Η απειλή του τουρκικού βαλλιστικού οπλοστασίου – Πώς γεννήθηκε, πώς αναπτύχθηκε, ποιες οι δυνατότητές του

Στις 18 Οκτωβρίου 2022 η δοκιμαστική εκτόξευση από την Τουρκία ενός «νέου» βαλλιστικού βλήματος μικρού βεληνεκούς πάνω από τη Μαύρη Θάλασσα είναι μια υπενθύμιση ότι η Άγκυρα διαθέτει ένα σημαντικό οπλοστάσιο τέτοιων βλημάτων. Υποδεικνύει επίσης ότι στοχεύει να επεκτείνει και να ενισχύσει το βαλλιστικό της οπλοστάσιο.

Σύμφωνα με τις πρώτες αναφορές, το βαλλιστικό βλήμα εδάφους – εδάφους Tayfun (Τυφώνας), που αναπτύχθηκε από την τουρκική Roketsan και προκάλεσε πολλά και διάφορα σχόλια στην Ελλάδα, εκτοξεύτηκε για πρώτη

φορά από κινητό εκτοξευτή στη Ριζούντα (ακτές της Μαύρης Θάλασσας). Το βλήμα διένυσε απόσταση 561 χιλιομέτρων και κατέπεσε στα ανοικτά των ακτών της Σινώπης (Μαύρη Θάλασσα).

Στην Τουρκία η απόφαση για την απόκτηση βαλλιστικών βλημάτων εδάφους – εδάφους ελήφθη στα τέλη της δεκαετίας του 1980. Ωστόσο εκείνη τη χρονική περίοδο οι επιχειρησιακές δυνατότητες του τουρκικού στρατού και η όποια τεχνογνωσία της βιομηχανίας στον τομέα των βαλλιστικών βλημάτων περιορίζονταν στις πολύ μικρού βεληνεκούς μη κατευθυνόμενες ρουκέτες πυροβολικού, καθώς και σε πιο σύγχρονα συστήματα MLRS, τα οποία μόλις είχε προμηθευθεί από τις ΗΠΑ.

Επιπλέον το Συμβούλιο Επιστημονικής και Τεχνολογικής Έρευνας της Τουρκίας TUBITAK (Türkiye Bilimsel Teknolojik Araştırma Kurumu), καθώς και ο κρατικός κατασκευαστής όπλων MKEK (Makina Kimya Endüstrisi Kurumu) δραστηριοποιήθηκαν δοκιμαστικά προκειμένου να εξοικειωθούν με τα βαλλιστικά βλήματα. Παρ’ όλα αυτά, το τουρκικό βαλλιστικό πρόγραμμα δεν οδηγήθηκε σε ταχεία ανάπτυξη.

Από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 ο τουρκικός στρατός κατέβαλε μια μακροχρόνια προσπάθεια για την απόκτηση βαλλιστικών βλημάτων εδάφους – εδάφους βεληνεκούς 150-300 χιλιομέτρων, για την κάλυψη επειγουσών επιχειρησιακών απαιτήσεων. Παράλληλα, επιδιώχθηκε η κατασκευή βαλλιστικών βλημάτων από την τότε εκκολαπτόμενη τουρκική αμυντική βιομηχανία. Μάλιστα, είχε τεθεί ως στόχος η σταδιακή κατασκευή βαλλιστικών βλημάτων αρχικά με βεληνεκές 150 χιλιόμετρα, στη συνέχεια 300 χιλιόμετρα και τελικά 1.000 χιλιόμετρα.

Βέβαια, για την επιτάχυνση του εν λόγω προγράμματος δεν αποκλείστηκαν ούτε η τεχνική βοήθεια ούτε η μεταφορά τεχνολογίας από «πρόθυμους» ξένους προμηθευτές.1 Στα μέσα της δεκαετίας του 1990 η Τουρκία απέκτησε 72 αμερικανικά τακτικά βαλλιστικά βλήματα εδάφους – εδάφους ATACMS, αφού προηγουμένως δεσμεύθηκε να προσχωρήσει στο Καθεστώς Ελέγχου Πυραυλικής Τεχνολογίας (Missile Technology Control Regime – MTCR). Σύμφωνα με το MTCR, απαγορεύεται η πώληση βαλλιστικών βλημάτων με κεφαλή άνω των 500 κιλών και βεληνεκές μεγαλύτερο των 300 χιλιομέτρων.

Κατά τη διάρκεια αυτής της πρώιμης περιόδου η Τουρκία δεν αναζήτησε την απόκτηση βαλλιστικών βλημάτων με μεγαλύτερο βεληνεκές, όπως για παράδειγμα τα Scuds, ίσως για να μην αντιδράσουν οι Δυτικοί σύμμαχοί της, καθότι οι λιγοστοί προμηθευτές ήταν χώρες όπως η Βόρεια Κορέα και η Κίνα. Αντίθετα, δόθηκε έμφαση στην επιτάχυνση της ανάπτυξης του εγχώριου βαλλιστικού προγράμματος.

