να εκφράσει δημοσίως απόψεις απολύτως «δικές μας»: Συγκλονιστικά όμοιες με αυτές που κυριάρχησαν στη «ζουμερή» συνομιλία με τον Έλληνα δημοσιογράφο.
Ήρθε ο Bret Stephens να διατυπώσει αυτά που επί πολλά χρόνια διαπερνούν την δική μου συνείδηση και ορίζουν τη στάση μου, όπως ασφαλώς και την διαδικτυακή μας επικοινωνία, αγαπητέ αναγνώστη. Είπε ακριβώς αυτά που εννοώ, όταν σημειώνω τη γνώμη μου ή όταν, μετά από βασανιστική σκέψη, αποφασίζω να παρουσιάσω είδηση ενώπιόν σου. Είπε..... αυτά που θα αντιλαμβανόταν ένας ωτακουστής, υποκλέπτοντας το τηλεφώνημά μου με τον Έλληνα δημοσιογράφο.

Αξίζει να συγκρατήσεις: «Μία εφημερίδα [και γενικότερα ένα ΜΜΕ], άλλωστε, δεν πρέπει να είναι μια μορφή πνευματικού comfort food. Δεν είμαστε οργανισμός προώθησης κάποιας ατζέντας, δίκτυο υποστήριξης, ομάδα χειροκροτητών ή Εκκλησία που διαδίδει ένα συγκεκριμένο δόγμα – εκτός από την πίστη στη σκληρή και ανελέητη αμφισβήτηση. Η εξουσία μας πηγάζει από τη διάθεσή μας να αμφισβητούμε την εξουσία, όχι μόνο των κυβερνώντων, αλλά και των κοινών παραδοχών και της συμβατικής σοφίας. Με άλλα λόγια, αν δεν κάνουμε τους αναγνώστες μας [τους αποδέκτες της γνώμης ή είδησης, γενικότερα] να νιώθουν άβολα κάθε μέρα, δεν κάνουμε σωστά τη δουλειά μας. Υπάρχει ένα παλιό ρητό που λέει ότι ο ρόλος του δημοσιογράφου είναι να πλήττει τους βολεμένους και να παρηγορεί όσους πλήττονται. Το ρητό είναι λάθος. Ο ρόλος του δημοσιογράφου είναι να πλήττει, τελεία και παύλα. Τα νέα είναι κάτι νέο –νέες πληροφορίες, νέες προκλήσεις, νέες ιδέες– και είναι μέρος του νοήματός τους ότι μας αναστατώνουν. Αυτό είναι καλό πράγμα. Η αναστάτωση και το ξεβόλεμα είναι η μεγάλη κινητήριος δύναμη του κόσμου. Είναι ένα «τσίμπημα» στη συνείδηση, ένα «σκούντημα» στη σκέψη, μια επίπληξη κατά του εφησυχασμού και μια ώθηση προς τη δράση».
Αυτά υποστηρίζει ο Bret Stephens. Τα ίδια ακριβώς και εγώ, ο οποίος βρίσκω επιτέλους αρκετούς άλλους στην Ελλάδα και διεθνώς από τον χώρο της επικοινωνίας, της δημοσιογραφίας, της πολιτικής επιστήμης και της σύγχρονης παιδαγωγικής ή της μελέτης των ΜΜΕ που συμφωνούν έως ταυτίσεως: Που συστήνουν μια νέα ταυτότητα στον δημόσιο χώρο, πολύ κοντά στο πνεύμα του Karl Kraus. Δεν χαίρομαι απλώς για αυτό, μάλλον ενθουσιάζομαι και παίρνω θάρρος να μιλήσω ανοιχτά για ένα ζήτημα που προσπαθώ τον τελευταίο καιρό με υποδηλώσεις και προδηλώσεις να διατυπώσω την ανησυχία μου και να προτείνω ταπεινά λύσεις.
