Ποιός φοβάται την κριτική;...


Αν υπάρχει μία διακριτή αξία όσο και δύναμη της δημοκρατικής Αριστεράς, αυτή είναι ο συλλογικός τρόπος λειτουργίας και ελευθερίας... της σκέψης μέσω του οργανωμένου διαλόγου. Όταν λοιπόν σημειώθηκε το ηλεκτροσόκ της εκλογικής κατάρρευσης του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ στις 21/5, η πρώτη φυσιολογική αντίδραση όλων ήταν “θα τα πούμε στα όργανα” το ανώτερο των οποίων είναι η ΚΕ. Η σύγκληση της ΚΕ προϊδέαζε για μία διήμερη τουλάχιστον υπεύθυνη, σοβαρή και σε βάθος ανταλλαγή και σύνθεση απόψεων για τα αίτια της ήττας και την απαραίτητη
προσαρμογή ή και μεταστροφή της επίσημης πολιτικής, ώστε να διεκδικηθεί η ανάκαμψη και ενδεχομένως η νίκη στις επαναληπτικές εκλογές του Ιούνη.


Αντ’ αυτών είχαμε το Εκτελεστικό Γραφείο (ΕΓ) να αποφασίζει τον διακοσμητικό χαρακτήρα της ΚΕ η σύγκληση της οποίας θα περιοριζόταν στην ομιλία του προέδρου Αλέξη Τσίπρα και στην υποβολή σημειωμάτων σε αυτό με την δικαιολογία ότι οι όποιες αλλαγές έπρεπε να γίνουν άμεσα κι εν κινήσει. Ακόμη και η παρέμβαση Βούτση για διάλογο στην ΚΕ σχετικά με την νέα προεκλογική εκστρατεία κι όχι την αναζήτηση λαθών, δεν έγινε δεκτή και μάλιστα καταγγέλθηκε ως “ατυχέστατη παρέμβαση” γιατί έγινε το “ώριμο κερασάκι στην τούρτα των φανατικών του ανόμοιου (μιντιακού) μετώπου που μοναδικό πρόταγμα έχει τη συντριβή του ΣΥΡΙΖΑ” (‘Ποιος φοβάται τον Αλ.Τσίπρα;, Αντα Ψαρρά, ΕφΣυν 27/5/23).
Αντιλαμβάνομαι πολύ καλά την ανάγκη υπεράσπισης του κόμματος και του προέδρου του σε μία τόσο κρίσιμη πολιτικά καμπή όπου ελλοχεύει ο κίνδυνος της παντοδυναμίας της Δεξιάς. Όμως, δεν υπάρχει καλύτερος τρόπος υπεράσπισης και των δύο από τη δημοκρατική λειτουργία, σύσκεψη και ζύμωση προτάσεων και λύσεων στα κορυφαία του όργανα. Η αποστολή σημειωμάτων και η λήψη των αποφάσεων από ένα στενό ηγετικό κύκλο (ΕΓ) έστω για τον τρόπο διεξαγωγής της προεκλογικής καμπάνιας δεν προσφέρει διέξοδο. Πολύ περισσότερο που, κατά κανόνα, είναι ο ίδιος αυτός κύκλος στελεχών που είχαν την ευθύνη της εσφαλμένης στρατηγικής της προοδευτικής συμμαχίας εντός και εκτός κόμματος.
Βεβαίως, ο πρόεδρος έκανε ατομική και συλλογική κομματική αυτοκριτική αποδίδοντας την ήττα σε τρεις βασικές αιτίες: (α) την επιτυχή αξιοποίηση της ατζέντας του φόβου από τη ΝΔ με τη βοήθεια της μιντιακής υπεροπλίας της, των αντισυριζαίικης στάσης των άλλων κομμάτων και των δικών μας λαθών, (β) την αναγκαστική επιλογή υπεράσπισης της στρατηγικής της προοδευτικής συμμαχίας που αντικειμενικά δεν μπορούσε να προχωρήσει λόγω της άρνησης των άλλων κομμάτων και (γ) την κακή εικόνα του κόμματος που δεν εξέπεμπε συνοχή, ευθύνη και συγκρότηση, αλλά είχε άστοχες δημόσιες τοποθετήσεις, παλινωδίες και έλλειμμα υπευθυνότητας.
Όμως, ποια ήταν τα δικά μας λάθη που επέτρεψαν στη ΝΔ να επιβάλλει την ατζέντα της περί ασφάλειας και σταθερότητας έναντι του φόβου σε περίπτωση επικράτησης του ΣΥΡΙΖΑ ; Γιατί υπερασπιστήκαμε αναγκαστικά μία στρατηγική που ολοφάνερα έβρισκε τοίχο ; Ποιος ευθύνεται για την απονεύρωση, την αποσυσπείρωση και την μετάλλαξη του κόμματος που τώρα λέμε πάλι ότι πρέπει να αλλάξει και σε ποια άραγε κατεύθυνση ; Πως μπορούμε να ζητάμε σοβαρότητα και υπευθυνότητα από τα μέλη όταν δεν τα θεωρούμε ικανά για μία στοιχειώδη συζήτηση για το πως θα πορευτούμε μέχρι τις 25 Ιουνίου και τι πρέπει και μπορεί να αλλάξει ;
Τα αναπάντητα ερωτήματα είναι πολλά και ας ελπίσουμε να μην εμποδίσουν την προσπάθεια κομματικής ανάτασης. Η οποία ασφαλώς δεν πρέπει να περιοριστεί στα πρόσωπα, πολύ περισσότερο σε πρόσωπα που αν και ατομικά δημοφιλή, διώχνουν αριστερούς ψηφοφόρους με το πολιτικό στίγμα τους.
Γιατί η μόνη αποτυχία στη ζωή είναι η αποτυχία να προσπαθήσεις. Και ο ΣΥΡΙΖΑ αξίζει και θέλει να προσπαθήσει. Αρκεί να διδαχθεί από το πάθημα. Καθώς η μόνη αληθινή αποτυχία στη ζωή είναι αυτή που δεν έγινε μάθημα...
Κώστας Καλλωνιάτης
Η Εφημερίδα των Συντακτών
Keywords
Τυχαία Θέματα