Έρευνα: Σε οικονομικό αδιέξοδο οι ασθενείς με καρκίνο του πνεύμονα στην Ελλάδα – Υψηλότερο από τον μέσο όρο της ευρωπαϊκής ζώνης το κόστος της νόσου

«Στραγγαλίζονται» οικονομικά οι ασθενείς με καρκίνο του πνεύμονα και οι οικογένειες τους καθώς το κόστος είναι από τα υψηλότερα στην Ευρώπη.

Σύμφωνα με τα αποτελέσματα πρόσφατης ευρωπαϊκής έρευνας σε 28 κράτη που συμμετείχε και η χώρα μας, ο οικονομικός αντίκτυπος για τους Έλληνες ασθενείς είναι υψηλότερος από τον μέσο όρο της ευρωπαϊκής ζώνης του ΠΟΥ σε όλους σχεδόν τους τομείς.

Συνολικά το 92,4% των ατόμων ανέφεραν οικονομική δυσχέρεια ως αποτέλεσμα της νόσου έναντι 66,8% του μέσου όρου των Ευρωπαίων συμμετεχόντων. Η μεγάλη πλειονότητα των συμμετεχόντων (87,4%) αναγκάστηκε να

μειώσει τα έξοδα του νοικοκυριού για να αντιμετωπίσει τα έξοδα μετά τη διάγνωση του καρκίνου του πνεύμονα.

Ο αντίκτυπος ήταν πολύ σημαντικός για το 50% των Ελλήνων συμμετεχόντων. Ακόμη 4 στους 10 ανέφεραν την απουσία από την εργασία ως μία από τις αιτίες της μείωσης του εισοδήματος, ακολουθούμενη από την μη ικανότητα εργασίας (29,6%).

Τα παραπάνω αναφέρει η 8η έρευνα του Ευρωπαϊκού φορέα με τίτλο  “Οικονομικός αντίκτυπος του καρκίνου του πνεύμονα: Μια ευρωπαϊκή προσέγγιση” δημοσιοποίησε η FairLife L.C.C. ενεργό μέλος του Ευρωπαϊκού Οργανισμού για τον Καρκίνο του Πνεύμονα (LuCE).

Στην παρούσα έκθεση δίνεται έμφαση στη συχνά παραγνωρισμένη πτυχή της οικονομικής τοξικότητας που συνοδεύει όχι μόνο τη διάγνωση της νόσου αλλά περισσότερο:

τις άμεσες δαπάνες θεραπείας και φαρμάκων,την απώλεια εισοδήματοςτον επώδυνο και μακροπρόθεσμο αντίκτυπο στην οικονομική σταθερότητα των οικογενειών.Σημειώνεται ότι η αντιμετώπιση της νόσου είναι συχνά δαπανηρή, ειδικά αν τα βήματα για τη διάγνωση – μεταξύ άλλων ο ολοκληρωμένος μοριακός έλεγχος – και τη θεραπεία δεν καλύπτονται επαρκώς από το δημόσιο σύστημα υγείας ή τα ιδιωτικά ασφαλιστικά προγράμματα.
Στόχος της έκθεσης είναι να ρίξει φως στις οικονομικές προκλήσεις που αντιμετωπίζουν όσοι βαδίζουν στο δύσκολο μονοπάτι της ασθένειας.Η έρευνα

Η Ελλάδα ήταν μία από τις 28 χώρες της ευρωπαϊκής περιφέρειας που συμμετείχαν στην παραπάνω έρευνα. Καταγράφηκαν συνολικά 1.161 απαντήσεις εκ των οποίων οι 120 από Έλληνες συμμετέχοντες, οι οποίες αποτέλεσαν τη βάση για τα αποτελέσματα της έκθεσης ειδικά για την Ελλάδα. Ο αριθμός αυτός αντιστοιχεί στο 10,3% του συνολικού αριθμού των συμμετεχόντων της 8ης Έκθεσης LuCE (120/1,161).

Αναφορικά με τα χαρακτηριστικά των Ελλήνων συμμετεχόντων:

το 38,3% ήταν ασθενείςτο 61,7% φροντιστές.Η πλειοψηφία ήταν άτομα ηλικίας 55-64 ετών, με το ποσοστό των γυναικών να υπερτερεί (67.5%) σε σχέση με το ποσοστό (31,7%) των ανδρών. Αξίζει να σημειωθεί πως το 44,2% είχαν (ή οι οικείοι τους είχαν) νόσο σταδίου IV, στο μεγαλύτερο ποσοστό τους μη μικροκυτταρικό καρκίνο του πνεύμονα (αδενοκαρκίνωμα).Τα αποτελέσματα

Ο οικονομικός αντίκτυπος για τα άτομα από την Ελλάδα είναι υψηλότερος από τον μέσο όρο της ευρωπαϊκής ζώνης του ΠΟΥ σε όλους σχεδόν τους τομείς.

