«Και η Ουγκάντα, ως αποικία, είχε τη στερλίνα»

«Χρέος όλων μας είναι να διαφυλάξουμε το κεκτημένο της πρόσφατης ετυμηγορίας μας»ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΈντυπη Έκδοση

Του Ευάγγελου Κ. Τσεκούρα, δικηγόρου

Ο τίτλος κατ’ ουδένα τρόπο θέλει να υποτιμήσει τη μικρή και ταλαιπωρημένη χώρα της Κεντρικής Αφρικής, αφού άλλωστε και η καθ’ ημάς Κύπρος «απήλαυε» ομοίου καθεστώτος, απαλλαγείσα από αυτό μόλις δύο χρόνια πριν από την αφρικανική χώρα.

Τις σκέψεις για το αποικιακό καθεστώς, συνδυασμένες με την χρήση από την «αποικία» του ισχυρού και

περιβλέπτου νομίσματος της αποικιακής «μητρόπολης», γέννησε ο πέραν της δεκαπενταετίας βομβαρδισμός της ελληνικής κοινής γνώμης σχετικά με τα οφέλη, που ανέτως θα αποκτούσαμε με την εγκατάλειψη του εθνικού νομίσματος και την αποδοχή άλλου νεόκοπου νομίσματος, ενιαίου για τις περισσότερες των χωρών - μελών της Ευρωπαϊκής Ενώσεως (Ε.Ε.).
Ένα ενιαίο νόμισμα χωρών της ανεπτυγμένης Δύσης, που ανάμεσά τους φιγουράριζαν χώρες όπως η Γερμανία (ενωμένη πλέον και περίπου στα όρια που είχε επί Μπίσμαρκ) και η Γαλλία (ακόμη κρατούσε κάτι από το κύρος της εποχής Ντε Γκωλ), θα προσέδιδε στην Ελλάδα, ως ισχυρίζονταν οι ιθαγενείς ευρωπαϊστές, οικονομική ισχύ και διεθνές κύρος.
Μολονότι δεν ήταν νομικά απαγορευμένος – δημοκρατία γαρ –, απουσίασε, κατά την προπαρασκευαστική περίοδο, πλήρως ο δημόσιος πολυφωνικός διάλογος σχετικά με την υιοθέτηση του ενιαίου νομίσματος, όσον αφορά στην έννοια του νομίσματος, στην λειτουργία του στις οικονομίες των χωρών, στις συγκρίσεις μεταξύ των διαφορετικών οικονομιών που θα εκαλύπτοντο υπό το αυτό νόμισμα και θα ακολουθούσαν την ίδια νομισματική πολιτική.
Δεν είναι υπερβολή να διαπιστώσω ότι η έκταση του τότε δημοσίου διαλόγου δεν ήταν ευρύτερη από αυτήν κατά την διενέργεια των δημοψηφισμάτων, τα έτη 1968 και 1973, για τα χουντικά «συντάγματα». Οι ενστάσεις του καθηγητή Ανδρέα Παπανδρέου, με την ιδιότητά του αρχηγού του ΠΑΣΟΚ, κατά την συζήτηση και κύρωση από την Βουλή της Συνθήκης του Μάαστριχτ, δεν είχαν καμιά συνέχεια και αντιμετωπίστηκαν περαιτέρω, σιωπηρώς αλλά σαφώς, από το ίδιο το κόμμα του ως αντίπαλες (βεβαίως η Ιστορία εκδικείται).
Έτσι η Ελλάδα υιοθέτησε ως νόμισμα, δηλ. ως το σπουδαιότερο εργαλείο ασκήσεως οικονομικής, δημοσιονομικής και κοινωνικής πολιτικής, το ίδιο (νόμισμα) με χώρες όλως διαφορετικών δομών, δυνατοτήτων, νοοτροπίας και παραδόσεων. Η άσκηση της νομισματικής πολιτικής (ποσότητα κυκλοφορούντος νομίσματος, καθορισμός επιτοκίου, συναλλαγματικών ισοτιμιών κ.λπ.) αφαιρέθηκε από τα εθνικά όργανα και ανετέθη στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), η οποία υπακούει στις γενικές κατευθύνσεις της Συνθήκης του Μάαστριχτ, όπως αυτές εξειδικεύονται από τις ισχυρές οικονομικά χώρες και εν τέλει από την γνωστή μία (απολύτως σύμφωνο με τις λογικές της Συνθήκης του Μάαστριχτ).
