Ορεολατρία

Η 11η Δεκεμβρίου είναι η «Ημέρα των Βουνών», για μερικούς συμβατική όσο πολλές «Ημέρες» που είναι αφιερωμένες σε οτιδήποτε – π.χ. η 14η Σεπτεμβρίου, «Ημέρα κατά της αυτοκτονίας»!!! Πάντως για τους «ορεολάτρες» και φυσιολάτρες είναι ιδιαίτερα σημαντική, καθότι υπενθυμίζει τα μονοπάτια που πάτησαν ή έμειναν απάτητα, ένα κανονικό επίτευγμα που έμεινε ή θα μένει εκκρεμές για αόριστο χρόνο.

Για την ορεολατρία το 2024 είναι κάτι σαν ορόσημο, καθότι απέχει 71 χρόνια από την «κατάκτηση» του Έβερεστ των Ιμαλαΐων, του ύψους (βεβαιωμένου πλέον) των 8.848 μέτρων. H κατάκτηση που έγινε

την 29η Μαΐου, τυχερή για το δίδυμο Έντμουντ Χίλαρι και Τένζιγκ Νοργκάι, αλλά ημέρα αποφράδα για τους Έλληνες, έχει 111 χρόνια απόσταση από ένα άλλο γεγονός: Ήταν Αύγουστος του 1913 από την ανάβαση της τριάδας Μπουασονά, Κάκαλου και Beau Devy στον ελληνικό Όλυμπο, που είχε πλέον ολότελα ενταχθεί με τους αγώνες της περιόδου 1912-13 στο ελληνικό κράτος.

Στον Μεσοπόλεμο η ορειβασία ήταν μια υπόθεση μάλλον καταδικασμένη να ζει στο περιθώριο. Στο ελληνικό κοινωνικό τοπίο το ενδιαφέρον για τα βουνά ήταν μάλλον ακατανόητο: Η ορειβασία εθεωρείτο κατάλληλη ίσως για το γούστο διανοουμένων όπως ο μαέστρος Δημήτρης Μητρόπουλος ή ο λογοτέχνης και ιστοριοδίφης Δημήτριος Καμπούρογλου, όμως ήταν σκανδαλώδης από την πλευρά των μικρομεσαίων νοικοκύρηδων. Ο Duglas W. Freshfield έλεγε: «Όσο για την ανάπτυξη του mountaining στην Ελλάδα, όλα πρέπει να τα φτιάξει κανείς από την αρχή. Οι άνθρωποι δεν έχουν καμιά ιδέα ή αγάπη για το βουνό. Υποχρεώθηκα να καθοδηγήσω τον οδηγό μου στον Ταΰγετο. Έτρεμε τόσο πολύ από τον φόβο του, που χρειάστηκε να του μάθω τα βήματα για να περπατήσει πάνω στο χιόνι».

Οι δρόμοι που άλλαξαν το βουνό

Το διάστημα που πέρασε ήταν σχετικά γόνιμο, ιδιαίτερα μάλιστα τις τελευταίες δεκαετίες. Πολλοί δρόμοι άνοιξαν πάνω στα βουνά, άλλοτε για την εξυπηρέτηση κτηνοτρόφων και άλλοτε για να δώσουν δίοδο στο ρεύμα αναψυχής. Πολλά μονοπάτια έγιναν, άλλα επειδή υπήρχαν και χρειάζονταν ανανέωση, άλλα επειδή πρωτοδημιουργήθηκαν από ορειβατικές παρέες και συλλόγους, ή από «προγράμματα». Μερικοί μάλιστα εξέλαβαν αυτή την «προγραμματισμένη» ανάπτυξη των μονοπατιών ως μέσο για την ανάπτυξη της ορεινής υπαίθρου, σε μια εποχή που αυτή η ύπαιθρος δεν παρήγε κάτι το αξιόλογο και δεν μπορούσε να προσφέρει κάποια αναψυχή στους διερχόμενους. Παράλληλα, η ελληνική ορεινή ύπαιθρος γνώρισε τους δρόμους που έγιναν για την εγκατάσταση ανεμογεννητριών, που ήταν κανονική καταστροφή τοπίων, βιοποικιλότητας, εδάφους, δασών.