Αναφέρομαι στον κίνδυνο ελληνοτουρκικού πολέμου, που θα μπορούσε ίσως να λάβει πολύ ευρύτερες διαστάσεις. Είναι υπαρκτός και μάλλον άμεσος ο κίνδυνος και όχι απλώς σαχλαμάρα εθνικιστών ή κινδυνολογία επιτήδειων προπαγανδιστών ή εμπόρων όπλων. Έχω ήδη προτείνει πρακτική για την αποφυγή αυτού του κινδύνου. Έχω πει πως η επιμονή στη Θεωρία Παιγνίων στην περιοχή του Αιγαίου και στην ευρύτερη Μεσόγειο, τόσο από την τουρκική ηγεσία, όσο και από την ελληνική, δημιουργεί πολεμικό περιβάλλον - και όχι απλώς κλίμα - το οποίο θα καταστήσει τη σύγκρουση αναπόφευκτη και την κλίμακά της απροσδιόριστη.
Όχι, αναγνώστη μου, δεν ισχύουν πλέον τα κοινότοπα και αυτονόητα σε ό, τι αφορά στην ελληνοτουρκική διένεξη. Δεν ισχύει πλέον η θεωρία του «θερμού επεισοδίου» ή του «ατυχήματος»! Έχουν αλλάξει πολλά τα τελευταία χρόνια, ακόμη και τους τελευταίους μήνες στην γεωπολιτική και γεωστρατηγική δυναμική της περιοχής μας με κύριο παράγοντα την Τουρκία και με την Ελλάδα να προβαίνει σε ευκαιριακούς αντιπερισπασμούς και σε αμφιλεγόμενες κινήσεις κατευνασμού, οι οποίες στερούμενες στρατηγικού βάρος και σοβαρή στρατηγική διάσταση, καταλήγουν να προκαλούν περισσότερα προβλήματα από αυτά που επιδιώκουν να αντιμετωπίσουν.
Οι Δυτικοί Θεσμοί δεν μοιάζει να μπορούν πλέον να επιβάλουν την ειρήνη στην περιοχή με την μεθοδολογία του 1950-60 - αν θεωρήσεις πως δεν υπάρχουν ομάδες και συμφέροντα εντός αυτών που δεν θα είχαν σήμερα αντίρρηση να δουν μια ολιγοήμερη και πάντως άκρως δολοφονική και καταστροφική σύγκρουση μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. Μια πολεμική σύγκρουση που θα άλλαζε τα πάντα όχι απλώς στο Αιγαίο, αλλά και στις συμμαχικές σχέσεις, ενώ θα επηρέαζε καθοριστικά τις διεθνείς πολιτικές, θέτοντας σε νέα βάση σύγχρονα ερωτήματα εξουσίας και κυριαρχίας στη Μέση Ανατολή και τη Βαλκανική.
Η ηγεσία του ΚΚΕ, καλώς ανησυχεί. Αυτή τη φορά κάνει σωστή ανάλυση. Οι υπόλοιποι του πολιτικού συστήματος, άραγε σε ποιο κόσμο βρίσκονται; Υπάρχει ακόμη χρόνος αναπροσδιορισμού της ελληνικής τουλάχιστον τακτικής στη συγκυρία: σίγουρα σε πολιτικό και διπλωματικό επίπεδο και πιθανώς σε στρατιωτικό (δεν το γνωρίζω σε βάθος). Πρέπει να γεννηθούν αμέσως και να εφαρμοστούν νέοι θεσμοί αποτροπής οποιουδήποτε επεισοδίου στην περιοχή. Και αυτό πρέπει να γίνει με προσοχή και όχι με κινήσεις εντυπώσεων και αφορισμούς.
Αυτό δεν μπορεί να γίνει χωρίς συνεννόηση των πολιτικών δυνάμεων στο πλαίσιο μιας νέας στρατηγικής προσέγγισης και χωρίς έντιμη ενημέρωση του ελληνικού λαού. Η ελληνική δημοσιογραφία θα μπορούσε να δοκιμάσει μια νέα, ποιοτική εκκίνηση, ακριβώς από την έντιμη διαλογική διαπραγμάτευση του κινδύνου για ελληνοτουρκικό πόλεμο. Είναι μια ευκαιρία, μετά την δραματική αποτυχία της και τον εξευτελισμό της στο εθνικό ζήτημα που αφορά στην κοινωνικοοικονομική κατάρρευση και πολιτική υποδούλωση την τελευταία δεκαετία.
Keywords
Τυχαία Θέματα