Δεν είναι στις επιδιώξεις αυτού του άρθρου η ανάλυση των αιτίων που οδήγησαν την Ελλάδα στην σημερινή κατάσταση της ουσιαστικής πτωχεύσεως / πτωχοποιήσεως και την προφανή αλληλενεργούσα σχέση τους με την υιοθέτηση υπερεθνικού (κατ’ ουσίαν εθνικού γερμανικού) νομίσματος. (Βλέπε http://www.topontiki.gr/article/42330/).
Το ενδιαφέρον είναι ότι η Ελλάδα ευρισκόμενη, από τα τέλη του 2009, ενώπιον των δανειστών, παρά τις περί του αντιθέτου υποδείξεις του ένθεν κακείθεν του Ατλαντικού αγγλοσαξονικού οικονομολογικού συστήματος αλλά και ακόμη αυτού του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (βλ. κατάθεση Παν. Ρουμελιώτη), έχει απολέσει την κρατική της ακεραιότητα και έχει παραχωρήσει, εκβιαζόμενη, σημαντικούς τομείς αποφάσεων της οικονομικής και κοινωνικής της πολιτικής στους δανειστές, που ελέγχουν την «κοπή» του αναγκαίου για την ικανοποίηση αναγκών της χώρας νομίσματος (σύγχρονη μορφή των πάλαι κανονιοφόρων).
Αυτός ο εκβιασμός έχει ακουμπήσει στις νομικές δεσμεύσεις της Συνθήκης του Μάαστριχτ. Στις αρχές της κρίσεως διετυπώνετο με δημιουργία φόβου για έξοδο από την ασφάλεια του ενιαίου νομίσματος (δυστυχώς η πλειοψηφία του ελληνικού λαού πιάστηκε αδιάβαστη), εν συνεχεία δε, με πρόκληση τρόμου για πλήρη χρηματοπιστωτική ασφυξία. Άλλωστε η Τράπεζα της Ελλάδος αποτελεί απλό υποκατάστημα της ΕΚΤ, ο δε διοικητής της με αρμοδιότητες αλλά και νοοτροπία προϊσταμένου υποκαταστήματος. Επαναφέρω ένα γνωστό ερώτημα / απορία: Σε περίπτωση συνδρομής γεγονότων, που αποτελούν λόγο πολέμου, ο οποίος για την διεξαγωγή του χρειάζεται πριν από όλα χρηματοδότηση, την εμπλοκή ή μη σε αυτόν, την διάρκειά του ή την απεμπλοκή και συνθηκολόγηση θα την απεφάσιζε, ουσιαστικώς, η Ελλάδα ή οι ελέγχουσες την ΕΚΤ χώρες.
Αποφεύγοντας νομικούς ορισμούς και καταφεύγοντας σε εγκυκλοπαίδεια (Wikipedia) για τον προσδιορισμό της έννοιας της αποικίας: «Στη σύγχρονη εποχή μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο η έννοια αποικία σημαίνει μια εδαφική περιοχή υποτελή, κατά διάφορους τρόπους – πολιτικούς, πολιτιστικούς ή οικονομικούς –, σε κάποια άλλη περισσότερο ανεπτυγμένη χώρα. Έτσι η ανώτατη νομοθετική εξουσία αλλά και μέγα μέρος της διακυβέρνησης παρέμενε στη χώρα που είχε επιβάλει τον έλεγχό της και που συνήθως ήταν διαφορετική στην εθνική της συγκρότηση από την αποικία».