Ο Χίλαρι και ο Νοργκάι επρόκειτο να γνωρίσουν πολλούς, χιλιάδες συνεχιστές του έργου τους. Ο Ράινχολτ Μέσνερ ήταν ένας από αυτούς – ανέβηκε και στις 14 κορυφές του κόσμου άνω των 8.000 μέτρων, κάποτε χωρίς αναπνευστική συσκευή. Όμως οι διαρκώς ελισσόμενοι ορειβατικοί εξοπλισμοί πλήττουν τη λογική των ρεκόρ, η οποία προϋποθέτει τη συγκρισιμότητα των παλαιότερων και των νεότερων επιδόσεων: Π.χ. το ξύλινο επί κοντώ άλμα εις ύψος σε καμία περίπτωση δεν ισούται με το άλμα επί κοντώ με πλαστικό κοντάρι!

Αντιγράφουμε τη διαφήμιση ενός ορειβατικού παπουτσιού που δείχνει τον τρόπο με τον οποίο «η τελευταία λέξη της τεχνολογίας» εντάσσεται μέσα στους εξοπλισμούς της ορειβασίας: «Νέο! Κολάρο και γλώσσα επενδεδυμένα με μαλακή, μεγάλης αντοχής “εξαεριζόμενη φόδρα”… Εν θερμώ σχηματισμένο κάλυμμα δακτύλων για διαρκή προστασία του ποδιού…Ειδικό σύστημα απορρόφησης κραδασμών, για μεγαλύτερη άνεση και καλύτερη ισορροπία… Νέα επένδυση φτιαγμένη ώστε να αφήνει το πόδι να αναπνέει και να κολλά ελαφρά, ώστε να κάνει το παπούτσι πιο άνετο… Εσωτερική σόλα για προστασία κατά της σκόνης και της υγρασίας… Αερισμός μέσω ενός συστήματος κλειστών κυττάρων αφρώδους φρεσκοτηγμένου υλικού, με μεγάλες οπές και αύλακες αποστράγγισης».

Ο Μέσνερ, ο Σικιάρης, ο Γιαννάκου, ο Τσιβελέκας, οι δεκάδες χιλιάδες ορειβάτες σε επικίνδυνα ή απότομα ή ήπια εδάφη, αλλά και οι άνθρωποι των βουνών, κτηνοτρόφοι και γεωργοί, επρόκειτο να συνεχίσουν την παράδοση των ορεινών όγκων. Μαζί τους ήταν οι διάφοροι αναρριχητές – εραστές της περιπέτειας, που ανέβηκαν σε βράχους και ρισκάρισαν τη ζωή τους. Μόνο που αυτές οι αναρριχητικές επιδόσεις και όσες τις ακολούθησαν σημαίνουν για πολλούς την «απομάγευση» των βουνών, την απώλεια της παραδοσιακής αίγλης και του μυστηρίου που συνόδευε την ύπαρξή τους!

Τα βουνά «την σήμερον ημέραν» σημαίνουν για μια μεγάλη ομάδα «χρηστών» ή επενδυτών της συμφοράς χιονοδρομικά κέντρα και πίστες χειμερινών σπορ στο οπουδήποτε. Σημαίνουν σνομπ καταναλωτές χειμερινών διευκολύνσεων και εξοπλισμών, αδιάφορων για την περιβάλλουσα φύση και την αισθητική του τοπίου, ασυνείδητους εποικιστές ορεινών περιοχών, κυνηγούς οικοφονιάδες και λεβεντοτσόγλανους με μότο κρος – που θρυμματίζουν την ομορφιά της σιωπής και προσφυγοποιούν άγρια ζώα… Σημαίνουν ακόμη αναρριχόμενους στις χιονοδρομικές πίστες με ελικόπτερο (!), για να κερδίσουν μέσα στη μονάδα του χρόνου όσο γίνεται περισσότερες κατεβασιές, γενικώς ορειβάτες που απλώς και μόνο δοκιμάζουν τις σωματικές τους αντοχές – και τίποτε περισσότερο: Που δεν βλέπουν γύρω τους τις τερατογενέσεις σε εξέλιξη – τις θηριώδεις ανεμογεννήτριες, την υπερβολική οδοποιία, τις ανεγκέφαλες επεμβάσεις στη φύση.