Επιπρόσθετα, τα αλληλεπικαλυπτόμενα και συχνά ανταγωνιστικά βαλλιστικά προγράμματα των δύο κρατικών οντοτήτων (TUBITAK και MKEK) θυσιάστηκαν υπέρ του να καταστεί η Roketsan ως ο κύριος εγχώριος κατασκευαστής βαλλιστικών βλημάτων της Τουρκίας. Μέχρι το 1997, η Roketsan είχε ξεκινήσει τις παραδόσεις στον τουρκικό στρατό τα μικρού βεληνεκούς (40 χιλιομέτρων) μη κατευθυνόμενα βλήματα πυροβολικού (ρουκέτες) Sakarya, που έτυχε να είναι τα πρώτα τουρκικής κατασκευής επιχειρησιακά βλήματα.

Το 1997 η Τουρκία υπέγραψε συμβόλαιο 250 εκατομμυρίων δολαρίων με την κινεζική κρατική αμυντική εταιρεία CPMIEC (China Precision Machinery Import – Export Corporation) για το μη κατευθυνόμενο πυραυλικό σύστημα WS-1, ικανό να μεταφέρει κεφαλή 150 κιλών σε απόσταση 100 χιλιομέτρων, με χαμηλή ακρίβεια στόχευσης. Το πακέτο (Project-K), μεταξύ άλλων, περιλάμβανε τεχνική βοήθεια και μεταφορά τεχνολογίας από την Κίνα στη Roketsan, προκειμένου να επιτευχθεί εγχώρια παραγωγή μιας παρτίδας περίπου 1.300 αντιγράφων του ίδιου βλήματος, συγκεκριμένα σύστημα εκτόξευσης πολλαπλών ρουκετών, που σήμερα ονομάζεται Kasırga (Τυφώνας).

Οι πρώτες παραδόσεις πραγματοποιήθηκαν στα τέλη του 1998. Έκτοτε το Kasırga βελτιώνεται συνεχώς για περισσότερη ακρίβεια, βεληνεκές και αξιοπιστία. Ο πιο πρόσφατος τύπος μπήκε σε σειριακή παραγωγή το 2016 με το όνομα Kaplan (Τίγρης). Σύμφωνα με τουρκικές πηγές, πρόκειται για ένα εξαιρετικά βελτιωμένο βλήμα, με διόρθωση πορείας INS/GNSS (συστήματα δορυφορικού και αδρανειακού εντοπισμού θέσης), ικανό να φτάσει τα 120 χιλιόμετρα με ακρίβεια στόχευσης 30 μέτρων.

Τον Δεκέμβριο του 1998, υπογράφηκε ένα δεύτερο συμβόλαιο με την κινεζική CPMIEC, αξίας περίπου 300 εκατομμυρίων δολαρίων, για την εγχώρια παραγωγή μιας τροποποιημένης έκδοσης του τακτικού βαλλιστικού βλήματος στερεού καυσίμου B-611, βεληνεκούς 150 χιλιομέτρων. Το πακέτο αυτό αναφέρεται ως Project-J ή Jaguar, ενώ το βλήμα, που στη συνέχεια κατασκευάσθηκε, πήρε την ονομασία Yıldırım (Κεραυνός). Το βάρος της κεφαλής ανερχόταν στα 480 κιλά και η διόρθωση πορείας βάσει INS παρείχε ακρίβεια 150 μέτρων.

Μέσα σε μια δεκαετία, το τουρκικό βαλλιστικό πρόγραμμα κατάφερε να κατασκευάσει και να προμηθεύσει τον τουρκικό στρατό με ένα εγχώριο τακτικό βαλλιστικό βλήμα εδάφους – εδάφους βεληνεκούς 150 χιλιομέτρων. Να σημειώσουμε ότι στα τακτικά βαλλιστικά βλήματα (Tactical Ballistic Missile – TBM) ανήκουν αυτά με βεληνεκές από 150 έως 300 χιλιόμετρα, ενώ στα μικρού βεληνεκούς βαλλιστικά βλήματα (Short-Range Ballistic Missile – SRBM) ανήκουν όσα έχουν βεληνεκές από 300 έως 1.000 χιλιόμετρα.

Το επόμενο βήμα έγινε το 2009, όταν υπογράφηκε η σύμβαση για το λεγόμενο Project-B με τη Roketsan, προκειμένου να αυξηθεί το βεληνεκές των βλημάτων Yıldırım από 150 σε 300 χιλιόμετρα. Όπως συνηθίζεται με παρόμοια βαλλιστικά προγράμματα, το βεληνεκές του βλήματος μειώνεται συμβολικά στα 280 χιλιόμετρα, έτσι ώστε να παραμείνει κάτω από το ανώτατο όριο των 300 χιλιομέτρων που καθορίζεται από το MTCR.

Κατ’ αυτόν τον τρόπο, αντιγράφοντας το κινεζικό τακτικό βαλλιστικό βλήμα B-611M, κατάφεραν να καταλήξουν στο βαλλιστικό βλήμα Bora (Καταιγίδα), διαμέτρου 610 mm, βάρους κεφαλής 480 κιλών και συνολικού βάρους 2.500 κιλών. Ουσιαστικά το Bora σηματοδοτεί την εφαρμογή του δεύτερου πολύχρονου σχεδίου ανάπτυξης βαλλιστικών βλημάτων του τουρκικού στρατού, με βεληνεκές ~300 χιλιόμετρα και ακρίβεια στόχευσης

Keywords
Τυχαία Θέματα
– Πώς,– pos