Η «Παραγγελιά» του Κοεμτζή, το μακρύ ζεϊμπέκικο του Δημοσθένη

Το τι έγινε εκείνο το βράδυ της 25ης Φεβρουαρίου του 1973, τέτοιες μέρες, Απόκριες, είναι λίγο πολύ γνωστό. Στο νυχτερινό κέντρο «Νεράιδα» μια παρέα βγαίνει να διασκεδάσει, τρεις άνδρες και  δύο γυναίκες. Ο Νίκος Κοεμτζής με τη συνοδό του, ο αδελφός του Δημοσθένης κι ένας « κολλητός» τους με τη φίλη του.

Έρχονται από ένα άλλο κέντρο, στην είσοδο ο μπράβος δείχνει δυσφορία με την παρέα, έλα όμως που είναι πελάτες. Υπάρχει ήδη τεταμένη ατμόσφαιρα, κυρίως λόγω μικροκαβγά του Νίκου με τη φίλη του. Ο Κοεμτζής θεωρεί ότι ο χορός της πάνω στο τραπέζι προκαλεί, και μάλιστα μια παρέα αστυνομικών

με πολιτικά, τους οποίους τα αδέρφια γνωρίζουν, αφού έχουν συχνές «δοσοληψίες» με την αστυνομία: ο μεγάλος μόλις έχει αποφυλακιστεί από τετραετή κάθειρξη για κλοπές. Αφού ο Νίκος δίνει εντολή στο φίλο να συνοδέψει τις κοπέλες στα σπίτια τους, αυτός κάνει την περίφημη «παραγγελιά», τις «Βεργούλες», για να χορέψει ο Δημοσθένης και να καταλαγιάσει η ταραγμένη του ψυχή. Ήταν το μόνο, μαζί με το άφθονο ουΐσκι που είχε ρεύσει, το οποίο θα μπορούσε να ξεγελάσει για λίγο το μυαλό του. Αυτό είχε  αρχίσει να χορεύει ήδη, σε περίεργες στροφές. Κατέληξαν σε χορό θανάτου, με τρεις νεκρούς και επτά τραυματίες, αφού ο άγραφος νόμος της «παραγγελιάς» είχε παραβιαστεί από τις παρενοχλήσεις των ασφαλιτών. Γράφτηκαν όλα τούτα, κατ’ επανάληψη, τα έκανε έξοχη, βραβευμένη στο Φεστιβάλ ταινία ο Παύλος Τάσιος, τα τραγούδησε ο Διονύσης Σαββόπουλος στο δεκαεπτάλεπτο «Μακρύ ζεϊμπέκικο για τον Νίκο».

Η ταινία απέσπασε ένα από τα πλέον έντονα χειροκροτήματα αποθέωσης, στην προβολή της στην Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών και έκοψε πάνω από τριακόσιες χιλιάδες εισιτήρια, σε καιρούς βιντεοκασέτας. Το τραγούδι δεν είχε την ίδια υποδοχή. Απαγορεύτηκε η ραδιοφωνική του μετάδοση, από τους δύο κρατικούς ραδιοσταθμούς και μόνον ο Χατζηδάκις, επέμενε να ακούγεται από τη συχνότητα του Γ’ Προγράμματος, της οποίας ήταν τότε διευθυντής. Κι όταν ο φίλος του Αθανάσιος Τσαλδάρης, του τηλεφώνησε για να του υπενθυμίσει την απαγόρευση, έλαβε τη μνημειώδη απάντηση, «Νανά, είσαι ηλίθιος…». Προφανώς αποστομωτική, έδωσε στον Χατζηδάκι τη δυνατότητα να πυκνώσει ακόμη περισσότερο τις μεταδόσεις.