Και όμως, αξίζουν

Πολλοί υπολογίζουν στα βουνά μια ελεγχόμενη διακινδύνευση, μια απλή πίστα εκγύμνασης, όμως μια στοχαστική προσέγγιση δείχνει ότι τα βουνά συνεχίζουν να «αποφέρουν» μια ανανεούμενη αίσθηση τοπίου, μετεωρολογικής εικονοποιίας, προκλήσεων στη σωματική αντοχή, φυτολογικών και ζωολογικών εμπειριών, ιστορικής πληροφορίας. Έλεγε ο μελετητής της Μεσογείου Φερνάντ Μπροντέλ: «Τα βουνά είναι ο κατεξοχήν συντηρητής του παρελθόντος», θέλοντας να δείξει την υπεροχή τους σε σχέση με άλλες περιοχές του χώρου, κατά το ότι η ιστορία τους σβήνεται πιο δύσκολα… Και ο Λεβί Στρος, ο έξοχος αυτός ανθρωπολόγος, έγραφε στους «Θλιβερούς τροπικούς»: «Περιφρονούσα εκείνους για τους οποίους το βουνό δεν σήμαινε τίποτε περισσότερο από υπερβολική κούραση και κλειστό ορίζοντα και που ήταν έτσι ανίκανοι να δοκιμάσουν τις συγκινήσεις που το βουνό δημιουργούσε μέσα μου».

Τα βουνά είναι πιο μεγάλα από ό,τι δείχνει το επίσημο 23% της έκτασής τους επί της επιφάνειας του πλανήτη, διότι οι μετρήσεις αδυνατούν να συμπεριλάβουν τις κεκλιμένες και ανώμαλες εκτάσεις τους: Οι κατόψεις των επιφανειών δεν μπορούν να εκφράσουν όλες τις λεπτομερειακές εκδιπλώσεις τους. Και συνεχίζουν να φιλοξενούν ένα μεγάλο – αν και φθίνον – ποσοστό του παγκόσμιου πληθυσμού, όμως στην εποχή μας προσφέρονται όλο και περισσότερο για ψυχαγωγία ή αναψυχή. «Ανα-ψυχή» σημαίνει ανανέωση της ψυχής, «αγωγή της ψυχής», ψυχή που άγεται στο αλλού – είναι σημασίες που προκύπτουν από την επιστροφή στις ρίζες των όρων.

Στον 21ο αιώνα τα βουνά δεν εκπροσωπούν ό,τι εκπροσωπούσαν στις αρχές του προηγούμενου. Δεν είναι ό,τι δηλώνονταν στα «Ψηλά βουνά» του Ζαχαρία Παπαντωνίου, σαν ένα πεδίο μαθητείας στη φύση, στα πλάσματά της, στις μεταξύ τους διασυνδέσεις. Δεν είναι ό,τι έκφραζε στα «Άγρια και στα ήμερα του βουνού και του λόγγου» ο Στέφανος Γρανίτσας: Όπου «το οξύ και δροσερόν πνεύμα του κατασκοπεύει το μυστήριον της ζωικής φύσεως μέσα εις τα άγρια τοπία που το ελίκνισαν» – κατά πως έλεγε ο Παπαντωνίου προλογίζοντας το έργο του Γρανίτσα μετά θάνατον. Όμως η αξία τους παραμένει – όσο ένα κλασικό έργο του Σοπέν ή ένα φαντασμαγορικό ηλιοβασίλεμα. Απομένει σε μας να εγκολπωθούμε αυτήν την αξία και να την προστατεύσουμε, όπως προστατεύουμε ένα αντικείμενο με μουσειακή αλλά και ενεστώσα χρήση…

* Ο Γιάννης Σχίζας είναι συγγραφέας

Διαβάστε επίσης

Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος: Η ρύπανση του αέρα σκότωσε 107.000 Έλληνες το 2022 και 239.000 στην Ε.Ε

OHE: Σχεδόν 300 δισ. ευρώ ετησίως το κόστος των ξηρασιών στον κόσμο

Greenpeace: Απογοητευτικά τα αποτελέσματα της COP29 στο Μπακού

Keywords
Τυχαία Θέματα
Ορεολατρία,oreolatria