Η αποικία, ως πολιτική / νομική οντότητα, δεν πρέπει να συγχέεται με ανεξάρτητες και θεσμικά κυρίαρχες χώρες, οι οποίες κάτω από πιέσεις, απειλές ή επεμβάσεις υποχρεώνονται να ακολουθούν πολιτικές διάφορες από αυτές που θα ακολουθούσαν αν αφήνοντο να αποφασίσουν μόνες. Οι αποικίες είχαν ιδιάζον νομικό καθεστώς με το ανάλογο θεσμικό πλαίσιο, που τους είχε αφαιρέσει την δυνατότητα ελεύθερης επιλογής επί των ουσιωδών θεμάτων. Αυτό το καθεστώς αποτελούσε αποδεκτό στοιχείο της διεθνούς εννόμου τάξεως. Βεβαίως στο εσωτερικό τους πάντοτε είχαν παραχωρηθεί μεγάλες ή περιορισμένες δυνατότητες αυτονομίας (τοπικές βουλές, Αφρικανοί φύλαρχοι, Κυπριακή Εθναρχία).
Η Ελλάδα, δυστυχώς, από την ανεξαρτησία της εδέχθη ουκ ολίγες παρεμβάσεις στην άσκηση της εθνοκρατικής κυριαρχίας της. Όμως δεν υπήρξε ποτέ αποικία. Αν ήταν αποικία, δεν θα είχαν νόημα ούτε τα συμβάντα επί Κριμαϊκού πολέμου, ούτε ο Διχασμός κατά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ούτε ο πόλεμος της Πίνδου. Θα ακολουθούσε, όπως τα ινδικά αποικιακά στρατεύματα, τους Βρετανούς. Κατά το 1941-44, η Ελλάδα, ως ηττηθείσα εν πολέμω, ετέθη υπό το καθεστώς της Κατοχής κατά το Διεθνές Δίκαιο και δεν ανηγορεύθη σε αποικία του Ράιχ, όπως επεδίωκαν κάποιοι των δωσιλόγων. Επίσης δεν θα είχε λόγο το στρατιωτικό πραξικόπημα το 1967 (έκφραση συγγνώμης από τον πρόεδρο των ΗΠΑ Κλίντον).
Στον τρέχοντα χρόνο και προκειμένου περί της Ελλάδος, η έννοια της αποικίας έχει συγκροτηθεί, επικαθήμενη στην Συνθήκη του Μάαστριχτ και στην επονείδιστη δανειακή σύμβαση ψηφισθείσα τον Μάρτιο 2012 από την ελληνική Βουλή, με την συνοδεία πλήθους νόμων (των μνημονιακών). Την αποκαλούν αποικία χρέους (εν πολλοίς υπαρκτού), επειδή το χρέος εχρησιμοποιήθη ως λόγος για την αποικιακή νομική κατασκευή. Όμως, εξ αυτού του λόγου, αυτή η κατασκευή είναι έωλη και ανομιμοποίητη και αναζητεί νομιμοποίηση και παγιοποίηση.
Το αποτέλεσμα των εκλογών της 25ης Ιανουαρίου ανέκοψε τη διαδικασία. Το αποικιακό κέντρο, για την ολοκλήρωση του σκοπού του, θα χρησιμοποιήσει όσα μέσα δυνάμεως μπορεί να διαθέσει (κανονιοφόρους δεν μπορεί να στείλει). Η απειλή διακοπής της νομισματικής τροφοδοσίας είναι το ισχυρότερο των όπλων που διαθέτει.
Είναι χρέος όλων μας, εκλογικού σώματος, εκλεγμένων εκπροσώπων και κυβέρνησης, να διαφυλάξουμε το κεκτημένο της πρόσφατης ετυμηγορίας μας. Αλλιώς οδηγούμαστε προς την κατάσταση τής, πριν από την ανεξαρτησία, Ουγκάντα ανεμίζοντας, αντί στερλίνας, ένα ευρώ στα χέρια μας.

Ευρώενιαίο νόμισμαIssue: 1856Issue date: 19-03-2015
Keywords
Τυχαία Θέματα