Μια προσωπική συνάντηση

Την άνοιξη του 2004, κι ενώ συνεργαζόμασταν με τη Δώρα Αυγέρη στην εκπομπή της ΕΡΤ 3 «Αρχείο», έπεσε η ιδέα ενός αφιερωματικού επεισοδίου, στα όσα συνέβησαν τη νύχτα εκείνη μέσα στη Χούντα. Ο σκοπός της εκπομπής ήταν να πραγματοποιήσει κατάδυση στη νύχτα, στην ιεροτελεστία και στους κώδικες των μπουζουκιών, στον περίεργο ψυχισμό που συνοδεύει τους θαμώνες των ξενυχτάδικων.

Ιδανικός ξεναγός ο Δημοσθένης Κοεμτζής, ο ουσιαστικός πρωταγωνιστής της βραδιάς, αφού για χάρη του «σφάχτηκαν παλληκάρια». Πέρα από τα όσα αφηγήθηκε στην εκπομπή, τη μετατροπή της πίστας σε χώρο αρχαίου μυστηρίου, που εκείνη τη βραδιά μετατράπηκε σε θυσιαστήριο (το αναπαράγει στην ανθολογημένη σκηνή του φονικού η ταινία του Τάσιου), διατήρησα μια προσωπική γνωριμία με τον Δημοσθένη ως τα τελευταία της ζωής του.

Το νυχτερινό κέντρο Νεράιδα

Αναπτύχθηκε ανάμεσα μια περίεργη φιλία που έμοιαζε με αυτήν της ταινίας

«Οι τρεις κορώνες του ναύτη». Στο φιλμ, ένας ναυτικός σε ένα λιμάνι της Δανίας πληρώνει τρεις κορώνες σ’ ένα ναύτη, προκειμένου να του αφηγηθεί, σε μια ολονυκτία, τρομακτικές ιστορίες από τα ταξίδια του. Κάπως ανάλογα έγινε και με τον Δημοσθένη, με σκοπό την αφήγηση του πολυτάραχου βίο του.

Ανάμεσα σε αυτές τις εξιστορήσεις διέκρινε κάποιος ένα άτομο με χαρισματική αφηγηματικότητα, που πέρα από τη ζεϊμπεκιά, είχε το χάρισμα της εκφραστικότητας, σε κάθε έκφανση της ζωής του. Με μια «ποιητική» χρήση της λαϊκής γλώσσας, καταλάβαινες το λόγο της επιρροής στον αδελφό του.

Αντιλαμβανόσουν πώς ο Νίκος ανέλαβε χρέη πατέρα, απέναντι στον πιο αδύναμο, αλλά και μικρότερο αδερφό του. Ο πατέρας του, ο γνωστός «Καπετάν Κεραυνός», ήταν περισσότερο στα βουνά της Πιερίας και της Μακεδονίας και λιγότερο παρών στο σπίτι. Άλλωστε, ο Νίκος θεωρούσε ότι κατά βάθος ο πατέρας τους συμβιβάστηκε, τελικά, κάτι που δε θα έπραττε ο ίδιος. Όχι μόνον αυτό, αλλά δε θα άφηνε και τον αδελφό του να «μολυνθεί». Τον είχε πάντα υπό την πραστασία του, με αντάλλαγμα την προσφορά της μοναδικής ζεϊμπεκιάς από μέρους του.

Ο «Καπετάν Κεραυνός», ο πατέρας του Νίκου και του Δημοσθένη

Χορεύοντας μες τους λύκους

Δεν ήταν κι η ζωή του Δημοσθένη φτιαγμένη από ευγενή μέταλλα. Οι δουλειές του ποδαριού αποτελούσαν την καλύτερη περίπτωση, οι δουλειές στον υπόκοσμο την πιο συνηθισμένη. Για παράδειγμα όταν αναλάμβανε να ντοπάρει άλογα στον ιππόδρομο του Φαληρικού δέλτα, είτε για να εκσφενδονιστούν σα σφαίρες είτε για να…τα πάρει ο ύπνος καθώς έτρεχαν. Μιλούσε για τη γνωριμία του με το Στράτο Διονυσίου στον ιππόδρομο και τη φιλία τους, καθώς ήσαν Μακεδόνες και οι δύο. Όταν, κάποτε, εξόρισαν τον Διονυσίου από το Δέλτα, λόγω της εξάρτησής του, αυτός, αρρωστημένος «αλογομούρης» – όπως αποκαλούν τους στοιχηματζήδες του χώρου- νοίκιασε σπίτι απέναντι, για να παρακολουθεί με τα κυάλια τις ιπποδρομίες.