Συνολικά το 92,4% των ατόμων ανέφεραν οικονομική δυσχέρεια ως αποτέλεσμα της νόσου έναντι 66,8% του μέσου όρου των Ευρωπαίων συμμετεχόντων. Ο αντίκτυπος ήταν πολύ σημαντικός (αρκετά / πάρα πολύ) για το 50,0% των Ελλήνων συμμετεχόντων.

Η σοβαρότητα της οικονομικής τοξικότητας λόγω καρκίνου του πνεύμονα είναι τόσο υψηλή, ώστε το 71,7% των συμμετεχόντων από την Ελλάδα είχε δυσκολία στην κάλυψη ορισμένων δαπανών έναντι του 45,7% του μέσου όρου των Ευρωπαίων συμμετεχόντων.

Το 61,4% των συμμετεχόντων από την Ελλάδα χρειάζεται πάνω από το 20% του εισοδήματος του νοικοκυριού του για να πληρώσει τις δαπάνες που σχετίζονται με τον καρκίνο του πνεύμονα έναντι του 31,7% του μέσου όρου σε Ευρωπαϊκό επίπεδο.

Είναι επίσης πολύ σημαντικό να σημειωθεί ότι το 87,5% των ατόμων με οικονομικές δυσκολίες συμφώνησαν ότι η οικονομική τους κατάσταση είχε αντίκτυπο στην πρόσβασή τους σε θεραπεία και περίθαλψη.

Περίπου το 75% των συμμετεχόντων από την Ελλάδα ανέφεραν μειωμένο εισόδημα του νοικοκυριού μετά τη διάγνωση έναντι 62,9% του μέσου όρου των Ευρωπαίων συμμετεχόντων.

Η έρευνα υποδηλώνει ότι ο καρκίνος του πνεύμονα αποτελεί παράγοντα κινδύνου πρόκλησης οικονομικής δυσχέρειας. Το ποσοστό των Ελλήνων συμμετεχόντων που είχαν άγχος για τα οικονομικά τους αυξήθηκε από 48,1% (πριν τη διάγνωση) σε 72,2% ( μετά τη διάγνωση). Τα αντίστοιχα ποσοστά στον Ευρωπαϊκό μέσο όρο αυξήθηκαν από 27,7% σε 46,8%.

Εν τέλει, το 60,2% των ατόμων που επηρεάζονται από τη νόσο στην Ελλάδα δυσκολεύεται να βιοποριστεί με το εισόδημα του νοικοκυριού του έναντι του 26,2% του μέσου όρου των Ευρωπαίων συμμετεχόντων.

Η μεγάλη πλειοψηφία των συμμετεχόντων (71,2%) δεν είχε συζητήσει ποτέ, ή ελάχιστα, με τις ομάδες υγειονομικής περίθαλψης σχετικά με τις οικονομικές ανησυχίες τους. Το ποσοστό αυτό συμπίπτει με τον μέσο όρο των Ευρωπαίων συμμετεχόντων.

Προτάσεις

Η έκθεση προτείνει τις ακόλουθες λύσεις και τρόπους υποστήριξης:

Έλεγχος για οικονομική τοξικότητα και παροχή προγραμμάτων για την κάλυψη δαπανών, σε περίπτωση οικονομικής αδυναμίας.Ενίσχυση του προγράμματος κάλυψης εισοδήματος για άτομα που δεν μπορούν να εργαστούν, επειδή νοσούν από καρκίνο του πνεύμονα ή για τους φροντιστές.

Διαβάστε επίσης

Θερμοπληξία: «Μπορεί να σε σκοτώσει σε λίγα λεπτά» προειδοποιεί βρετανός γιατρός – Ποιοι κινδυνεύουν περισσότερο

ΑΣΕΠ: Ανακοινώθηκαν οι λίστες με τα ονόματα των υποψήφιων Διοικητών και Υποδιοικητών για τις 7 Υγειονομικές Περιφέρειες

Γεωργιάδης: «Σε ένα χρόνο ο κάθε πολίτης θα έχει τον ψηφιακό ιατρικό του φάκελο»

Keywords
Τυχαία Θέματα
Έρευνα, Ελλάδα – Υψηλότερο,erevna, ellada – ypsilotero