Τον τρόμαζε η ιδέα της φυλακής, στην οποία, βέβαια, δεν ήταν άμαθος. Εξηγούσε τους αυστηρούς, αλλά δίκαιους, κανόνες μεταξύ των κρατουμένων, τους οποίους ουαί κι αλλοίμονο αν τους παραβίαζες. Στην πρώτη παρασπονδία σε περίμενε «σγκρομπιά» – χτύπημα με αυτοσχέδιο αιχμηρό αντικείμενο, σαν κατσαβίδι, σε σημείο απλής σωματικής βλάβης. Σε περίπτωση υποτροπής σε περίμεναν τα χειρότερα. Είναι εντυπωσιακές οι γνώσεις «εγκληματικής ανατομίας» των φυλακισμένων και ο πόνος που προκαλούν. «Πονεμένη ψυχή» είχε περιγράψει και τον Αντώνη Καφετζόπουλο, όταν αυτός τον επισκέφθηκε στη φυλακή, για να τον γνωρίσει, προκειμένου να τον ερμηνεύσει στην «Παραγγελιά».

Αυτοί οι ιεροί, σχεδόν αρχέγονης καταγωγής, κανόνες, ξεκινούσαν από τον τρόπο του ζεϊμπέκικού ( μια απομόνωση, σχεδόν συνομιλία με τον Θεό, την οποία κανείς δεν μπορεί να τη διαταράξει) ως τις σχέσεις με το άλλο φύλο. Μια τέτοια – κατά την άποψη του – παραβίαση, τον οδήγησε και σε ρήξη σχέσεων με τον Νίκο, όταν αυτός, μετά την αποφυλάκισή του έφυγε για κάποιο καιρό με την κουμπάρα του.

Στα τελευταία χρόνια της ζωής του, συνταξιούχος από την Ολυμπιακή, όπου δούλεψε ως φορτοεκφορτωτής, μετά από βοήθεια του Γιώργου Λιάνη, έμενε στο ψιλορημαγμένο πατρικό του στο Αιγίνιο, κάνοντας κάνα τσιγαρλίκι. Όταν κάποια στιγμή τον πλησίασε περιπολικό, για να τού κάνει παρατήρηση, γείτονας αναφώνησε: «Τι κάνετε κύριε αστυνόμε! Αυτό αποτελεί ένα από τα αξιοθέατα του χωριού  μας». Τελευταία μας επικοινωνία  ήταν πριν κάποια χρόνια, όταν με κάλεσε, μετά από μια σύλληψή του για χρήση χασίς, από τις φυλακές της Λάρισας. Προσπαθώντας να λύσω το πρόβλημά του, ανταπόδωσα την κλήση, ζητώντας από τον δεσμοφύλακα να μιλήσω με τον κύριο  Κοεμτζή. Αυτός μετέδωσε το μήνυμα στο συνάδελφό του: «Φέρε τον Κοεμτζή στο τηλέφωνο. Άκου, ρε. Τον λένε και κύριο…». Για μένα ήταν πάντα κύριος.

Διαβάστε επίσης:

Phil Collins: «Είμαι πολύ άρρωστος, έχω χάσει την όρεξη για μουσική» (video)

Βραβεία SAG 2025: Αυτοί είναι οι μεγάλοι νικητές της βραδιάς (Photos)

Στην Ελλάδα για την «Οδύσσεια» ο Κρίστοφερ Νόλαν

Keywords
Τυχαία Θέματα